Αναγνώστες

Σάββατο 23 Ιουλίου 2011

Η ταφή τών νεκρών

Η ταφή τών νεκρών

Οι αρχαίοι Έλληνες, πίστευανv πως η ψυχή του ανθρώπου που πέθανε, έπρεπε να φτάσει στον Κάτω Κόσμο. Όμως, αυτό ήταν αδύνατο να γίνει εάν ο νεκρός δεν είχε ταφή. Η ψυχή του θα περιπλανιόταν, κάποια στιγμή θα χανόταν και θα λησμονιόταν για πάντα.


Πριν την Ταφή
Το σώμα του νεκρού πλενόταν κι αλειφόταν μ' αρωματικά λάδια και το έντυναν με λευκό ένδυμα. 'Έμενε εκτεθειμένο για μια μέρα, έτσι ώστε οι φίλοι κι οι συγγενείς να του αποδώσουν το σεβασμό τους. Ο οβολός έπρεπε να τοποθετηθεί στο στόμα του νεκρού, για να πληρώσει το ναύλο του στον Κάτω Κόσμο. Χωρίς οβολό η ψυχή του θα παρέμενε περιπλανώμενη. Οι πενθούντες φορούσαν μαύρα ρούχα, έκοβαν κοντά τα μαλλιά τους και θρηνούσαν φωναχτά. 'Έκλαιγαν και βογκούσαν και χτυπούσαν τα χέρια τους σε ένδειξη βαθιάς θλίψης.

Η τελετή
Την επόμενη μέρα, την αυγή, οδηγούσαν το σώμα στην ταφή. Το μετέφεραν τους ώμους τους οι συγγενείς. Αν η οικογένεια ήταν πλούσια, το σώμα του νεκρού μεταφερόταν πάνω σ' άμαξα με άλογα. Τη σορό ακολουθούσαν οι φίλοι και η οικογένεια , κλαίγοντας. Οι οικογένειες που είχαν ευχέρεια, μίσθωναν επαγγελματίες για να θρηνήσουν το νεκρό.

Η Ταφή
Ο νεκρός ή καιγόταν ή ενταφιαζόταν στο νεκροταφείο που βρισκόταν έξω απ' τα τείχη της πόλης. Εκεί η κάθε οικογένεια είχε το δικό της χώρο ταφής. Προσωπικά αντικείμενα θάβονταν συνήθως μαζί με το σώμα του νεκρού. Διάφορα αντικείμενα προσωπικής χρήσης και τροφή, τοποθετούνταν μέσα στον τάφο για να χρησιμοποιηθούν στη μεταθανάτια ζωή.

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

Όμηρος

Ο Όμηρος χρησιμοποίησε αριστοτεχνικά το Ελληνικό Αλφάβητο, για να καταγράψει, για πρώτη φορά στην ιστορία του Ελληνικού πολιτισμού, την προφορική ως τότε ηρωική ποίηση, που με ιδιαίτερη μαεστρία μετέδιδαν από γενιά σε γενιά επαγγελματίες τραγουδιστές, οι αοιδοί.

Η τέχνη τους, που ανάγεται στα Μυκηναϊκά χρόνια εξυμνεί τα κατορθώματα των μεγάλων σύγχρονων βασιλιάδων (1180 πχ. Αρχίζει η παρακμή του Μυκηναϊκού πολιτισμού).

Αυτή την προφορική παράδοση κληρονόμησε ο Όμηρος τέσσερις αιώνες αργότερα, όταν οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, στον ελληνικό χώρο, επέτρεψαν τη διάδοση της Ελληνικής Γραφής. Στο σημείο αυτό βρίσκεται η σπουδαιότητα της Ομηρικής δημιουργίας: ενώνει και συνδυάζει στοιχεία από τον Μυκηναϊκό κόσμο με εκείνα από τη γεωμετρική εποχή στην οποία ανήκει, παρουσιάζοντας την πολιτική και κοινωνική οργάνωση, τα ήθη και τα έθιμα, τον υλικό και πνευματικό πολιτισμό του 8ου π.χ. αιώνα.

Από την εποχή που περιγράφει τον χωρίζουνε περίπου τετρακόσια χρόνια! Αν μάλιστα, προσθέσουμε την προσφορά του στη συγκέντρωση και καταγραφή της Ελληνικής Μυθολογίας, θα διαπιστώσουμε την καταλυτική επίδραση του Ομήρου στην τέχνη των Δραματικών ποιητών, το θέατρο. Είναι ο τολμηρός καινοτόμος, που δεν ακολουθεί την χρονολογική σειρά των γεγονότων του Τρωικού πολέμου στα δυο έπη, την Ιλιάδα και την Οδύσσεια, αλλά, με σκηνοθετικά τεχνάσματα, συνθέτει δυο από τα αρχαιότερα και ωραιότερα και μυθιστορήματα της παγκόσμιας Λογοτεχνίας (σε μορφή ποιητική).

Να γιατί η παιδευτική αξία του Ομήρου απλώνεται σε τρία επίπεδα: στη σχολική εκπαίδευση, αφού ήδη από τον 6ο αιώνα ο Όμηρος γίνεται σχολικό βιβλίο, από το οποίο διδάσκεται η ανάγνωση και γραφή στους Έλληνες μαθητές. Αλλά και οι Ρωμαίοι μαθητές διδάσκονταν τα Ομηρικά Έπη, δεδομένου ότι η Οδύσσεια είναι το πρώτο έργο, που μεταφράστηκε στα λατινικά από τον Λίβιο Ανδρόνικο, που ήταν Έλληνας από τον Τάραντα, τον 3ο π.χ. αιώνα. Στήθηκαν έτσι τα θεμέλια της Λατινικής Λογοτεχνίας.

Τον 2ο π.χ. αιώνα θα μεταφραστεί η Ιλιάδα, ενώ 25χρονια, περίπου, πριν από τη γέννηση του Χριστού, ο Βιργίλιος, ο εθνικός ποιητής των Ρωμαίων, συνθέτει την Αινειάδα, το έπος του Ρωμαϊκού μεγαλείου, που προβάλλει την αυτοκρατορία του Αυγούστου Οκταβιανού, χρυσή εποχή της λατινικής λογοτεχνίας. Ο Βιργίλιος επηρεάζεται από τα Ομηρικά Έπη, τόσο στην τεχνική της αφήγησης και στον εκφραστικό τρόπο, όσο και στα θεματικά στοιχεία. Στο επίπεδο της εικαστικής τέχνης, ήδη από τον 7ο π.χ. αιώνα, η γλυπτική και πιο πολύ η αγγειογραφία αντλούν συχνά τα θέματα τους από τα έργα του Όμηρου. Σε επιστημονικό επίπεδο τα δυο έργα έγιναν αντικείμενο συστηματικής μελέτης, από τους Σοφιστές πρώτα, παράλληλα από τους Φιλόσοφους (π.χ. Πλάτωνα) και Ιστορικούς (π.χ. Ηρόδοτο) και στην Αλεξανδρινή εποχή, από ειδικευμένους λόγιους.

Με την αναγέννηση τα Βυζαντινά χειρόγραφα των έργων του Ομήρου βρήκαν τιμητική υποδοχή στη Δύση και επιχειρήθηκαν νέες μεταφράσεις. Στα χρόνια του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού η αναζήτηση τους συνεχίστηκε και εξαπλώθηκε.

Άλλωστε η σύγχρονη κλασσική φιλολογία ξεκίνησε με αφετηρία τον Όμηρο και τις Ομηρικές σπουδές. Ως πατρίδα του θεωρείται η Χίος ή η Σμύρνη. Ο ίδιος έζησε στην Ιωνία της Μικράς Ασίας. Πήγες αναφέρουν πως ήταν τυφλός και πως ο βοηθός του έγραφε τα λόγια που του υπαγόρευε. Πιθανόν, χάρη σ’ αυτή τη συνεργασία μπορούμε να έχουμε στα χέρια μας το Θεόπνευστο αυτό έργο. Λίγο πριν και λίγο μετά από το 2000 μ.Χ. παραμένει ακόμα αθάνατος ο Όμηρος ως προσωπικότητα ύψιστου μεγέθους, πηγή δημιουργικής γνώσης και σοφίας.

Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

Μαρίνα ένδοξε

Άπολυτίκιον.

 Ήχος πλ. α'.
Τον συνάναρχον Λόγον.


Μνηστευθείσα τω Λόγω Μαρίνα ένδοξε, των επίγειων την σχέσιν πάσαν κατέλιπες, και ένήθλησας λαμπρώς ως καλλιπάρθενος· τον γαρ άόρατον έχθρόν, κατεπάτησας στερρώς, όφθέντα σοι Άθληφόρε. Και νυν πηγάζεις τω κόσμω, των ίαμάτων τα χαρίσματα.

Κυριακή 10 Ιουλίου 2011

Άγγελος Σικελιανός

Άγγελος Σικελιανός
ο μανιασμένος Απόλλωνας


1.
*** Ένας παλιός σφραγιλόθος των Γνωστικών. Ένας εσταυρωμένος κάτω από το φεγγάρι και την νύχτα. Από κάτω η επιγραφή: ΟΡΦΕOC ΒΑΚΧΟC.

*** Αυτό είναι ένα αντίδωρο - μα κάθε αντίδωρο προϋποθέτει το δώρο. Λάμπει η νύχτα - για να δούμε.

*** Λένε πως ο Απόλλωνας ήταν κάποιος που δεν βάκχιζε. Και ακόμη πως ο Διόνυσος ήτανε κάποιος που δεν νοούσε. Κι άμα κάπου συναντηθούν ο έξαλλος Διόνυσος και ο τρομερός Απόλλωνας έχουμε την τραγωδία.

*** Κάπως έτσι.

*** Κάμποσες φορές μέσα στον χρόνο των ανθρώπων που συναντήθηκαν ετούτοι οι δυο.

*** (Λένε πως συναντήθηκαν και ένα βράδυ στο Όρος των Ελαιών)

*** (Κι ο σκοτεινός φιλόσοφος της Εφέσου το είχε εξαγγείλει: Άδης και Διόνυσος είναι το ίδιο)

*** Κι ακόμη, πολλοί κι αυτοί που θέλησαν να γυρέψουν τον τρόπο ετούτης της συνάντησης. Φυσικά, οι περισσότεροι τον φαντασιώθηκαν ως ρομαντική ονειροπόληση, ως θεωρία, ως πνευματικό ορίζοντα.

*** Λίγοι, ελάχιστοι το προχωρήσανε παραπέρα.

*** Ο Φρειδερίκος Νίτσε, ας πούμε, έκανε την αναζήτηση του τραγικό σπασμό και αυτοδιαμελισμό - και σφράγισε τον αιώνα που έρχονταν.

*** Στον αντίποδά του Νίτσε, ο Άγγελος Σικελιανός γύρεψε την τραγική γαλήνη, την τραγική ενότητα του κόσμου.

*** Ο Νίτσε λογάριαζε ετούτη τη συνάντηση ως όρο εξανθρωπισμού του ανθρώπου. Λαχτάρισε τόσο την τραγωδία που στο τέλος την έζησε ο ίδιος - ίσως περισσότερο από κάθε άλλον.
*** Ο Σικελιανός πίστεψε πως στη συνάντηση αυτή φωλιάζει η πρώτη σπίθα του Θεού. Και θέλησε τούτη τη σπίθα να την δώσει στους ανθρώπους.

***Απέτυχε - όμως απέτυχε όπως έπρεπε.

*** Για τούτη την αποτυχία και για τούτον τον Σικελιανό μιλάω - όσο και όπως μπορώ.

*** ΟΡΦΕOC ΒΑΚΧΟC - ποιος είναι ποιος;

*** Πρώτα από όλα: 18 Μαρτίου του 1884 - 19 Ιουνίου του 1951.

*** Δηλαδή: γεννήθηκε και πέθανε - παρ’ όλο που κάμποσες φορές στη ζωή του αμφέβαλε και για τα δυο.

*** Μια αστραπή.

*** Ένας θεατρίνος, ένας μάρτυρας, ένας νάρκισσος, ένας προφήτης, ένας εγωπαθής, ένας ιεροφάντης, ένας τσαρλατάνος, ένας δρυίδης, ένας προικοθήρας, ένας ένθεος επαναστάτης, ένας ψεύτης, ένας φιλόσοφος, ένας αποτυχημένος, ο μεγαλύτερος ποιητής τον αιώνων.

*** Μπορεί κανείς να αφεθεί σε μιαν ατέλειωτη σειρά στίχων που παλεύουν να περικλείσουν τον κόσμο. Ή πάλι σε έναν καταρράχτη στιγμών μανίας και θεριεμένων ονείρων,

*** Στην αρχή του ήτανε ένας στίχος του Σολωμού - ένας στίχος διόλου ρητορικός.

*** Αλαφροίσκιωτε, καλέ, για πες μου απόψε τι ’δες;

*** Κι αφού πέτρασε την αδιανόητη θάλασσα του κόσμου, ο Άγγελος Σικελιανός κατέληξε στο ζευγάρωμα του αρχικού στίχου.

*** Νύχτα γιομάτη θάματα, νύχτα σπαρμένη μάγια.

*** ΟΡΦΕOC ΒΑΚΧΟC σου λέω.

*** Ηχήστε σάλπιγγες: ο Άγγελος Σικελιανός ήτανε ο τελευταίος αρχαίος έλληνας: και Πίνδαρος και Ηράκλειτος και Αισχύλος - έτσι του ταίριαζε. Ήτανε ο πρώτος Απολλώνιος Χριστιανός - πιθανώς ο δεύτερος μετά τον Άρειο, πιθανώς ο τρίτος μετά τον Πλήθωνα. Ήτανε μανιασμένος βασιλιάς και γαλήνιος προφήτης και σκοτεινός φιλόσοφος- έτσι του ταίριαζε. Ήτανε Ορφέας, Σίβυλλα, Σφίγγα, Θησέας, Βαφτιστής, Ναζωραίος, Παναγία και Μαγδαληνή. Όλα αυτά μαζί κι άλλα χίλια - έτσι του ταίριαζε

*** Ήτανε κάποιος που μπορούσε να αντέχει την συντριβή του - ακριβώς γιατί δεν την καταλάβαινε.

*** Να γιατί ήταν ο αντίποδας του μανιασμένου τραγικού φιλοσόφου: θαρρώ πως ο Νίτσε ήταν ο Πενθέας του καιρού του. Ο Σικελιανός ήταν -ή θάρρεψε- πως ήταν ο Προμηθέας.

*** Φυσικά πυρφόρος και μόνο πυρφόρος - στο νου δεν χωρούσε μήτε δεσμώτης, μήτε λυόμενος, μήτε τίποτε άλλο.

*** Έτσι θάρρευε τον κόσμο.

*** Κι αυτό το «θάρρευε» είναι που με κεντρίζει με τον Σικελιανό.

*** Όχι το αποτέλεσμα - το ό,τι θάρρευε.

*** Ναι εξηγηθώ: για μένα ο Σικελιανός δεν είναι αυτά που έγραψε - αυτά που μένουν. Για μένα ο Σικελιανός είναι αυτά που ζήτησε - αυτά που λαχτάρισε, αυτά που πεθύμησε.

*** Δηλαδή αυτά που φεύγουν και χάνονται για πάντα.

*** Θα προσπαθήσω να γίνω κατανοητότερος παρακάτω.



2.

*** Το ξημέρωμα της 18ης Μαρτίου του 1884 οι μαμές που είχαν παρασταθεί στην γένα του έβδομου παιδιού της Χαρίκλειας Σικελιανού, το γένος Στεφανίτση, συζύγου του καθηγητή ξένων γλωσσών του Γυμνασίου της Λευκάδας, Ιωάννη Σικελιανού, είχαν να διηγηθούν πως το παιδί γεννήθηκε με μαγνάδι στο πρόσωπο (με εκείνο το κομμάτι του αμνιακού σάκου που ονομάζουμε προσωπίδα) και για αυτό στη ζωή του θα ήσαν ευλογημένο από την τύχη. Το αγόρι εκείνο μεγαλώνοντας έμαθε, βέβαια, την ιστορία και του καλοφάνηκε ιδιαίτερα – από τότε που θυμόταν τον εαυτό του ένιωθε πως είχε στη ζωή του μέγα προορισμό κι όλα τα σημάδια συνηγορούσαν για κάτι τέτοιο.

*** Το αγόρι με το μαγνάδι ήταν ο Άγγελος Σικελιανός – κι έταξε τον εαυτό του για εραστή της μάνας γης και νύμφιο του πατέρα ουρανού.

*** Υπάρχει μια ιστορία για τον Σικελιανό που -αν είναι αληθινή- τα λέει σχεδόν όλα για εκείνον τον μανιασμένο Απόλλωνα. Την καταγράφει (αν την καταγράφει) ο Καζαντζάκης στην Αναφορά του στον παππούλη κρητικό του Τολέδο.

*** Κάποτε, στις αρχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, λίγο πριν από το ταξίδι τους στο όρος ο Σικελιανός και ο Καζαντζάκης έμεναν στο ίδιο σπίτι. Η γυναίκα του Άγγελου Εύα Πάλμερ - Σικελιανού του στέλνει ένα γεμάτο φέρετρο. «Βουδάκι μου, ο γείτονάς μας ο ράφτης πέθανε και σου τον στέλνω να τον αναστήσεις.»

*** Ο Καζαντζάκης έστησε μάτι κι αυτί: τώρα θα φανεί αν είναι ένας θεατρίνος ή πραγματικά πιστεύει. Άραγε θα τολμήσει την συντριβεί του ή θα κάνει πίσω;

*** «Όλη τη νύχτα άκουγα σιγανά μουγκρητά και το κρεβάτι να τρίζει. Όλη τη νύχτα’ κι ευθύς ύστερα βήματα βαριά απάνω κάτω, πολλή ώρα, και πάλι μουγκρητά και το κρεβάτι να τρίζει.»

*** Το πρωί ο Καζαντζάκης αντίκρισε έναν Σικελιανό αμίλητο και κάτωχρο - σαν φάντασμα. Είχε παλέψει να αναστήσει τον νεκρό σαν τον προφήτη Ελισσαίο, ξαπλώνοντας γυμνός απάνω του και φυσώντας του πνοή στο σώμα. Του κάκου.

*** Ο Καζαντζάκης τον πήρε με το ζόρι για βόλτα στην ακροθαλασσιά για να τον ηρεμήσε. Κάποτε ο Σικελιανός μίλησε: «Ντρέπουμαι. Η ψυχή, λοιπόν, δεν είναι παντοδύναμη».

*** (Εδώ που τα λέμε, ακόμη κι αν η ιστορία είναι μια κατασκευή του Καζαντζάκη, είναι, το δίχως άλλο, μια καλή ιστορία.)

*** Μια άλλη ιστορία με το Σικελιανό στο κέντρο της, είναι ήδη μέρος της νεοελληνικής μυθολογίας - ένα από τα αστραφτερότερα διαμάντια της. Στις 28 του Φλεβάρη του 1943, ημέρα Κυριακή, οι σκλαβωμένοι και ρημαγμένοι από την πείνα Έλληνες κήδεψαν τον Κωστή Παλαμά στο Πρώτο Νεκροταφείο της Αθήνας. Ο Σικελιανός, ίδιος με αρχαίο Θεό, έχει γράψει ποίημα για να το διαβάσει πάνω από τον ανοιχτό τάφο. Ηχήστε σάλπιγγες. Καμπάνες βροντερές δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα.

*** Ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη στιγμή: Όσοι βρέθηκαν κοντά του εκείνη τη στιγμή -και δεν ήσαν λίγοι- είδανε έναν άνθρωπο πέρα από τον εαυτό του, να στηρίζει την Ελλάδα, ή ό,τι λογάριαζε εκείνος για Ελλάδα, σε ένα φέρετρο. Ήσανε τόσο μανιασμένος, τόσο έμπυρος που το κατάφερε.

*** (Και μετά όταν τραγουδούσανε τον Ύμνο του Σολωμού, όσοι ανταμώθηκαν με το βλέμμα του ένιωσαν κάτι από εκείνο το πύρωμα - ο Ελύτης ήταν ένας από αυτούς.)

*** Όλοι όσοι πέρασαν από κοντά του κράτησαν ένα κομματάκι από τούτο το πύρωμα. Ο Σεφέρης θυμόταν μια επίσκεψή του στο νοσοκομείο, μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, κάπου στα 1950: «Είδα το μαύρο’ ήταν απόλυτα ωραίο» του είπε ο Σικελιανός.

*** Ήταν μανιασμένος για Θεό - για κάθε λογής Θεό. Κάποτε είπε -και πάλι του Καζαντζάκη-: αισθάνομαι πως έχω τόσο πολύ Θεό μέσα μου, που αν αγγίξεις το χέρι μου αισθάνομαι πως θα πετάξει σπίθες. Ο Καζαντζάκης απέφυγε - για να το μετανιώσει αργότερα.

*** Ο Ελύτης καταγράφει το καιριότερο: ένα μεσημέρι του καλοκαιριού του 1946 πήγε στο ψηλοτάβανο σπίτι του Σικελιανού για να του αφήσει βιβλία σχετικά με τον Υπερρεαλισμό. Η πόρτα ήταν ανοιχτή, η Άννα Σικελιανού έλειπε: «...Τότε αντίκρισα μιαν εικόνα που θα μου μείνει αξέχαστη: ο Σικελιανός, όρθιος, ξιπόλητος, με ένα μακρύ νυχτικό που έπεφτε σαν αρχαία χλαμύδα επάνω του, έτρωγε ένα τσαμπί σταφύλι! Κάθε τόσο το ύψωνε από το ανιχτό παράθυο και το καμάρωνε στο φως. Να τος. Αυτός ήταν. (...) Αυτός που τον έλεγαν θεατρίνο, και που τον είχα τσακώσει σε μια στιγμή που κανένας θεατής δεν υπήρχε, κι όμως ίδιον, ολόιδιον, όπως τον ξέραμε από τα ποιήματά του, φυσικά μεγαλόπρεπο και αυτάρκη μέσα στη θεϊκή του απλότητα.»
*** (Ίσως αυτή η εικόνα να εξηγεί το γιατί ο Ελύτης ήταν αυτός που τρεις και τέσσερις δεκαετίες αργότερα ήταν ο μόνος που είδε τον ελληνικό κόσμο του Σικελιανού ως μυθιστορηματική διαφάνεια.)

*** Υπάρχουν πολλές ακόμη ιστορίες για τον Σικελιανό - αναρρίθμητες. Οι χυδαιότερες αφορούν τον τρόπο που διάφορα φασιστάκια τον απέκλεισαν από την Ακαδημία Αθηνών, ή τον τρόπο που τα ίδια φασιστάκια της Ακαδημίας Αθηνών, με αρχηγό τον Σπύρο Μελά, πάλεψαν να μην δοθεί τον Νόμπελ της Λογοτεχνίας σε έναν «ύποπτο αναρχοκομμουνιστή».

*** Οι πιο περιπλεγμένες έχουν να κάνουν την σχέση του με τις γυναίκες - τους γάμους του, τις ερωμένες του, τους θρύλους που κύκλωσαν την σεξουαλικότητά του.

*** (Είπαμε: ΟΡΦΕOC ΒΑΚΧΟC - αυτό.)

*** Η Εύα Πάλμερ: Μια ζάπλουτη αμερικανίδα, πανέμορφη σαν Καρυάτιδα, ηθοποιός, χορεύτρια, καθηγήτρια κεντητικής, ελληνιστρια, οπαδός μια παγανιστικής βιοθεωρίας που ζήταγε επιστροφή στις φυσικές αξίες, δέκα χρόνια μεγαλύτερη από τον Σικελιανό, συναντήθηκε μαζί του το 1906, και μπήκε μέσα στον τυφώνα εκείνου του εικοσιτριάχρονου Αλαφροίσκιωτου. Παντρεύτηκαν την επόμενη χρονιά – και μετά δυο χρόνια γεννήθηκε ο γιος τους που τον είπανε Γλαύκο.

*** Ήταν ένας έρωτας αντάξιός τους, εμποτισμένος από τις λιμπερτινικές αρχές της Εύας και τις μυστικές ορμές του Αγγέλου. Ζήσαν το πάθος τους και τα πάθη τους μαζί και χώρια, όπως σε ταινία του σινεμά, αψηφώντας τον κόσμο και τις συμβάσεις των αστών του καιρού τους. Δικό τους παιδί ήσαν οι Δελφικές Γιορτές – μια μεγάλη ουτοπία ελευθερίας.

*** Ήταν ένα μεγάλο όνειρο που τους πήρε μέσα του για περισσότερα από τριάντα χρόνια. Η ανασύσταση του κοσμου με κέντρο τους Δελφούς’ η δημιουργία ενός ομφάλιου λώτρου που θα συνδέσει τον αρχαίο κόσμο και τον νεώτερο, που θα ενώσει το Πνεύμα και την Πράξη, τον άνθρωπο και τον Θεό. Ο Άγγελος έταξε σε τούτη την ιδέα την πένα του, η Εύα όλη της την ψυχή και την περιουσία της. Οι Δελφικές Γιορτές που γίνανε το 1927 στους Δελφούς με την παράσταση το Προμηθέα Δεσμώτη και επαναλήφθηκαν το 1930 με τις Ικέτιδες ουσιαστικά σήμαναν την οικονομική καταστροφή της Εύας, ο οποία σκηνοθετούσε, έκανε την χορογραφία, έφτιαξε τους αργαλιούς με τους οποίους ύφανε τα ρούχα των ηθοποιών. Ο Σικελιανός, γράφοντας μα σειρά δοκιμίων και ενεργοποιώντας το κύρος του, πέτυχε να θεσμοθετηθούν οι Δελφικές Γιορτές από το Ελληνικό Κοινοβούλιο, ωστόσο η Εύα ήταν που ταξίδεψε στην Αμερική ψάχνoντας για χρηματοδότηση.

*** Η τύχη δεν την ευνόησε: η υιοθέτηση των Γιορτών από το Ίδρυμα Ροκφέλερ ναυάγησε για μια ασήμαντη αφορμή. Το 1933 η Εύα ξαναταξίδεψε στην Αμερική για να βρει εκ νέου χρηματοδότες. Μα κάπου μέσα της ήξερε πως θα δεν θα ξαναέσμιγε με τον Άγγελο. Νωρίτερα το 1939 έδωσε την ευχή της στο Άγγελο να παντρευτή την Άννα Καραμάνη, άλλοτε σύζυγο του διάσημου πνευμονολόγου Γεώργιου Καραμάνη, και με μέχρι το τέλος της ζωής της συνέχισε να προπαγανδίζει τις Δελφικές Γιορτές, την υποψηφιότητα του Σικελιανού για το Νόμπελ, την οικονομική βοήθεια στην μετακαχοχική Ελλάδα. Επέστρεψε μολις το 1952, μόλις ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Αγγέλου, για να πεθάνει κάτω από τον ελληνικό ήλιο.

*** Φυσικά θάφτηκε στους Δελφούς, σε διπλανό τάφο με εκείνον.

*** (Έτσι έπρεπε.)

*** Τα χρόνια που πέρασε με την Άννα ήταν για τον Σικελιανό ο καιρός που έκανε την τελική του σούμα του στοχασμού: Δελφοί, Ελευσίνα, Ιερουσαλήμ, Ρώμη, Κνωσός, Πελοπόνησος του Πλήθωνα, Επίδαυρος του Ασκληπιού. Κι ακόμη, ομπρός βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από την Ελλάδα, προτάσεις για την καθιέρωση της ελληνικής ως παγκόσμιας γλώσσας, δόντια νεκρών σκύλων που λάμπουν, τουδικαίου αστραπή και ελπίδα.

*** Ωσπου στις 19 Ιουνίου του 1951, στην Κλινική «Παμμακάριστος» ης Αθήνας, το αγόρι με το μαγνάδι έγινε ένα από τα μάγια της νύχτας του.

3.

*** Πρέπει να το πω: οι ξένες εγκυκλοπαίδειες τον βγάζουν έναν από τους μεγαλύτερους στον κοσμο λυρικούς ποιητές του αιώνα του, έχασε το Νόμελ μόνο από τις αντιδράσεις, ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στα 1998 τον λογαριάζει για τον μεγαλύτερο Έλληνα ποιητή του εικοστού αιώνα (δηλαδή: μεγαλύτερο κι από τον Καβάφη), εγώ ωστόσο, πέρα από το Άγραφον, δεν μπορώ να διαβάσω άλλο ποίημα του Σικελιανού.

*** Μήτε καν ποιήματα που, δίχως την παραμικρή επιφύλαξη, αναγνωρίζω ως μεγαλειώδη: τον Αλαφροϊσκιωτο, τη Μητέρα Θεού, την Ιερά Οδό, το Θαλερό.

*** Μοιάζει παράξενο: λίγες φορές έχω αναγνωρίσει στην ποίηση τόση μεγάλη λαχτάρα ελευθερίας όσο στους έξι τόμους του Σικελιανού - και λίγες φορές με έχουν κλωτσήσει τόσο οι διαστάσεις του μεγαλείου των νοημάτων, έτσι όπως τι προσδιόρισε ο ίδιος ο δημιουργός τους.

*** Να το πω όσο πιο απλά μπορώ: διαβάζω Σικελιανό και νιώθω πως μονίμως μου αναγγέλει.

*** (Πως δεν ζει μαζί μου, πώς δεν μοιράζεται κάτι με μένα.)

*** (Πως μου λέει τον καθολικό χρησμό του και με καλεί να το πιστέψω.)

*** Ήταν ο τρόπος που ο Σικελιανός κατανοούσε την ποίηση – ως μια δημόσια μαντεία. Προφανώς λογάριαζε τον ποιητή για προφήτη – ή για Μεσσία.

*** Εξάλλου δεν είναι τυχαίο ποιους τέσσερις είδε να υποδέχονται την ψυχή του Παλαμά: Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός.

*** Μα ο Ορφέας είχε κομματιαστεί από τις σκληρές γυναίκες της Θράκης. Ο Ηρακλειτος ήταν ένα σάρμα αποσπασμάτων. Ο Αισχύλος ήταν ο σπασμός του κακού που ριζώνει στην τραγική φύση του ανθρώπου.

*** Ο Σολωμός ητανε κάποιος που αντί να ενώσει τον κόσμο, αιματοτσάκισε τον εαυτό του

*** Ο Σικελιανός θέλησε να σταθεί πλάι σε αυτούς αναγγέλοντας πως, πρώτος αυτός, πέτυχε το κατορθωμενο σώμα.

*** Δεν το πέτυχε – κι ευτυχώς. Αν κάτι τέτοιο γινόταν, η ποίηση θα απέμενε νεκρή.

*** Και για μένα το σώμα του Σικελιανού δεν είναι οι στίχοι - αυτοί που πίστευε πως ήταν όμοιοι με του Αισχύλου.

*** Το σώμα του Σικελιανού είναι η στάχτη που την πήρε ο αέρας.

*** Αυτή η στάχτη, αυτός ο άνεμος – να τι με νοιάζει.

4.
*** Ο Σεφέρης, στον ευχαριστήριο λόγο του προς τη Σουηδική Ακαδημία, έκανε φυσικά λόγο και για τον Σικελιανό: νιώθοντας αμήχανα να μιλήσει για τα ποιήματα αυτά καθ’ αυτά, πηγαίνει τα λόγια του στο σμίξιμο του Διόνυσου με του τον Χριστό: «Στην Ελλάδα, ξέρετε, ο Διόνυσος είναι κι αυτός ένας Εσταυρομένος».

*** Ο Σεφέρης ήξερε τι έλεγε. Αυτό σμίξιμο Διόνυσου και Χριστού ήταν πατέντα του Σικελιανού – κι ήτανε μια πατέντα κόντρα στην ιστορία και κόντρα στην λογική.

*** Είναι γνωστό το πόσο η θρησκεία του Χριστού, σαν έγινε εξουσία, πολέμησε την ελληνική αρχαιότητα. Είναι γνωστό το πώς κομματιάστηκε η Υπατία, το πώς εσφαγιάζονταν οι εθνικοί για κοντά έναν ολόκληρο αιώνα, το πώς καταστράφηκαν αγάλματα και κάηκαν βιβλία – για πολλούς, τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της ιστορίας. Κι ακόμη είναι γνωστό το πώς ονομάστκε ο Ιουλιανός και το γιατί κάηκαν τα βιβλία του Πλήθωνα.

*** Ο Νίτσε ήταν που στην τελευταία φράση του Ecce Homo, το γράφει καθαρά: «Ο Διόνυσος εναντίων του Εσταυρωμένου».

*** Ο Σικελιανός θέλησε να σμίξει το Διόνυσο με τον Εσταυρωμένο – με τον ίδιο τρόπο που θέλησε να σμίξει οτιδήποτε ένιωθε πως έκρυβε μέσα του θεική σπίθα.

*** Την Παναγία, την Αγαύη, τη Μαγδαληνή, την Περσεφόνη, την Πυθία, τον Ασκληπιό, το θυσιασμένο Ρόδο, τη Δήμητρα, τον Ορφέα με τις γυναίκες του, τον Διόνυσο με τις γυναίκες του, τον Χριστό με τις γυναίκες του, την αρκούδα του τσιγγάνου, το δόντι του νεκρού σκύλου.

*** Όλα αυτά.

*** Ναι, ήταν μια δικιά του πατέντα, ανιστόρητη και καταδικασμένη – μα για μένα τούτη η πατέντα (αυτό που ο ίδιος ονόμαζε «γήινο μύθο») είναι το μεγάλο αντίδωρο του Σικελιανού - για όλους μας

*** (Μα ποιο είναι το δώρο, λοιπόν;)

*** Ο ίδιος το θέλησε ποιήση και θρησκεία. Μα κάποιος μπορεί να πει πως η ποίηση δεν γίνεται με εξαγγελίες και η θρησκεία δεν γίνεται με λυρικά συνθέματα και μυθολογικά κορφολογήματα ραμμένα με αστικό νήμα. Σε αυτό έσφαλαν πολλοί – σε αυτό έσφαλε και ο Σικελιανός.

*** Εξάλλου η ποίηση είναι στον αντίποδα της θρησκείας

*** Η ποίηση ταράζει και ερεθίζει. Η θρησκεία εκτονώνει και γαληνεύει.

*** Και η θρησκεία είναι ένα εκστατικό φαινόμενο απελπισμένων - πάντοτε ως τέτοιο γεννιέται και στη συνέχεια χειραγωγείται από την φιλοσοφία και την εξουσία.

*** (Για να θυμηθώ τον Γκάτσο: γίνεται πεπρωμένο.)

*** Ο αγώνας του Σικελιανού να φτιάξει μια νέα θρησκεία φτιάχνοντας μια νέα μυθολογική ταξη, έναν νέο ενοποιημένο πανανθρώπινο κόσμο, μια νέα αρχαία Ελλάδα ανταμωμένη με τον Ναζωραίο και την Παναγιά, ήταν μια αστική κατασκευή, καμωμένη από κείμενα.

*** Κι έτσι γέμισε δυο ή τρεις χιλιάδες σελίδες με μια φαντασμαγορία.

*** Αυτή θαρρώ είναι η τραγωδία του Σικελιανού: που γύρευε να ανεβάσει τον Ορφέα στον σταυρό του Χριστού, όχι ως κοινωνία αλλά ως ποιητική αλήθεια.

*** Που γύρευε να γράψει τραγωδίες όχι ως ποίηση αλλά ως κοινωνία.

*** Έτσι το αντίδωρό του μένει στα χέρια μας δίχως κατεύθυνση.

*** (Αυτή η στάχτη, αυτός ο άνεμος)

*** Για αυτό με ερεθίζει ο Σικελιανός: ήσαν τόσο τραγικός που δόθηκε στην τραγωδία του δίχως να την καταλάβει.

*** Κι ακόμη με ερεθίζει που αρνήθηκε τον φόβο του Θεού.

*** (Δηλαδή αυτό για το οποίο τον ψέγει ο Λορεντζάτος).

*** Κι ακόμη με βουρλαίνει που πήγε να αναστήσει πεθαμένους πιστεύοντας πως είναι ο ίδιος ένα κομμάτι του κατορθωμένου θαύματος.

*** Κανένας ποιητής του αιώνα του (μήτε ο Πάουντ, μήτε ο Έλιοτ, μήτε -φυσικά- ο Καβάφης, μήτε καν ο Ελύτης) δεν στόχευσαν σε ένα τέτοιο θάμπος.

*** Κανένας προφήτης ή φιλόσοφος του αιώνα του δεν θέλησε τόσην διαφάνεια.

*** Κι όμως εκείνος τα ζήτησε – είτε από εγωπάθεια, είτε από αγνότητα, είτε κι από τα δύο.

*** Μα, ποιο είναι, λοιπόν, και ποιο είναι το αντίδωρο και ποιο είναι το ακριβό δώρο;


5.

*** Το πιο πιθανό: να παραχωθεί σε σεντούκια και χρονοντούλαπα μυρμυγκοφάγων - ή ακόμη να μείνει ως καρτποσταλικό παράδειγμα μιας αθώας μεγαλοστομίας άλλων καιρών.

*** Το πιο πιθανό: να κυλήσει ο χρόνος μας με μικρά καλοκαίρια και μεγάλους χειμόνες, μέρες γεμάτες με Ερινύες και ερημία, φαρμακωμένα βέλη και φαρμακερή λογική.

*** Το πιο πιθανό: να χάσουμε - ωστόσο.

*** Ωστόσο η νύχτα που ’ναι σπαρμένη με μάγια είναι δική μας υπόθεση - κι είναι δικό μας ρίσκο, κίνδυνος, απελπισία.

*** Γιατί στην άκρη της απελπισίας φυτρώνουν τα άγρια λουλούδια.

*** Τα λουλούδια που θαμπώνουν ακόμη και τυφλούς με τη μυρωδιά τους.

*** Ω ναι.

*** Λένε πως ένα ωραίο παραμύθι για τους Δελφούς – που πιθανώς και να μην είναι τόσο παραμύθι. Λένε πως όποιος ζήταγε χρησμό περνούσε από μα πύλη που έγραφε Γνώθι σαυτόν.

*** (Ως εδώ καλά).

*** Στο τέλος, όταν έπαιρνε τον χρησμό της Πυθίας, σαν έφευγε τον εβαζαν να περάσει κάτω από μια άλλη πύλη που τον ξεπροβόδιζε με μια μονάχα λέξη - μόλις μια συλαβή, δύο γράμματα.

*** Ει

*** Που σημαίνει να είσαι.

*** Να είσαι αυτός που ψάχνει, που φεύγει, που συναντιέται με τον Θεό κι όμως συνεχίζει ελεύθερος.

*** Να είσαι αυτός που βαδίζει για τον θάνατό του

*** Να είσαι ο μανιασμένος που σπέρνει με μάγια τη νύχτα.

*** Κι είναι, φευ, πάντοτε νωρίς - μα κανείς πρέπει να το αποφασίσει.

*** Ο Άγγελος Σικελιανός ίσως να απέτυχε ως ποιητής, όμως κατόρθωσε αυτό το Ει.

*** Να είσαι.

*** Να είσαι.

*** Να είσαι.

*** Κι εκείνος ο μανιασμένος Απόλλωνας ήταν και θα είναι.

*** Όχι τα ποιήματα, όχι οι στίχοι, όχι τα λόγια - μα το πύρωμα.

*** Το πύρωμα, το πύρωμα.

*** Αυτό είναι το ακριβότερο δώρο.

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό MAUVE, τεύχος 4, Μάιος - Ιούνιος 2004.)

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Πως να απαγγέλεις ποίηση...

Πάρε τη λέξη πεταλούδα. Για να πεις αυτή τη λέξη δεν χρειάζεται να κάνεις τη φωνή σου πιο ελαφριά από ένα γραμμάριο, ούτε χρειάζεται να την εφοδιάσεις με μικρά σκονισμένα φτερά. Δεν χρειάζεται να φανταστείς μιαν ηλιόλουστη ημέρα ή ένα χωράφι με ασφοδέλους. Δεν είναι απαραίτητο να είσαι ερωτευμένη, ή να έχεις ερωτευτεί τις πεταλούδες. Η λέξη πεταλούδα δεν είναι η πραγματική πεταλούδα. Υπάρχει η λέξη μα υπάρχει και η πεταλούδα. Αν μπερδέψεις αυτά τα δυο, οι άνθρωποι θα έχουν κάθε δικαίωμα να σε κοροϊδεύουν. Μην το παρακάνεις με τη λέξη. Μήπως προσπαθείς να υπονοήσεις ότι αγαπάς τις πεταλούδες τελειότερα από οποιονδήποτε άλλον, ή ότι πραγματικά αντιλαμβάνεσαι τη φύση τους; Η λέξη πεταλούδα είναι απλά ένα δεδομένο. Δεν είναι μια ευκαιρία για να πλανιέσαι στον αέρα, να πετάξεις ψηλά, να πιάσεις φιλία με τα λουλούδια, να συμβολίσεις την ομορφιά και το εύθραυστο, ή να υποδυθείς την πεταλούδα με οποιονδήποτε άλλον τρόπο. Μην υποδύεσαι τις λέξεις. Ποτέ μην προσπαθήσεις να υψωθείς από το πάτωμα, όταν μιλάς για πέταγμα. Ποτέ μην κλείνεις τα μάτια, μην τινάζεις απότομα το κεφάλι σου στο πλάι, όταν μιλάς για θάνατο. Μην καρφώνεις τα φλογισμένα σου μάτια πάνω μου όταν μιλάς για έρωτα. Αν θέλεις να με εντυπωσιάσεις όταν μιλάς για έρωτα βάλε το χέρι σου στην τσέπη ή κάτω από το φόρεμά σου και χαϊδέψου. Αν η φιλοδοξία σου και η πείνα σου για χειροκρότημα σε έκαναν να μου μιλήσεις για έρωτα, θα 'πρεπε να μάθεις πώς να το κάνεις χωρίς να ξεφτιλίζεις τον εαυτό σου ή το κείμενο.

Ποιά είναι η έκφραση που απαιτούν οι καιροί; Οι καιροί απαιτούν μη έκφραση έτσι κι αλλιώς. Η εποχή δεν ζητάει καμιά απολύτως έκφραση. Έχουμε δει φωτογραφίες με χαροκαμένες Ασιάτισσες μητέρες. Δεν μας αφορά η αγωνία των οργάνων σου που πασπατέυεις. Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορείς να εκφράσεις με το πρόσωπό σου, που να μπορεί να συναγωνιστεί με τη φρίκη αυτής της εποχής. Μην προσπαθήσεις καν. Το μόνο που θα καταφέρεις είναι να φέρεις τον εαυτό σου αντιμέτωπο με τη χλεύη εκείνων που έχουν νιώσει αυτά τα πράγματα βαθιά. Έχουμε δει στις ειδήσεις ανθρώπους στο έπακρο του πόνου και του ξεριζωμού. Όλοι ξέρουν ότι τρως καλά κι ότι πληρώνεσαι κιόλας για να σταθείς εδώ. Κάνεις αυτό που κάνεις μπροστά σε ανθρώπους που βίωσαν την καταστροφή. Αυτό θα έπρεπε να σε κάνει πολύ μετρημένη. Πες τις λέξεις δώσε το δεδομένο, κάνε στην άκρη. Όλοι ξέρουν ότι υποφέρεις. δεν μπορείς να πεις στο ακροατήριο όλα όσα ξέρεις για τον έρωτα με κάθε γραμμή που θα απαγγέλεις για τον έρωτα. Παραμέρησε και θα ξέρουν ό,τι ξέρεις γιατί ήδη το ξέρουν. Δεν έχεις να τους μάθεις τίποτα. Δεν είσαι πιο όμορφη απ' αυτούς. Ούτε πιο σοφή. Μην τους βάζεις τις φωνές. Μην τους βιάζεις στην ψύχρα. Αυτό είναι κακό σεξ. Αν τους δείξεις το περίγραμμα των γεννητικών σου οργάνων, τότσε δώσε τους κι αυτό που τάζεις. Να θυμάσαι ότι πραγματικά, οι άνθρωποι δεν θέλουν έναν ακροβάτη στο κρεβάτι τους. Ποιά είναι η ανάγκη μας; Να είμαστε κοντά στον φυσικό άντρα, να είμαστε κοντά στη φυσική γυναίκα. Μην παριστάνεις ότι είσαι μια λατρεμένη τραγουδίστρια μ' ένα τεράστιο πιστό ακροατήριο που σε ακολούθησε στα πάνω και στα κάτω της ζωής σου μέχρι τούτη εδώ τη στιγμή. Οι βόμβες, τα φλογοβόλα κι όλα τα σκατά κατέστρεψαν πολλά περισσότερα από δέντρα και χωριά. κατέστρεψαν και τη σκηνή. Νόμισες ότι το επάγγελμά σου θα γλίτωνε από τη γενική καταστροφή; Δεν υπάρχει πια σκηνή. Δεν υπάρχουν πια φώτα της ράμπας και προβολείς. Στέκεσαι μέσα στον κόσμο. Γι αυτό να είσαι σεμνή. Πες τις λέξεις, δώσε τα δεδομένα, παραμέρισε. Στάσου μόνη. σαν να είσαι στο δωματιό σου. Μην το παίζεις.

Αυτό είναι ένα εσωτερικό τοπίο. Είναι μέσα. Είναι πολύ προσωπικό. Σεβάσου την προσωπική ησυχία του υλικού. Αυτά τα κομμάτια γράφτηκαν στη σιωπή. Το θάρρος του παιχνιδιού είναι να το αρθρώσεις. Η πειθαρχία του είναι να μην το παραβιάσεις. Κάνε το ακροατήριο να νιώσει την αγάπη σου για μια τέτοια ήσυχη συνθήκη, παρ' όλο που αυτή είναι ανύπαρκτη. Να είστε καλές πουτάνες. Το ποίημα δεν είναι σλόγκαν. Δεν μπορεί να σε διαφημίσει. Δεν μπορεί να προωθήσει τη φήμη σου ως ευαίσθητης. Δεν είσαι επιβήτορας. Δεν είσαι η γυναίκα φονιάς. Όλες αυτές οι βλακείες περί γκανγκστερ του έρωτα. Είσατε σπουδαστές της πειθαρχίας. Μην " παίζετε" τις λέξεις. Οι λέξεις πεθαίνουν όταν τις "παίζετε", μαραίνονται και μετά, το μόνο που απομένει είναι η φιλοδοξία σας.

Πες τις λέξεις με την ακρίβεια που θα τσέκαρες έναν κατάλογο πλυντηρίου. Μην αρχίσεις να συγκινείσαι με το δαντελένιο μπλουζάκι. Μην καυλώνεις όταν λες βρακί. Μην αρχίζεις να ανατριχιάζεις με την πετσέτα. Τα σεντόνια δεν πρέπει να σου βγάζουν μιαν ονειροπόλα έκφραση στα μάτια. Δεν υπάρχει λόγος να κλάψεις με τη λέξη μαντίλι. Οι κάλτσες δεν είναι εδώ για να σου θυμίζουν παράξενα και μακρινά ταξίδια. Όλα αυτά είναι απλά η μπουγάδα σου. Είναι μόνο τα ρούχα σου. Μην κάνεις μπανιστήρι μέσα από αυτά. Απλά φόρα τα.

Το ποίημα δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια πληροφορία. Είναι το Σύνταγμα της έσω χώρας. Αν το απαγγείλεις με στόμφο και το φουσκώσεις με ευγενικές προθέσεις, τότε δεν θα είσαι καλύτερη από τους πολιτικούς που τόσο περιφρονείς. Τότε, θα είσαι απλά κάποιος που κουνάει μια σημαία και κάνει την πιο φτηνή έκκληση σ' ένα είδος συναισθηματικού πατριωτισμού. Να σκέφτεσαι τις λέξεις σαν επιστήμη, όχι σαν τέχνη. Είναι μια αναφορά. Είσαι ομιλήτρια σε μια συνεδρίαση του Κλαμπ Εξερευνητών του Ομίλου του Νάσιοναλ Τζεογκράφικ. Αυτοί οι άνθρωποι γνωρίζουν όλα τα ρίσκα της ορειβασίας. Σε τιμούν, παίρνοντας ως δεδομένο ότι τα γνωρίζεις. Αν τους τρίψεις τη μούρη μέσα σ' αυτά, θα είναι σαν να τους προσβάλλεις για τη φιλοξενία τους. Μίλα τους για το ύψος του βουνού, τον εξοπλισμό που χρησιμοποίησες, να είσαι συγκεκριμένη όσον αφορά τις επιφάνειες και το χρόνο που σου χρειάστηκε για ν' ανέβεις. Μη χειριστείς το ακροατήριο για να εκμαιεύσεις κομένες ανάσες κι αναστεναγμούς. Αν γίνεις άξια γι αυτά, αυτό δεν θα οφείλεται στην εκτίμηση που είχες εσύ για το συμβάν, αλλά στη δική τους. Αυτό θα γίνει από τα στατιστικά στοιχεία κι όχι από το τρέμουλο της φωνής σου ή το σκίσιμο του αέρα με τα χέρια σου. Θα γίνει με τα δεδομένα και την ήσυχη οργάνωση της παρουσίας σου.

Απόφυγε τη διάνθιση. Μη φοβηθείς να είσαι αδύναμη. Σου πηγαίνει να 'σαι κουρασμένη. Μοιάζεις ότι θα μπορούσες να συνεχίζεις πολύ ακόμα. Έλα τώρα στην αγκαλιά μου. Για μένα είσαι η εικόνα της ομορφιάς.

Μετ. Λίνα Νικολακοπούλου

Κυριακή 3 Ιουλίου 2011

Πελασγοί

Οι Πελασγοί ήταν παλαιότατοι κάτοικοι της Ελλάδος και εξακολουθούσαν να συνυπάρχουν με τους Έλληνες μέχρι τους ιστορικούς χρόνους. Μαρτυρίες μάς παρέχουν όλοι σχεδόν οι μεγάλοι συγγραφείς της ελληνικής αρχαιότητας (Όμηρος, Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Στράβων, Διόδωρος, Παυσανίας, κ.ά.). Η παρουσία τους μαρτυρείται σχεδόν σε όλα τα μέρη του Ελλαδικού χώρου, ήτοι Ήπειρο, Μακεδονία, Θεσσαλία, Βοιωτία, Αττική, Πελοπόννησο, Κρήτη, νησιά του Αιγαίου, αλλά και στις γύρω σημερινές χώρες.

Οι διάφορες ομάδες των Πελασγών μας έγιναν γνωστές με διαφορετικά ονόματα. Οι πιο γνωστές ομάδες Πελασγών, στον κυρίως Ελλαδικό χώρο, μετά τους Θράκες, κατά τους μελετητές, ήταν οι Κάρες και Λέλεγες, που στα χρόνια της θαλασσοκρατίας της Μινωικής Κρήτης, κατοικούσαν τα νησιά του Αιγαίου, τη Λακεδαίμονα, τα Μέγαρα και ήταν ένα και το αυτό πελασγικό φύλο. Ο Όμηρος μας παραδίδει ότι η Κρήτη που ήξερε, κατοικείτο από πέντε λαούς μεταξύ των οποίων και οι Πελασγοί, ήτοι από τους μεγαλήτορες Ετεοκρήτες, τους Κύδωνες, τους τριχάϊκες Δωριείς, τους δίους Πελασγούς και τους Αχαιούς.

Τις μαρτυρίες των αρχαίων συγγραφέων περί των Πελασγών και της γεωγραφικής διασποράς τους ήρθε να ενισχύσει η μελέτη επιγραφών, διγλώσσων και μη, που ανακαλύφτηκαν τόσο στην κυρίως Ελλάδα, (Λήμνο, Κρήτη), όσο και εκτός Ελλάδος (Ιταλία, Μ. Ασία, Αίγυπτο). Από τη γλωσσική μελέτη των επιγραφών βγήκε το συμπέρασμα ότι οι γνωστοί λαοί της περιοχής, γνωστοί από τους ιστορικούς χρόνους, ήταν Πελασγοί.

Στην Ιταλία: Οι Ετρούσκοι ή Τυρρηνοί, προερχόμενοι μάλλον από τη Λήμνο ή την Λυδία (Ηρόδοτος) και οι Γραικοί των Άλπεων.

Στη Βαλκανική Χερσόνησο πλην του σημερινού Ελλαδικού χώρου: Οι Θράκες και τα ξαδέλφια τους οι Ιλλυριοί, οι Γέτες, οι Δάκες και οι Μοισοί.

Στη Μικρά Ασία: Οι Φρύγες ή Βρύγες ή Βρίγες, οι Μυσοί, οι Λυδοί, οι Λύκιοι, οι Λυκάονες, οι Κάρες, οι Κίλικες, οι Χετταίοι τόσο του Μιτανικού όσο και του Βανικού βασιλείου, Πισιδοί, Παφλαγόνες. Κατά τον Ηρόδοτο οι Κάρες αναγνώριζαν τους Λυδούς και Μυσούς ως αδελφούς. Ο Στράβων μας λέγει ότι ο ιστορικός Φίλιππος ο Θεαγγελεύς, καρικής καταγωγής, είπε ότι η Καρική γλώσσα είχε «πλείστα Ελληνικά ονόματα καταμεμειγμένα».

Στον κυρίως Ελλαδικό χώρο: Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι όλη η Ελλάδα καλείτο πριν Πελασγία, η Θεσσαλία καλείτο Άργος

Πελασγικόν (Όμηρος, Ιλιάδα) και μέρος αυτής Πελασγιώτις, στη Δωδώνη λατρευόταν ο Δωδωναίος Πελασγικός Δίας. Ο Στράβων λέει ότι όλα τα Ηπειρωτικά έθνη ήσαν πελασγικά, Ο Έφορος ο Κυμαίος, αναφέρει ότι οι Αρκάδες ήταν Πελασγοί και η χώρα καλείτο Πελασγιώτις, ο Ευριπίδης αναφέρει ότι πριν από την έλευση του Δαναού, οι κάτοικοι του Άργους καλούντο Πελασγιώτες. Η ιστοριογράφοι της Αττικής αναφέρουν ότι οι πελασγοί κατοικούσαν στην Αττική. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι την Σαμοθράκη κατοικούσαν Πελασγοί και από αυτούς παραλήφθηκαν τα Καβείρια Μυστήρια.

Ο Θουκυδίδης λέει ότι και οι κάτοικοι του Άθω ήσαν επίσης Πελασγοί και μάλιστα Τυρσηνοί Πελασγοί. Ο Αντικλείδης αναφέρει μαρτυρία του Στράβωνος ότι οι Πελασγοί Τυρρηνοί, που πριν κατοικούσαν στην Αττική, κατοίκησαν την Λήμνο και Ίμβρο και μερικοί από αυτούς μαζί με τον Λυδό Τυρρηνό, μετανάστευσαν στην Ιταλία και συνέστησαν το έθνος των Τυρρηνών ή Ετρούσκων.

Ο Όμηρος πάλι μνημονεύει τους Κίλικες, τους όμορους της Τρωάδας, ως Πελασγούς. Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς ονομάζει τους Πελασγούς «γένος Ελληνικόν». Οι Ετεοκρήτες της Κρήτης και οι Κύδωνες εμφανίζονται στους μυθικούς χρόνους να αποικούν την Μ. Ασία.

Ανεξάρτητα λοιπόν από την ύπαρξη ή όχι Πελασγών στον Ελληνικό χώρο, το 1400 π.Χ. έχει διαμορφωθεί, μιλιέται και γράφεται η ελληνική γλώσσα, όπως προέκυψε από την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β΄. Ο Chadwick διατύπωσε την άποψη ότι πρέπει να δεχθούμε ότι η διαμόρφωση της Ελληνικής γλώσσας πρέπει να αναχθεί σε τουλάχιστον τέσσερις με πέντε αιώνες νωρίτερα. Άρα, η όποια σχέση της Ελληνικής και Πελασγικής γλώσσας πρέπει να αναζητηθεί πριν από το τέλος της 3ης χιλιετίας. Όσοι Πελασγοί του κυρίως ελληνικού χώρου, δεν εξελληνίστηκαν στη συνέχεια τελείως, εξακολουθούσαν να μιλούν την αρχαία τους γλώσσα.

Στις αρχές της 2ης χιλιετίας, οι Χετταίοι, στη Μ. Ασία, δημιούργησαν βασίλεια και στη συνέχεια μια τεράστια αυτοκρατορία και μας κληρονόμησαν πολλά γραπτά μνημεία, πολλά από αυτά δίγλωσσα. Οι βασιλιάδες τους, το 1500 π.Χ., αλληλογραφούσαν με τους Αιγύπτιους Φαραώ, σε μια γλώσσα που έχει πλήθος κοινών στοιχείων με την Ελληνική. Το ίδιο συνέβη και με τους Χετταίους βασιλείς του 8ου π.Χ. αιώνα.

Πλησιάζοντας χρονικά περισσότερο στην εποχή μας, οι πελασγικές δίγλωσσες επιγραφές της Λήμνου (6ος αιώνας π.Χ.), της Λυκίας, (6ος π.Χ.), της Αιγύπτου (6ος π.Χ.) στα Καρικά, των Ετεοκρητών και των Ετρούσκων, μαρτυρούν ότι η Πελασγική ομιλείται και γράφεται επίσης και εξακολουθεί να έχει στενή σχέση με την Ελληνική.

Μεγάλη βοήθεια στην μελέτη και κατανόηση της συγγένειας και σχέσης Ελληνικής και Πελασγικής γλώσσας μάς παρέχουν, εκτός από τα Ομηρικά Έπη, το λεξικό του Ησύχιου, που διασώζει πλήθος λέξεων, ο Στέφανος ο Βυζάντιος, καθώς και τα Τσακώνικα, τα Καππαδοκικά και τα Κυπριακά Ελληνικά, τα Βοιωτικά, τα Θεσσαλικά και τα Λακωνικά, που γεφυρώνουν τις δύο γλώσσες. Ο Kretschmer ασχολήθηκε με τις δίγλωσσες Χεττιτικές επιγραφές σε Χεττιτικά και Ασσυριακά.

Ο Sayce, ασσυριολόγος, ασχολήθηκε με τις δίγλωσσες επιγραφές του Βανικού Χεττιτικού βασιλείου (μεταξύ αυτών και η επιστολή του Χετταίου βασιλιά Δουσράτα. Οι Deecke, Pauli, Torp, διακρίθηκαν ως ετρουσκολόγοι. Ο Nachmanson, ασχολήθηκε με τις πελασγικές επιγραφές της Λήμνου, που χρονολογούνται από τον 6 π.Χ. αιώνα. Οι Kockerell, Saint Martin, Grotefend, Yates, Fellows, Sharpe, κ.α. ασχολήθηκαν με τις δίγλωσσες λυκικές επιγραφές (λυκικά–ελληνικά), που είναι και οι πολυπληθέστερες που βρέθηκαν.

Οι Ετεοκρητικές επιγραφές. Ανακαλύφθηκαν στην Κρήτη, στην θέση Πραισός, που κατά μαρτυρία του Στράβωνα ήταν πόλη των Ετεοκρητών. Είναι γραμμένες με το ιωνικό ελληνικό αλφάβητο. Χρονολογούνται από το 600 έως το 400 π.Χ.

Καρικές δίγλωσσες επιγραφές (καρικά-αιγυπτιακά). Ανακαλύφθηκαν στην Αίγυπτο, γραμμένες από Κάρες μισθοφόρους που επικούρησαν τον φαραώ Ψαμμίτιχο να ανακτήσει την εξουσία, γραμμένες περίπου το 590 π.Χ. Με αυτές ασχολήθηκαν οι Lepsius και Sayce.

Οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς υποστήριζαν την άποψη ότι οι Έλληνες προέρχονται από τους Πελασγούς, στους οποίους αναφέρονταν με σεβασμό. Τόσο όμως το εάν οι Έλληνες κατάγονται από τους Πελασγούς όσο και το εάν η ελληνική γλώσσα έχει ως πρόδρομό της την πελασγική γλώσσα, παραμένει ένα θέμα για περισσότερη διερεύνηση, με συνεργασία πολλών επιστημών, τις οποίες θα πρέπει να συνεπικουρήσουν οι αρχαιολογικές έρευνες και τα ευρήματά τους.