Αναγνώστες

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

Παρενθετική αποτοξίνωση




Θ​​α μου συχωρέσουν σήμερα οι αναγνώστες της επιφυλλίδας μια παρατυπία: Aντί να προτείνω συγκεκριμένο θέμα για κοινό προβληματισμό, να τολμήσω μιαν «έκτακτη προσφορά» παρενθετικής αποτοξίνωσης από το λεξιλόγιο και ρεπερτόριο της αγανάκτησης και κατάθλιψης που ζούμε. Eνα περιδιάβασμα, χωρίς ενιαία θεματική, σε σταχυολογημένες από μένα ρήσεις και εκφραστικές «ατάκες» του Oδυσσέα Eλύτη. Nα γεμίσουν τα αφτιά μας και το μυαλό με τη μουσική της ποιητικής του γλώσσας, να γευτούμε τον χαμένο πια ελληνικό λόγο.

Ξεφυλλίζω το βιβλίο του «Eν λευκώ» (στις Eκδόσεις «Iκαρος») – το λογαριάζω βασικό μας εγκόλπιο ελληνικότητας των Nεοελλήνων, δεν έχει το όμοιο του. Eλπίζω να το έχουν διαβάσει οι αναγνώστες μου, όμως, δεν σταματάμε όλοι στις ίδιες εκφραστικές συναρπαγές και αξίζει να συντονιστούμε με την πρόκληση καινούργιων ίσως εκπλήξεων.

Λοιπόν, αντιγράφω:

– «H σκέψη των Iώνων, η πρώτη λυρική φωνή στην ποίηση, η υπακοή του μαρμάρου στο ανθρώπινο χάδι, το τρίγωνο των βουνών κατεβασμένο στο αρχιτεκτόνημα... η αχτίδα της σελήνης, έτσι καθώς μας σημαδεύει απ’ τα βάθη ενός ελαιώνα της Mυτιλήνης, μας επιτρέπει να βρεθούμε πιο κοντά στον εαυτό μας, σ’ εκείνα που αγαπούμε – όττω τις έραται, που έλεγε και η Σαπφώ. Mια ρήση απλή, που πήρε την ισχύ φυσικού νόμου σ’ αυτή την περιοχή κι επέζησε στην ψυχή των νησιωτών, βρίσκοντας χίλιους τρόπους να εκδηλωθεί».

– «Eίναι μέσα στα πιο καθαρόαιμα ελληνικά που ο τιμονιέρης βρίσκει το ζύγι στο πλεούμενό του, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το έβρισκε ο Iκτίνος στον Παρθενώνα. Eίναι σ’ αυτά (στα καθαρόαιμα ελληνικά) που οι ενέργειες π.χ. ενός μεγάλου πολιτικού εγγίζουν την καθαρότητα του πλέον ευγενικού μαρμάρου...»

– «O τρόπος που ένα σύνολο αντιλαμβάνεται τη ζωή αποτυπώνεται και στον τρόπο που μεταχειρίζεται την ύλη, θέλω να πω που την υποτάσσει στις ανάγκες της καθημερινής του ζωής. H περίσσεια, το αδικαίωτο στολίδι, ο μορφασμός, αποτελούν για τον Eλληνα μιαν ύβρη... Προσέχει (ο Eλληνας) να κρατηθεί σε απόσταση από κάθε τι που θα μπορούσε να εκληφθεί σαν εκμετάλλευση δημαγωγική του πόνου: την υπερβολή, το σπάσιμο στην έκφραση, την άμετρη χειρονομία, όλα όσα η ευρωπαϊκή παράδοση καλλιέργησε αργότερα κάτω από διάφορα ψευδώνυμα του ίδιου πάντοτε εξπρεσιονισμού».

– «Λησμονούμε ότι, χωρίς αγαθά υλικά (άλλοτε), ο χώρος ο ανθρώπινος ήτανε τόσο αδειανός που το θαύμα χωρούσε πιο εύκολα. Kι ότι αυτή η «σταματημένη ζωή», όπως την αποκαλούμε σήμερα υποτιμητικά, υπερσκελίζοντας κάθε αίσθημα αστάθειας, βοηθούσε τότε τους ανθρώπους ν’ αντιλαμβάνονται την πρόοδο με τα ποιοτικά και όχι τα ποσοτικά μέτρα· που σημαίνει ότι η διάρκεια, σαν χρυσό νήμα σ’ ένα κέντημα, έδενε περασμένα και τωρινά, ευτελή και πολύτιμα, φυσικά και υπερφυσικά, μ’ έναν τρόπο που δε γίνεται να ξαναγνωρίσουμε ποτέ».

– «(Στο έργο του Παπαδιαμάντη) η αγιοσύνη αποχτάει αφή και η αφή αγιοσύνη... σε τέτοιο βαθμό, που να σου ’ρχεται συχνά, μπροστά στο γυμνό στήθος μιας κοπέλας που περιγράφει, να κάνεις το σταυρό σου... Aυτή η μεγάλης διαφάνειας θαλασσογραφία και μαζί τυπολογία ελληνικής ζωής που άπαξ υπήρξε και που δεν ξεγράφεται με τίποτε· που δεν αποτελεί παρελθόν μήτε παρόν μήτε μέλλον, αλλά την αποτύπωση, σε μιαν ορισμένη ιστορική στιγμή και πάνω σ’ ένα συγκεκριμένο υλικό, μιας σταθερής εκφραστικής που χαρακτηρίζει ανέκαθεν τον Eλληνα και είναι πάντοτε η ίδια».

– «Συμβαίνει να είμαι όχι συμπτωματικά μόνο αλλά και οργανικά Eλληνας· από την άποψη ότι κατοικώ το ίδιο ανάλλαχτο ομηρικό τοπίο και ότι έχω στο αίμα μου τον Πλάτωνα. Aυτός είναι ο λόγος που μ’ έκανε από μιας αρχής να καταδικάζω μέσα μου ολόκληρο το συγκρότημα των εκφραστικών τρόπων που η Aναγέννηση κληροδότησε στον δυτικό μας πολιτισμό».

– «Mιλώ μ’ έναν φανατισμό που δεν είναι παρά σωφροσύνη στον κύβο. Nα ’σαι σκληρός απέναντι στο μέλλον σου μαρτυρεί πόσο τρυφερός είσαι ήδη απέναντι στα στοιχεία που κρυφά προσφέρεις για να το συνθέσουν. Aλλά ποιο μέλλον; Tίνος; Tο απώτερο, το μετά κάθε ιδιώτη μέλλον, που αυτό είναι και το δημόσιο... Mε τον ίδιο τρόπο που σ’ ένα πέτρινο, σχεδόν διάφανο ειδώλιο που λευκάζει κι αναδύεται από τα κύματα συμπίπτουν οι λιγοστές γραμμές της Πάρου ή της Σικίνου και οι πτυχές του μανδύα μιας αγίας Mαρίνας ή μιας Διαμάντως που εναποθέτει λουλούδια στον επιτάφιο.

Περιμένω τον καλλιτέχνη, τον ικανό να στήσει, αποστραγγίζοντας όλο το απόθεμα του θυμητικού μας, το μνημείο στον “άγνωστο ιδιώτη”. Oπως ώς τώρα εστήσαμε σε κάθε γωνιά του τόπου μας κάποιο μνημείο στον “άγνωστο στρατιώτη”. Θα πρέπει να βγαίνει από την κυανή και λευκή Mεγάλη του Γένους Σχολή και ν’ αντανακλά όλο φως πάνω στην πίσσα της Eυρώπης που θάβουμε σήμερα εν όψει μιας άλλης που μοιάζει να γεννιέται. Xωρίς διάκριση. Πάνω στους μέλανες δρυμούς, στα τέρατα της Chartres και του Duomo, τους Kαρτέσιους και τους Kαλβίνους, τους Kαντ και τους Mαρξ, τον Πάπα – Θεός σχωρέσει τους».

– «Eάν η ελληνική ποίηση μπορεί να έχει ενδιαφέρον για τους Eυρωπαίους, είναι στο μέτρο που ίσα ίσα δείχνει πόσο διαφέρει απ’ αυτούς· είναι η μοναδικότητά της, το δακτυλικό της αποτύπωμα, που προσφέρει την ευκαιρία στους διανοητές της Δύσης να κρίνουν και, ώς ένα βαθμό, να καθορίσουν με διαφορετικό τρόπο το ειδικό βάρος του δικού τους πολιτισμού...

...Eίναι αυτά (η διαφορά και μοναδικότητα) που φιλοδόξησαν και επέτυχαν να εκφράσουν οι μεγάλοι μας ποιητές και συγγραφείς, ο Σολωμός, ο Kάλβος, ο Παπαδιαμάντης, ο Σικελιανός, χωρίς ούτ’ ένα γραμμάριο βαλκανικού τύπου να παρεισφρέει στα γραπτά τους, όπως ο πρώτος τυχών χημικός της ψυχής θα μπορούσε να το διαβεβαιώσει. Kαι να μην παραλείψουμε να προσθέσουμε, κοντά σ’ αυτά τα ένδοξα τέκνα, τον “κοσμοπολίτη” Γιώργο Σεφέρη, που η πιο μεγάλη του αρετή, ακριβώς, ήταν ότι δε φράγκεψε αλλ’ αφέθηκε, κατά την ομολογία του, να σιγοκαίγεται από τον καημό της Pωμιοσύνης».

– «Πολύ συχνά, μερικές έννοιες που βρίσκονται η μία στον αντίθετο πόλο της άλλης, όπως η απλότητα και η απλούστευση ή η λιτότητα και η φτώχεια, στην αντίληψη των περισσοτέρων γειτονεύουν και συγχέονται. Xρειάζεται ο ιχνευτής ο ικανός ν’ αναγνωρίσει το καίριο, ακριβώς όπως ο ειδικός το θαυματουργό φυτό ανάμεσα στα μυριάδες άχρηστα χορτάρια».

– «Nέε, θυμήσου: δεν γίνεσαι δούλος όταν σε υποτάσσει μόνον αυτός που έχει την εξουσία – αλλά κι εκείνος που την πολεμάει».

Πάντοτε θαρραλέα επίκαιρος ο Oδυσσέας Eλύτης.

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

Το ραγισμένο δοχείο

Το ραγισμένο δοχείο: Ένας όμορφος μύθος με ένα σημαντικό μήνυμα!

Το ραγισμένο δοχείο: Ένας όμορφος μύθος με ένα σημαντικό μήνυμα!
 FacebookTwitter Google
Ένας μύθος που μας υπενθυμίζει ότι κανείς δεν είναι τέλειος, όλοι έχουμε αδυναμίες αλλά και δυνατότητες, αρκεί να τις εκμεταλλευτούμε σωστά.
Μια γριά Κινέζα γυναίκα κουβαλούσε νερό με δύο μεγάλα δοχεία κρεμασμένα από τους ώμους της. Το ένα δοχείο ήταν άψογο και μετέφερε πάντα όλη την ποσότητα νερού που έπαιρνε. Το άλλο είχε μια ρωγμή και στο τέλος της μακριάς διαδρομής από το ρυάκι στο σπίτι, έφθανε μισοάδειο.
Έτσι για δύο ολόκληρα χρόνια η γριά κουβαλούσε καθημερινά μόνο ενάμισι δοχείο νερό στο σπίτι της. Φυσικά το τέλειο δοχείο ένοιωθε υπερήφανο που εκπλήρωνε απόλυτα και τέλεια το σκοπό για τον οποίο είχε κατασκευαστεί. Το ραγισμένο δοχείο ήταν δυστυχισμένο, που μόλις και μετά βίας μετέφερε τα μισά από αυτά που έπρεπε, ένοιωθε ντροπή για την ατέλεια του.
Ύστερα από δύο χρόνια δεν άντεχε πια την κατάσταση αυτή και αποφάσισε να μιλήσει στη γριά.
«Ντρέπομαι τόσο για τον εαυτό μου και θέλω να σου ζητήσω συγγνώμη».
«Μα γιατί;» ρώτησε η γριά. «Για ποιο λόγο νιώθεις ντροπή;»
«Ε, να.. Δύο χρόνια τώρα μεταφέρω μόνο το μισό νερό λόγω της ρωγμής μου και εξαιτίας μου κοπιάζεις άδικα κι εσύ».
Η γριά χαμογέλασε:
«Παρατήρησες ότι στο μονοπάτι υπάρχουν λουλούδια μόνο στη δική σου πλευρά και όχι στη μεριά του άλλου δοχείου; Πρόσεξα την ατέλειά σου και την εκμεταλλεύτηκα. Φύτεψα σπόρους στην πλευρά σου και εσύ τους πότιζες. Δύο χρόνια τώρα μαζεύω τα άνθη και στολίζω το τραπέζι μου. Αν δεν ήσουν εσύ αυτή η ομορφιά δε θα λάμπρυνε το σπίτι μου».
Βέβαια δεν ήταν η ατέλεια του δοχείου που το έκανε ξεχωριστό αλλά η ιδιαίτερη ικανότητα της γυναίκας εκείνης να διακρίνει και να χρησιμοποιήσει την αδυναμία του.
Ο καθένας μας έχει τις “ρωγμές” του και τις “αδυναμίες” του που μπορούν ακόμη κι αυτές να γίνουν χρήσιμες και να ομορφύνουν τη ζωή μας. Κάθε “ρωγμή” μπορεί να κάνει τη ζωή μας πιο πλούσια και πιο ενδιαφέρουσα αρκεί να βρει κάποιος την ομορφιά που μπορεί να δώσει η ατέλειά μας.
“Ραγισμένοι” φίλοι, μην ξεχνάτε να σταματάτε στην άκρη του δρόμου και να απολαμβάνετε το άρωμα των λουλουδιών που φυτρώνουν στη μεριά σας. Αν ο καθένας μας μετέτρεπε, σαν τη γριά γυναίκα της ιστορίας μας, τις ατέλειες του διπλανού του σε κάτι χρήσιμο και όμορφο σίγουρα ο κόσμος μας θα γίνονταν πολύ καλύτερος!
Πηγή: entypwsiako.com/ |  

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Πρωτεσίλαος: Ο πρώτος πεσών Έλληνας στα χώματα της Τροίας










Στον Τρωικό Κύκλο της Ελληνικής Μυθολογίας...
ο Πρωτεσίλαος αναφέρεται ως βασιλιάς της Θεσσαλίας, γιος του Ιφίκλου και της Αστυόχης.Το βασίλειο ( Φθιώτις Αχαΐα), του Πρωτεσίλαου εντοπίζεται στα όρια της σημερινής επαρχίας του Αλμυρού.


Ο Πρωτεσίλαος μνημονεύεται ως ένας από τους μνηστήρες της Ωραίας Ελένης και ως τέτοιος έλαβε μέρος στην εκστρατεία κατά της Τροίας με 40 πλοία επικεφαλής των Θεσσαλών των πόλεων Φυλάκης, Ανδρώνας Πυράσου και Πτελεού.Σύμφωνα με άλλες παραδόσεις, είχε συμμετάσχει και στην πρώτη εκστρατεία των Ελλήνων, στη Μυσία.


Αφήνοντας πίσω τους το νησί Τένεδος, οι Αχαιοί έφτασαν επιτέλους στο ακρογιάλι της Τροίας. Η Τροία, γνωστή ως Ίλιον, ήταν ένα μέρος φονικότατων μαχών, το οποίο προστάτευε ο θεός Απόλλωνας με το ασημένιο του τόξο. Είχε πάρει το όνομά της από τον Ίλο, γιο του Τρώα, ο οποίος είχε κτίσει τα απόρθητα κάστρα που το περιέβαλλαν. Υπήρξε ο πρώτος που σκοτώθηκε στον Τρωικό Πόλεμο από την πλευρά των πολιορκητών.


Λέγεται μάλιστα ότι είχε δοθεί χρησμός ότι ο πρώτος που θα έβγαινε από τα πλοία κατά την άφιξη του στόλου στην Τροία θα σκοτωνόταν και ο Πρωτεσίλαος δέχθηκε να βγει αυτός πρώτος γνωρίζοντας τον συγκεκριμένο χρησμό. Μάλιστα κατά τη μεταγενέστερη παράδοση το αρχικό του όνομα ήταν Ιόλαος και για την «ακραία» του αυτή προθυμία μετονομάσθηκε σε «Πρωτεσίλαο».


Όταν λοιπόν έφτασαν στα παράλια,κανείς τους, όμως, δεν τολμούσε να αποβιβαστεί και να πατήσει το πόδι του στην τρωική γη, γιατί όλοι τους ήξεραν την προφητεία της Θέτιδας ότι ο πρώτος Αχαιός που θα πατούσε τη γη της Τροίας θα πέθαινε αμέσως. Ο Οδυσσέας, πολυμήχανος όπως πάντα, πέταξε την ασπίδα του και μετά πήδηξε πάνω της, επιτυγχάνοντας να μην πατήσει στο τρωικό χώμα. Ξεθαρρεύοντας, ο αρχηγός των Θεσσαλών, Πρωτεσίλαος, πήδηξε δεύτερος, νομίζοντας ότι ο χρησμός θα επαληθευόταν με το θάνατο του Οδυσσέα. Τρίτος ακολούθησε ο Αχιλλέας και μετά οι υπόλοιποι.


Ο Πρωτεσίλαος πολέμησε γενναία και σκότωσε αρκετούς από τους Τρώες που είχαν μαζευτεί για να δυσκολέψουν τους Αχαιούς κατά την αποβίβαση. Λίγο αργότερα, όμως, έπεσε νεκρός από το χέρι του Έκτορα, για να επαληθευτεί ο χρησμός που σωστά είχε ερμηνεύσει ο Οδυσσέας.


Ο θάνατος του Πρωτεσίλαου, γιου του Ίφικλου, βασιλιά της Φυλακής της Θεσσαλίας, λύπησε πολύ τους Αχαιούς, γιατί ήταν σ’ όλους γνωστό πως ο Πρωτεσίλαος έφυγε για την Τροία την επόμενη μέρα του γάμου του με τη Λαοδάμεια, κόρη του Άκαστου.





Πριν από την αναχώρησή του από την Ελλάδα, ο Πρωτεσίλαος είχε πάρει ως σύζυγό του τη Λαοδάμεια (στα «Κύπρια έπη» ως σύζυγός του μνημονεύεται η Πολυδώρα, κόρη του Μελεάγρου). Οι θεοί λυπήθηκαν τη Λαοδάμεια για τη χηρεία της και τον έφεραν πίσω από τον Άδη για να τον δει. Εκείνη χάρηκε πάρα πολύ, νομίζοντας ότι ο Πρωτεσίλαος είχε επιστρέψει από την Τροία, αλλά όταν οι θεοί τον πήγαν πάλι στον Κάτω Κόσμο, ήταν απαρηγόρητη.


Παράγγειλε και της έφτιαξαν ένα μπρούτζινο άγαλμά του, και αφοσιώθηκε σε αυτό. Ο πατέρας της ανησύχησε με τη συμπεριφορά της και διέταξε την καταστροφή του αγάλματος, αλλά τότε η Λαοδάμεια έπεσε στη φωτιά και κάηκε μαζί με το άγαλμα.





Μετά τον θάνατό του, ο Πρωτεσίλαος λατρευόταν ως ήρωας στον Ελεούντα της Χερσονήσου (Θράκη), όπου βρισκόταν και ο «τάφος» του, του οποίου τα αφιερώματα λεηλατήθηκαν κατά τους περσικούς πολέμους (5ος αι. π.Χ.), αλλά οι Έλληνες τελικώς συνέλαβαν και εξετέλεσαν τον σατράπη που τα λεηλάτησε και επέστρεψαν τον θησαυρό στη θέση του.


Ο τάφος αναφέρεται μετά όταν πέρασε από εκεί ο Μέγας Αλέξανδρος στην αρχή της εκστρατείας του κατά των Περσών, οπότε και προσέφερε θυσία πάνω στον τάφο ελπίζοντας να αποφύγει τη μοίρα του Πρωτεσιλάου όταν θα πρωτοπατούσε το πόδι του στην Ασία.


Ο Φιλόστρατος το περιγράφει στις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα, γράφοντας ότι υπήρχε εκεί ένα άγαλμα του Πρωτεσιλάου «ιστάμενο σε βάση παρόμοια με την πλώρη πλοίου». Αναφέρονται και νομίσματα του Ελεούντα από τη ρωμαϊκή εποχή με παρόμοια αναπαράσταση.


arxaiaellinika.wordpress

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ 4 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1843







 Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης δεν πέθανε από εχθρικό βόλι σε κάποια απ' τις τόσες μάχες που έδωσε. Ούτε στην λαιμητόμο όπου τον είχαν καταδικάσει οι δικαστές της κυβερνήσεως του
Κωλέττη, ούτε στο υγρό και σκοτεινό κελί του φρουρίου του 
Ναυπλίου, όπου πέρασε 6 μήνες φυλακισμένος.
Πέθανε στο σπίτι του στην Αθήνα, ανώδυνα, ειρηνικά και ανεπαίσχυντα, όπως εύχεται ή Εκκλησία μας, από εγκεφαλική συμφόρηση.
Ιδού πώς: 
Την βραδιά του θανάτου του ήταν προσκεκλημένος στον Βασιλικό χορό του Παλατιού. Εκεί χόρεψε, έφαγε και ήπιε περισσότερο απ' ότι συνήθιζε, ευτυχής καθώς ήταν, αφού προ δύο ήμερων είχε παντρέψει το μικρότερο παιδί του, τον Κωνσταντίνο (Κολίνο). Μετά τον χορό γύρισε σπίτι του, το όποιο βρισκόταν πολύ κοντά στα Παλάτι, την σημερινή Βουλή των Ελλήνων.
"Έπαθε αποπληξία (τον βρήκε κόλπος όπως λένε) κατά τον ύπνο, "κατά την 4η ώρα της νύκτας". Δεν μπορούσε να κουνηθεί ούτε να μιλήσει, και μετά βίας ανέπνεε. Αν και ήρθαν οι καλύτεροι γιατροί της εποχής, δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτε περισσότερο απ' το να παρατείνουν τις στιγμές του. Τον φλεβοτόμησαν και του έβαλαν βδέλλες (αφαίμαξη), χιόνι στην κεφαλή, καταπλάσματα από σιναπόσπορο στα πόδια.
Η τελευταία του κουβέντα ήταν αυτή προς το παιδί του τον Γενναίο: "σου αφήνω τόσους φίλους, όσα φύλλα έχουν τα κλαριά, και φρόντισε να τους φυλάξεις".
Πέθανε σε ηλικία 73 ετών, στις 04/02/1843 και "ώρα 11η" πρωινή".
Όλα τα μαγαζιά και τα εργαστήρια της Αθήνας έκλεισαν και πλήθος κόσμου συνέρεε στο σπίτι του. Οι παλαιοί συναγωνιστές του τον καταφιλούσαν και έκλαιγαν με αναφιλητά. Κηρύχθηκε τριήμερων δημόσιο πένθος. 



 
Τον νεκρό τον έντυσαν με την στολή του Αντιστράτηγου, του έζωσαν τα σπαθί, του φόρεσαν τσαρούχια, τον απίθωσαν στα φέρετρο και έβαλαν κάτω από τα πόδια του μία τουρκική σημαία. Στο ένα του πλάγιο έβαλαν τον ασημένιο του θώρακα, ενώ στο άλλο την περικεφαλαία του και τις σπαλέτες. Στα πόδια του μάλιστα τοποθέτησαν την τούρκικη σημαία. Η πολεμική αυτή εξάρτυση του Κολοκοτρώνη βρίσκεται σήμερα στα Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών, όπου και μεταφέρθηκε, ασφαλώς μετά την εκταφή των οστών με σκοπό την ανακομιδή τους εις την Τρίπολη. 

  
  
Η πομπή κατέβηκε από την οδό Ερμού, και μπαίνοντας στην οδό Αίολου έφτασε στον ναό της Αγ. Ειρήνης, όπου εψάλη ή νεκρώσιμη ακολουθία. Γύρω από την νεκροφόρα κατά την πορεία της προς την Αγία Ειρήνη ήσαν: Ο πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας Κουντουριώτης, ο Αντιστράτηγος Τσώρτς, ο Υποστράτηγος Τζαβέλλας, ο Υποστράτηγος Γιατράκος, οι Συνταγματάρχες Πλαπούτας και Μακρυγιάννης, οι σύμβουλοι επικρατείας Δεληγιάννης και Παλαμήδης. Επίσης ακολουθούσαν οι επώνυμοι της εποχής και πλήθος κόσμου. Ήταν τόσος ο λαός που όταν ή αρχή της πομπής έμπαινε στην Εκκλησία, ή ουρά της πομπής δεν είχε μπει ακόμα στην αρχή της Έρμου.
Τον επικήδειο λόγο εκφώνησε μία μεγάλη μορφή των γραμμάτων της εποχής, ο εκκλησιαστικός ρήτορας και συγγραφέας Κων. Οικονόμου των έξ Οικονόμων. Έπειτα ή πομπή, περνώντας ξανά από το παλάτι, έφτασε στο Α' νεκροταφείο.
Ιατρική πλευρά: 
Τα συμπτώματα πού μας παραδίδουν οι ιστορικοί της εποχής, δείχνουν ότι ο Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό, είτε αιμορραγικό είτε θρομβωτικό. Ο Κολοκοτρώνης ήταν 73 ετών, τα αγγεία του εγκεφάλου του - με την φθορά του χρόνου - θα είχαν πάθει σκλήρυνση (αρτηριοσκλήρυνση), δηλαδή θα ήταν σκληρά, άκαμπτα και εύθραυστα, και δεν θα άντεχαν σε μεγάλη αύξηση της αρτηριακής πιέσεως.
Απ' την άλλη μεριά, το κρασί πού κατανάλωναν οι Έλληνες εκείνης της εποχής ήταν ασφαλώς πολύ, και ο Κολοκοτρώνης στους γάμους του παιδιού του ήπιε πολύ παραπάνω απ' το συνηθισμένο. Το πολύ οινόπνευμα όμως συμβάλλει στην αύξηση της πιέσεως και σε χρόνια κατανάλωση αλλά και κάθε φορά πού πίνουμε. Όποτε, αν είχε και υπέρταση από πριν, το κρασί πού κατανάλωσε ο Κολοκοτρώνης εκείνη την βραδιά, μάλλον συνέβαλε στο να αυξηθεί ακόμη περισσότερο ή πίεση του. Ίσως τα αγγεία του να μην άντεξαν την αυξημένη πίεση του αίματος με συνέπεια την ρήξη τους και την εγκεφαλική αιμορραγία. Είτε ή υπέρταση να είχε ως αποτέλεσμα να σχηματισθεί θρόμβος σε κάποιο αγγείο του εγκεφάλου, έχοντας ως συνέπεια την μη τροφοδότηση του εγκεφάλου με αίμα (ισχαιμία του εγκεφάλου).
Επίσης ο Γέρος έφαγε πολύ εκείνη την βραδιά. Αυτό σημαίνει πώς ή πέψη του επιβαρύνθηκε πολύ. Κατά την πέψη αρκετό αίμα φεύγει από την κυκλοφορία -και τον εγκέφαλο- και πηγαίνει στο έντερο, γεγονός το όποιο σ' έναν ηλικιωμένο οργανισμό, πού χρειάζεται κάθε δυνατή εφεδρεία, επιφέρει μεγάλο πρόβλημα. Εάν υπήρχε ελαττωματική αιμάτωση του εγκεφάλου του Κολοκοτρώνη, το πλούσιο αυτό γεύμα επέτεινε την εγκεφαλική ισχαιμία.
Επί πλέον δε και ή μεγάλη χαρά του Γέρου μπορεί να συνέβαλε στον θάνατο του, καθώς δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, κατά τις όποιες πέθαναν άνθρωποι ευρισκόμενοι σε χαρά, όπως εκείνος ο Διαγόρας ο αρχαίος, ο οποίος πέθανε υπό τις επευφημίες των θεατών του σταδίου, όταν οι 3 γιοι του νίκησαν στην Ολυμπία.
Τι απέγιναν τα οστά του Κολοκοτρώνη: 
Τα οστά του Κολοκοτρώνη βρίσκονται στην Τρίπολη από τις αρχές του αιώνα. Πριν, βρίσκονταν στην Αθήνα στο Α' Νεκροταφείο, αλλά ο Ελευθέριος Βενιζέλος φρόντισε για την μεταφορά τους στην Τρίπολη (κατόπιν αιτήματος των Αρκάδων), συνοδεύοντας μάλιστα ο ίδιος την μεταφορά τους, αποδίδοντας έτσι τιμή στον ελευθερωτή του Γένους μας. Το 1971 στην πλατεία του Άρεως στην Τρίπολη στήθηκε ανδριάντας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Και από το 1993 τα οστά ευρίσκονται στην βάση του μνημείου αυτού, σε ειδική κρύπτη. 
ΥΠΟΔΟΧΗ ΟΣΤΩΝ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΠΟΛΗ 
 
Το μνημείο απεικονίζει τον Γέρο του Μοριά καβάλα πάνω σε άλογο. Και στο δημοτικό τραγούδι των Κολοκοτρωναίων απεικονίζεται η γενιά του, περήφανη, να μετακινείται, συνεχώς ευρισκόμενη πάνω σε άλογο.
...καβάλα παν' στην Εκκλησιά, καβάλα προσκυνάνε,
καβάλα παίρνουν αντίδωρο απ' του παπά το χέρι...
και δεν καταδέχονται τη γης να την πατήσουν...   

  




Ο ΤΑΦΟΣ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ ΣΤΟ Α ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Η ΑΜΑΞΟΣΤΟΙΧΊΑ ΜΕ ΤΑ ΟΣΤΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ 


Η ΦΥΛΑΚΗ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ


ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΡΙΠΟΛΕΩΣ ΥΠΟΔΟΧΗ ΟΣΤΩΝ Θ.ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ





http://ektimotheou.blogspot.gr/2013/02/4-1843.html

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Ιερόν του Διός - Λύκαιον Όρος, Αρκαδία


Ο τόπος που πρωτοεμφανίστηκε ο θρύλος περί Λυκανθρώπων
Sanctuary of Zeus - Mount Lykaion, Arcadia
Mount Lykaion is the first in the world to appear on the werewolf legend.
LYKAON (Lycaon) was an early king of Arkadia who lived in the time before the Great Deluge. He sought to test the divinity of Zeus by serving the god a slaughtered child--either his son Nyktimos (Nyctimus), his grandson Arkas (Arcas), or a Molossian captive. Zeus was furious and overturning the table, destroyed the fifty sons of Lykaon with lightning-bolts, and transformed the king into a wolf.
Κέιμενο Στέφανου Μυτιληναίου
'' Η εικόνα του μεταλλαγμένου ανθρώπου σε λύκο, ο οποίος τριγυρνά τις νύχτες με πανσέληνο και σκοτώνει, καθοδηγούμενος από την δίψα του για αίμα ανυπεράσπιστα θύματα κι όλα αυτά εξαιτίας των δυνάμεων του σκότους (sic), είναι η «χολυγουντιανή» έκδοση του Λυκάνθρωπου που φυσικά δεν ανταποκρίνεται στην αρχική σημασία του συμβολισμού.
Στα αρχαία Ελληνικά μυστήρια και ιδίως σ’ εκείνα που είχαν τις ρίζες τους (ή τελούνταν) στην Αρκαδία, Λυκάνθρωποι αποκαλούνταν οι υψηλόβαθμοι μύστες που συμμετείχαν στις ηλιακές τελετές του αστέρα Σείριου, του αστερισμού του Κυνός (Σκύλου).
Σύμφωνα με την αρκαδική παράδοση που μας διασώζει ο Παυσανίας στα «Αρκαδικά» του, ο πρώτος Λυκάνθρωπος ήταν ο Λυκάων, γιος του Πελασγού και βασιλιάς της χώρας που ονομάστηκε από τον εγγονό του Αρκάδα σε Αρκαδία:
«…ο Λυκάων όμως έφερε πάνω στο βωμό του λύκαιου Δία ανθρώπινο βρέφος και θυσίασε το βρέφος για να βρέξει το βωμό με το αίμα. Λένε πως ο ίδιος ευθύς μετά την θυσία έγινε λύκος. προσωπικά δέχομαι ως αληθινή την παράδοση αυτή, γιατί υπάρχει από παλαιά στους αρκάδες και γιατί επί πλέον είναι εύλογη (…) Σ’ όλες τις εποχές συμβαίνει πολλά που πραγματικά έγιναν κι άλλα που ακόμα και τώρα γίνονται να τα κάνουν απίστευτα στους πολλούς εκείνοι που γύρω από ένα πυρήνα αληθείας δημιουργούν περίβλημα ψεύτικο. λένε δηλαδή πως μετά τον Λυκάονα πάντοτε όποιος θυσιάσει για τον λύκαιο Δία γίνεται λύκος, αλλά όχι για όλη του την ζωή. αν το καιρό που είναι λύκος δεν φάει ανθρώπινο κρέας, ξαναγίνεται άνθρωπος κατά το δέκατο έτος, άν όμως φάει, μένει για πάντα θηρίο» (Παυσανίας, «Αρκαδικά», VIII, 2, 3-3, 1).
Τα στοιχεία που μας δίνονται μέχρι στιγμής από το απόσπασμα αυτό είναι δύο: α) ότι μαρτυρείται ανθρωποθυσία σε προϊστορική εποχή, και β) ο τελών την θυσία αυτή βασιλιάς Λυκάων, τιμωρείται για την ύβρη του απέναντι στον Δία και μεταμορφώνεται σε λύκο. Βεβαίως, το ότι όλα συμβαίνουν κατά την διάρκεια τελετής από έναν βασιλέα αρχιερέα είναι το στοιχείο που μας αποκαλύπτει την μυητική διάσταση του πράγματος.
Έύλογα, όμως είναι και τα ερωτήματα που προκύπτουν: Γιατί, δηλαδή, ο ιερουργός – μύστης μεταμορφώνεται συγκεκριμένα σε λύκο (κι όχι σε κάποιο άλλο αγρίμι) και μάλιστα ύστερα από προσφορά που γίνεται επί του βωμού του λυκαίου Δία από ένα βασιλιά που ονομάζεται Λυκάων; Το συνθετικό «λυκ» που εμφανίζεται κυρίαρχο στην εξέλιξη του μύθου μέσα από ονόματα και επίθετα (και μόνο τυχαίο δεν είναι) ποια πληροφορία μας κωδικοποιεί;
Ας τα πάρουμε τα πράγματα, λοιπόν, με την σειρά. Ενώ βλέπουμε ότι σύμφωνα με την παράδοση η θυσία του βρέφους είναι αυτή που προκαλεί την μεταμόρφωση σε λύκο, στην συνέχεια αναφέρεται ότι αυτό μπορεί να συμβεί στον οποιοδήποτε που θα θυσιάσει στον λύκαιο Δία, χωρίς βεβαίως να είναι ανάγκη να θυσιαστεί βρέφος, δηλαδή άνθρωπος.
Για την ακρίβεια, ο τελετουργικός φόνος ανθρώπου είναι αδιανόητος όπως προκύπτει και από το κείμενο, αφού σε άλλο σημείο ο Παυσανίας γράφει ότι ο σύγχρονος του Λυκάωνα, Κέκροπας, θέσπισε να προσφέρονται στον ίδιο θεό ως θυσία γλυκίσματα «που τα ονομάζουν πελάνους» και απαγόρεψε την θυσία εμβίων όντων. Αμφότεροι οι δύο βασιλείς κατά τον Παυσανία, επιθυμούσαν δε να θεσπίσουν τους σωστότερους τρόπους για να λατρεύονται οι θεοί.
Άρα, η αναφορά σε θυσία ανθρώπου και μάλιστα βρέφους εφ’ όσον ήταν αδιανόητη για τους λάτρεις του Διός όπως μαρτυρά και ο Πλούταρχος στα «Ηθικά» και συγκεκριμένα στο σύγγραμα «Περί Δεισιδαιμονίας», προφανώς αποτελούσε την τρομερή φήμη που κρατούσε μακρυά τους βέβηλους από τις μυστηριώδης τελετές των «Λύκων της Αρκαδίας».
Η όλη ιστορία της ανθρωποθυσίας πρέπει να έχει τις ρίζες της στην εποχή που ο Κρόνος ήταν οικουμενικός άρχοντας αφού, σύμφωνα με τον Πλούταρχο, η Κρόνια λατρεία ήταν εκείνη που απαιτούσε ανθρωποθυσίες. Μάλιστα τόσο από τον Πλούταχο όσο και από τον Απίωνα πληροφορούμαστε ότι ανθρωποθυσίες τελούσαν οι Φοίνικες και οι Ιουδαίοι, μάλιστα οι λαοί αυτοί λάτρευαν τον Κρόνο, τον Τυφώνα (Σέτ ή Σεθ) και τους υπόλοιπους Τιτάνες, αντίθετα με τους Έλληνες που απέδιδαν τιμές τους Ολύμπιους.
Είπαμε, λοιπόν, ότι το μυστικό κρύβεται στο συνθετικό «λυκ». Ανατρέχοντας στο λεξικό «Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσης, Ι. Σταματάκου», και στο λήμα «ΛΥ΄ΚΗ», διαβάζουμε:
«ΛΥ΄ΚΗ (=φως), απηρχαιωμένη λέξις, εξ ης τα: λυκάβας, λυκόφως, λύχνος, λύγδος λευκός, λατ. Luceo, luna (luc-na), lux κλπ. ».
Βλέπουμε, ότι η σημασία του «λυκ» είναι εκείνη του φωτός και μάλιστα του ηλιακού ή αστρικού. Έτσι, ο αστέρας Σείριος που ονομαζόταν και Εωσφόρος στα λατινικά θα πάρει το όνομα «Lucifer» για να καταλήξει να θεωρείται από τους Χριστιανούς ο «έκπτωτος Άγγελος» που αντιμάχεται τον θεό τους.
Βεβαίως, τώρα μπορούμε να αρχίσουμε σιγά σιγά να αποκωδικοποιούμε τους αρκαδικούς συμβολισμούς. Έτσι, ο Λυκάνθρωπος σημαίνει και ο «φωτεινός άνθρωπος», εκείνος που φέρει την μύηση του αστέρα Σείριου. Ως σύμβολο, υιοθετείται ο άγριος σκύλος, ο λύκος. Ας μην λησμονούμε εξάλλου ότι ο Σείριος ήταν ο σκύλος του Ωρίωνα όπως μαρτυρεί και ο Όμηρος:
«εκείνον που κύνα του Ωρίωνος αποκαλούν» (Όμηρος, Ιλιάς, Ραψωδία Χ, στίχος 30).
Αλλά και η ονομασία Αρκαδία, καθόλου τυχαία δεν είναι. Το συνθετικό «αρκ» στα σανσκριτικά έχει την σημασία του «φωτεινού, του φέροντος το φως του ηλίου». Το «αρκ» γίνεται και «αργ», ρίζα στις λέξεις άργυρος, αργοναύτες, Αργώ, Άργος κ.α. Ο άργυρος έχει απόλυτη σχέση με τον Σείριο διότι το χρώμα του αστέρα αυτού είναι το αργυρό, λευκό. Όμως, όπως μας πληροφορεί το λεξικό «Σταματάκου» η λέξη «λευκός» παράγεται από το «λύκη». Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η παράδοση αυτή είναι ένας κύκλος κωδικοποιημένων εννοιών που μόνο μέσα από την ελληνική γλώσσα και την αστρονομία μπορούμε να συμπληρώσουμε το «παζλ».
Γιατί, όμως, ο Σείριος έχει ως σύμβολο του τον σκύλο και γιατί ονομάστηκε Αστερισμός του Μεγάλου Κυνός; Την απάντηση δίνει ο αρχιερέας των Δελφών Πλούταρχος στο γνωστό έργο του «Περί Ίσιδος και Οσίριδος»:
«… έχει ο Άνουβις τέτοια δύναμη όση η Εκάτη στους Έλληνες… (…) Για τούτο, καθώς γεννά τα πάντα από μόνος του και κυοφορεί (κύων) επονομάζεται σκύλος (κύων)» (368 E&F).
Ενώ μερικές αράδες παρακάτω, ο Πλούταρχος επαναλαμβάνει:
«Το όνομα τούτο σημαίνει την εγκυμοσύνη ή την κυοφορία. Για τούτο με παραφθορά του ονόματος «κύων» ονόμασαν το άστρο που θεωρούσαν χαρακτηριστικό της Ίσιδος» (375 D).
Ο Πλούταρχος εξηγεί ότι ο κώδικας έχει να κάνει με παρετυμολογία της λέξης «κύων», αφού ο ίδιος θεωρεί τον Σείριο μία ουράνια μήτρα, μία παρθένα Μεγάλη Θεά που κυοφορεί από μόνη της και οι Αιγύπτιοι έβλεπαν στο πρόσωπο της την Ίσιδα οι δε Έλληνες την Αθηνά. Γι’ αυτό τον λόγο εξάλλου, στον Παρθενώνα της Αθήνας στις 24 Ιουλίου, ημερομηνία όπου εορταζόταν η γέννηση της θεάς Αθηνάς, ο Σείριος ευθυγραμμίζεται με τον σηκό του ναού.
Στην Αρκαδία όπου οι αρχαίες παραδόσεις διατηρούνταν στο ακέραιο, οι μύστες προφανώς έφεραν τομάρια λύκων συμβολικά για να τονίσουν την ηλιακή σημασία των τελετών που πρωτοστατούσαν. Οι αμύητοι τους έβλεπαν ως ανθρώπους – λύκους αγνοώντας φυσικά την ουσιαστική σημασία της αμφίεσης τους. Όπως και ο ιεροφάντης της Ελευσίνας φορούσε τομάρι Κριού, διότι ο Κριός ήταν ένα άλλο ηλιακό σύμβολο κατά την ζωδιακή εποχή του οποίου, ο Ήλιος ήταν στον Κριό. Αναλόγως παλαιότερα, κατά την αστρολογική εποχή του Ταύρου έχουμε τον αρχιερέα Μινώταυρο που μυεί εντός του λαβυρίνθου της Κνωσσού.
Επίσης, σημαντική είναι η εμπλοκή στην όλη ιστορία του Ανούβεως και της Εκάτης που σε πολλές παραστάσεις ήταν σκυλόμορφη. Ο Άνουβις δε ήταν ο κατεξοχήν σκυλόμορφος θεός των Αιγυπτίων. Η αιγυπτιακή θρησκεία, όμως, σύμφωνα με τον Πλούταρχο στο «Περί Ίσιδος και Οσίριδος» ήταν ελληνικής καταγωγής, πράγμα που ομολογεί και ο Ορφέας στα «Αργοναυτικά» του όπου ισχυρίζεται ότι εκείνος δίδαξε τα ιερά μυστήρια στους Αιγυπτίους.
Έτσι, αντιλαμβανόμαστε ότι η σειριακή αιγυπτιακή θρησκεία εδώθη στους Αιγυπτίους από τους προκατακλυσμιαίους Έλληνες, πράγμα που προκύπτει και από τον «Τίμαιο» του Πλάτωνα, από τα «Αιγυπτιακά» του Μανέθωνος αλλά και από τον Διόδωρο τον Σικελιώτη.
Η επιβεβαίωση για την σχέση Σείριου και Κυνοκέφαλων μας δίνεται όμως, στο παρακάτω απόσπασμα από την "Αληθινή Ιστορία" του Λουκιανού, εκεί που περιγράφει τα στρατεύματα των συμμάχων του Ήλιου:
"Κοντά τους ήσαν οι Κυνοβάλανοι, που τους στείλανε στον Φαέθωνα οι κάτοικοι του Σείριου, κι' ήσαν κι' αυτοί πέντε χιλιάδες άντρες σκυλομούρηδες, που πολεμούσαν καθισμένοι επάνω σε φτερωτά βελανίδια" (Λουκιανός, "Αληθινή Ιστορία", Α 83).
Από την άλλη ο Ηρόδοτος αναφέρει μία φυλή Σκυθών, τους Νευρούς οι οποίοι είχαν ανάλογες τελετές:
«Αυτοί είναι ίσως οι Νευροί που είναι μάγοι και αυτό γιατί και οι Σκύθες και οι Έλληνες που ζουν στη Σκυθία λένε ότι μία φορά τον χρόνο, κάθε Νευρός γίνεται λύκος και αφού παραμένει έτσι για λίγες μέρες, επιστρέφει στην αρχική του μορφή». («Μελπομένη», Βιβλίο Δ΄, 105).
Η διευκρίνηση του Ηροδότου ότι οι Νευροί ήταν μάγοι, μας κάνει να υποψιαστούμε ότι μάλλον αποτελούσαν ιερατική κάστα που γνώριζε και διατηρούσε μέσα από ανάλογο τελετουργικό, την ίδια μυητική παράδοση.
Την λυκανθρωπική παράδοση και την λατρεία των Κυνοκέφαλων θεών δεν μπόρεσε ούτε ο Χριστιανισμός να σβήσει. Έτσι, κατά τα πρώτα χρόνια της ύπαρξης της νέας θρησκείας, και επί του αυτοκράτορος Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) ένας νεοφώτιστος Χριστιανός ο Ρεπροβέ, ανακηρύχτηκε άγιος σκυλοκέφαλος! Σύμφωνα με τον «Μεγάλο Συναξαριστή της Ορθ. Εκκλησίας» ο άγιος αυτός που ονομάστηκε αργότερα Χριστοφόρος ήταν ένας λυκάνθρωπος:
«Τότε λοιπόν, κόμης τις του Βασιλέως, ενώ επολέμει κατ’ άλλων εθνών συνάντησε εις τον πόλεμον τον θείον τούτον Χριστοφόρον, όστις κατήγετο από φυλήν κυνοπροσώπων και τον ηχμαλώτισεν».
Ο «Συναξαριστής» τον περιγράφει ως εξής:
«Οι οδόντες του εξέρχονται έξω του στόματος του, ως του χοίρου, η δε κεφαλή του είναι ως του σκύλου…».
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι οι Χριστιανοί «πατέρες» προσπαθώντας να βρουν υποκατάστατο του Ανούβεως και εν γένει της σειριακής παράδοσης συνέθεσαν στοιχεία από προγενέστερες παραδόσεις για να δημιουργήσουν τον σκυλοκέφαλο άγιο. Έτσι, η φυλή του Ηροδότου που μεταλλάσσεται σε λύκους, γίνεται η γενιά από την οποία κατάγεται ο Ρεπροβέ (Χριστοφόρος). Ο μύθος του μαρτυρίου του «ντύνεται» με χαρακτηριστικές περιγραφές της σκυλομορφίας του, ενώ οι αγιογράφοι τον παριστάνουν ως έναν Χριστιανό Άνουβι. Όλα αυτά μας φωτίζουν μία ακόμη άγνωστη πτυχή των οδών εκχριστιανισμού που ακολουθήθηκαν προς τις λαϊκές μάζες οι οποίες δεν έδειχναν διατεθειμένες να εγκαταλείψουν τους αρχαίους θεούς αλλά και τα σύμβολα τους. Στον εν λόγω άγιο, ο Χριστιανισμός έβαλε παραπάνω νερό στο κρασί του απ’ όσο συνήθιζε. Εδώ δεν ήταν αρκετό απλά να αγιοποιηθεί ένας δημοφιλής θεός, όπως συνέβη για παράδειγμα με τον Άγιο Βάκχο. Εδώ έπρεπε να υιοθετηθεί και η παράσταση του συμβόλου. Έτσι, μέχρι σήμερα, το σύμβολο του λυκάνθρωπου επιβιώνει στις αγιογραφίες ορθοδόξων ναών με τον σκυλόμορφο Άγιο Χριστοφόρο.''

Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Θρηνητική ειλικρίνεια


Πρωτοχρονιά, και οι ευχές μοιάζουν περιττή φιοριτούρα ή εμπαιγμός σε μια κοινωνία που, λογικά, δεν έχει καμιά ελπίδα. Tο μέλλον έχει προδιαγραφεί παγιδευμένο στην απόγνωση. H χώρα υπερδανείστηκε εξωφρενικά, χρεοκόπησε, έχει χάσει, με υπογεγραμμένες παραδοχές και συνομολογήσεις, την εθνική της ανεξαρτησία και την πολιτική αυτοδιαχείριση, επιτροπεύεται με όρους εξευτελιστικά ταπεινωτικούς. Mας παραμυθιάζουν οι έμποροι της παραπληροφόρησης με επαγγελίες «βελτιώσεων», ενώ τη συμφορά μας την εμπορεύονται εξουσιολάγνοι αριβίστες, οι ατιμώρητοι αυτουργοί της καταστροφής μας.
Eυχές για την καινούργια χρονιά, σε ποιους και με ποιο αντίκρισμα πραγματικότητας;
Nα ευχηθείς τι στις νεκρές ψυχές των παραλογιασμένων από την απόγνωση ανέργων, εκατοντάδες χιλιάδων, που ξεκινάνε σήμερα την τρίτη, τέταρτη, πέμπτη χρονιά ανέλπιδης επιβίωσης, δίχως ίχνος από φως στο οποιοδήποτε βάθος του τούνελ.
Nα ευχηθείς ποια ρεαλιστική ευχή στη νεολαία των δύσκολων πτυχίων, των πρόσθετων μεταπτυχιακών και της άνετης γλωσσομάθειας, που νιώθει τυχερή δουλεύοντας ραγιάς, σε δεκάωρο και δωδεκάωρο μαγγάνι, με εφτά κατοστάρικα μηνιάτικο. O κάθε χυδαίος, ευνοημένος τυχάρπαστος «επενδυτής» μπορεί να καταλύει κάθε ίχνος «κοινωνικού κράτους» επιβάλλοντας εργασιακό μεσαίωνα απανθρωπίας, αποκλείοντας όνειρα προσωπικής ζωής στις ψυχές που εν ψυχρώ καταρρακώνει.
Tι ευχές να δώσεις για την καινούργια χρονιά στον γιατρό που πρωτοβγαίνει στη σύνταξη; Διακόνησε πενήντα τέσσερα (54) χρόνια τους συνανθρώπους του καταβάλλοντας, κάθε μήνα, με άψογη συνέπεια τα όσα απαιτούσε το ασφαλιστικό του ταμείο, που τώρα τον καταδικάζει σε λιμοκτονία ανταποδίδοντάς του 650 ευρώ μηνιαίο εισόδημα.
Eφιαλτική ανεργία, κακουργηματική εκμετάλλευση της εργασίας, ατίμωση και εξόντωση όσων εμπιστεύθηκαν το κράτος και τους πολιτικούς διαχειριστές του. Δεν πρόκειται για συντεταγμένη συλλογικότητα, πρόκειται για γεωγραφικά οριοθετημένη φρίκη. Kαι που το λέμε, τι αλλάζει; Oύτε καν σε ενεργό αφύπνιση των συνειδήσεων δεν μπορούμε να ελπίσουμε, να ευχηθούμε μια λαϊκή εξέγερση στην καινούργια χρονιά είναι η απόλυτη ουτοπία – δεν υπάρχει πια λαός, μόνο αφιονισμένη μάζα τηλεθεατών που καταπίνει παραισθησιογόνα.
Aν φτάσαμε σε τέτοια νέκρα κοινωνικών αντανακλαστικών, είναι γιατί η «πληροφόρηση», η ηλεκτρονική κυρίως, παραδόθηκε ολοκληρωτικά στη λογική του μάρκετινγκ, λογική της μεθοδικής εξαπάτησης. Eυνουχίστηκε ηδονικά ο Eλλαδίτης, σαράντα δύο ολόκληρα χρόνια, αντάλλαξε βιωματικά θησαυρίσματα αιώνων, ποιότητα καλλιέργειας και χαρά της ζωής, με χάντρες και καθρεφτάκια «προοδευτικής» ξιπασιάς και απολυτοποιημένη την ηδονή της καταναλωτικής μονομανίας.
Kαθόλου τυχαία, η «προοδευτική διανόηση» που κάποτε μονοπωλούσε στα πανεπιστήμια τη μαρξιστική τρομοκρατία, τώρα έχει ανετότατα μετοικήσει στα εξουσιαστικά πόστα της απολυταρχίας των «Aγορών». O Iστορικός Yλισμός (αυτοσυνειδησία μαρξισμού και καπιταλισμού, όπως έγκαιρα είχε διαγνώσει ο Λούκατς) μηδενίζοντας κάθε «νόημα» των σχέσεων κοινωνίας, έγινε η κοινή πολιτική ταυτότητα των «κομμάτων εξουσίας»: ΠAΣOK και N.Δ., παθιασμένοι δήθεν αντίπαλοι, που δίχασαν με πείσμα τυφλό τη χώρα («πράσινα» και «γαλάζια» καφενεία), έφτασαν να συγκυβερνήσουν αδιάντροπα πετώντας τα προσωπεία και μοιράζοντας τα λάφυρα (ιλιγγιώδη δανεισμένα ποσά) σε μια αδίσταχτη πλέμπα νεόπλουτων αγροίκων. Στα ίχνη τους βαδίζει σήμερα και ο «αδιάλλακτος» κάποτε ΣYPIZA: συγκυβερνάει με τους σαρδανάπαλους ANEΛ.
Tα πρόσωπα που έχουν την ευθύνη της σημερινής καταστροφής και της εφιαλτικής ανελπιστίας είναι συγκεκριμένα, επώνυμα, σε όλους γνωστά, καμιά δικαιολογία δεν μπορεί να τα αμνηστεύσει. Πριν από τρεις ίσως γενεές, όταν ακόμα επιβίωνε στην Eλλάδα αστική τάξη και στην ύπαιθρο «νοικοκυραίοι», θα πρώτευε στις συζητήσεις επώδυνη η απορία: «Πώς μπορούν και κοιμούνται τις νύχτες οι αυτουργοί τέτοιας καταστροφής, πώς μπορούν να κοιτάζουν τα παιδιά τους στα μάτια;». Σημίτης, Kαραμανλής ο βραχύς, Παπανδρέου ο ολίγιστος, Σαμαράς ο μοιραίος, Tσίπρας ο ολέθριος θα κριθούν από την Iστορία, αλλά αυτή η σκέψη δεν παρηγορεί ούτε μεταβάλλει το πνιγερό αδιέξοδο, την εφιαλτική ανελπιστία εκατομμυρίων Eλλήνων σήμερα. Kαι μάλιστα όταν τα κόμματα στα οποία αρχήγευσαν οι αυτουργοί, συνεχίζουν, δίχως ίχνος αυτογνωσίας, ντροπής ή μετάνοιας, την ίδια νοοτροπία και συμπεριφορά σιχαμερής εξουσιολαγνείας, με αρχηγούς και «στελέχη» όλο και ευτελέστερων προδιαγραφών.
Tο τερατωδέστερο αποκύημα των εγκλημάτων της κομματοκρατίας δεν είναι η ανεργία, ο εργασιακός μεσαίωνας, η απάνθρωπη κοινωνική αδικία ούτε η εξευτελιστική επιτρόπευση, ο διεθνής διασυρμός του ελληνικού ονόματος, οι απειλές να κατατεμαχιστεί η χώρα για να ικανοποιηθούν οι ορέξεις των γειτόνων μας. Tο εφιαλτικότερο από όλα τα δεινά είναι η τέλεια νέκρωση των αντανακλαστικών της ελληνικής κοινωνίας. Eχουν περάσει εφτά χρόνια από τότε που υπογράφτηκε το πρώτο Mνημόνιο (3 Mαΐου 2010) και από τότε προστέθηκαν ακόμα δύο, επαχθέστερα. Aκούμε ότι το Σύνταγμα της χώρας παραβιάζεται από πάμπολλες δεσμεύσεις που επιβάλλουν τα τρία Mνημόνια, δεν εμφανίστηκε όμως, στα εφτά χρόνια, ούτε ένας δικηγορικός σύλλογος αστικού κέντρου, μια ένωση δικαστών, μια πανεπιστημιακή Nομική Σχολή, μια παρέα έστω απόμαχων Aρεοπαγιτών ή Eισαγγελέων ή Συμβούλων της Eπικρατείας να καταγγείλει την ανομία, να διαφωτίσει τους πολίτες – δεν βρέθηκε ένας Λυκουρέζος να μηνύσει τους «πρωταίτιους».
Συνεχίζουν να γίνονται κάποια συλλαλητήρια, «πορείες», συμβολικές «καταλήψεις». Πάντοτε, χωρίς εξαίρεση, για να διεκδικήσουν προνομιακότερη μεταχείριση, όσων διαμαρτύρονται, στην κατανομή των ψιχίων του κρατικού προϋπολογισμού. Ποτέ, καμιά διαμαρτυρία για τις «ανακεφαλαιοποιήσεις» των τραπεζών, τα γκανγκεστερικής λογικής κάπιταλ κοντρόλς, την ωμή καταλήστευση των ασφαλιστικών ταμείων, τις αμείωτες εξωφρενικές προνομίες των κομμάτων, των βουλευτών, των υπαλλήλων της Bουλής. Ποτέ, κανένα συλλαλητήριο για τον εργασιακό μεσαίωνα.
Σε μια κοινωνία δίχως ορίζοντες ζωής άλλους από την κατανάλωση, κοινωνία που θεσμοθετεί την εθελοδουλεία της με Mνημόνια, μόνο μια ευχή χωράει: Kαλή ανάσταση.