Αναγνώστες

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Λούντβιχ βαν Μπετόβεν

Ο Μπετόβεν γεννήθηκε στη Βόννη το 1770. Η ακριβής ημερομηνία γέννησης του δεν είναι γνωστή, βαφτίστηκε όμως στις 17 Δεκεμβρίου. Καταγόταν από μουσική οικογένεια, αν και κανένας από τους προγόνους του δεν διακρίθηκε στη σύνθεση. Ο παππούς του ήταν φλαμανδικής καταγωγής και διευθυντής χορωδίας στην Αυλή του Πρίγκηπα Εκλέκτορα της Κολωνίας στη Βόννη. Ο πατέρας του, Johann van Beethoven, εργάστηκε ως επαγγελματίας τενόρος στην ίδια χορωδία ενώ παρέδιδε και μαθήματα πιάνου και τραγουδιού. Παράλληλα αποτέλεσε τον πρώτο δάσκαλο μουσικής του Λούντβιχ, ωστόσο η σχέση τους ήταν μάλλον κακή, καθώς ο πατέρας του τον καταπίεζε διαρκώς και προσπαθούσε να τον εκμεταλλευτεί παρουσιάζοντας τον ως παιδί θαύμα, όπως ήταν ο Μότσαρτ. Αργότερα, ο Κρίστιαν Νέεφε (Christian Neefe) ανέλαβε το έργο της μουσικής του εκπαίδευσης.




Σε ηλικία 12 ετών δημοσιεύτηκε η πρώτη του σύνθεση και ο Νέεφε δήλωσε πως επρόκειτο για το νέο Μότσαρτ. Ο Μπετόβεν συνέχισε να συνθέτει έργα ενώ συγχρόνως άρχισε να εργάζεται ως οργανίστας στην Αυλή. Το 1787 μια ξαφνική αρρώστια της μητέρας του, στερεί τη δυνατότητα από τον νεαρό Μπετόβεν να μεταβεί στη Βιέννη προκειμένου να κάνει μαθήματα με τον Μότσαρτ. Λίγο αργότερα όμως, το 1792, ο Γιόζεφ Χάυντν, κανόνισε να πάει τελικά στη Βιέννη για να σπουδάσει μαζί του. Η εκπαίδευση του στο πλευρό του Χάυδν διήρκησε συνολικά δύο χρόνια. Επιπλέον σπούδασε αντίστιξη για ένα χρόνο με τον Γιόχαν Γκέοργκ Αλμπρεχτσμπέργκερ (Johann Georg Allbrehtsberger) και φωνητική σύνθεση με τον Αντόνιο Σαλιέρι (Antonio Salieri). Σταδιακά, άρχισε να αναγνωρίζεται η αξία του, αρχικά ως πιανίστα αλλά αργότερα και ως συνθέτη. Σε αντίθεση με την πλειοψηφία των συνθετών της εποχής, ο Μπετόβεν δεν ανήκε στην Αυλή ούτε εργάστηκε για την εκκλησία, αλλά διατήρησε την ανεξαρτησία του ως συνθέτης. Κατόρθωνε να συντηρείται είτε με έσοδα από τις δημόσιες συναυλίες του είτε παράγοντας και έργα κατά παραγγελία. Την πρώτη δημιουργική του περίοδο κατάφερε να καθιερωθεί στη Βιέννη χάρη στην σημαντική υποστήριξη του αριστοκρατικού κύκλου της Αυστρίας, της Βοημίας και της Ουγγαρίας.



Ένα από τα σημαντικότερα και το πιο τραγικό γεγονός της ζωής του Μπετόβεν αποτέλεσε η κώφωση του. Άρχισε να χάνει την ακοή του σταδιακά από την ηλικία των 26 ετών, το 1796 (κατά άλλους αρχίζει λίγα χρόνια αργότερα) και, περίπου το 1820, θεωρείται πως ήταν ολοκληρωτικά κωφός. Το γεγονός αυτό προκαλούσε μεγάλη θλίψη στον Μπετόβεν, η οποία αποτυπώνεται και σε γράμμα του προς τους αδελφούς του, το 1802, με την παράκληση να διαβαστεί μετά το θάνατό του, γνωστό και ως Διαθήκη του Heiligenstadt. Παρά την απώλεια της ακοής του, έγραψε μουσική μέχρι το τέλος της ζωής του. Η υγεία του Μπετόβεν ήταν γενικά κακή και το 1826 επιδεινώθηκε δραστικά, γεγονός που οδήγησε και στο θάνατο του τον επόμενο χρόνο.
Στην κηδεία του Μπετόβεν που έγινε στις 29 Μαρτίου ο Φραντς Σούμπερτ ήταν ένας από τους 36 λαμπαδηφόρους.

Το έργο του Μπετόβεν διακρίνεται κυρίως σε τρεις χρονικές περιόδους. Η πρώτη αρχίζει από τις πρώτες δημιουργίες του μέχρι το 1802 που δημιουργεί τελικά ένα προσωπικό ύφος. Η δεύτερη περίοδος διαρκεί περίπου μέχρι το 1816 και ο Μπετόβεν είναι ήδη ένας αναγνωρισμένος συνθέτης. Η τελευταία περίοδος διακρίνεται από την παρουσία του ρομαντικού στοιχείου στις συνθέσεις του.




[Επεξεργασία] Πρώτη περίοδος

Τις πρώτες σονάτες που συνέθεσε, ο Μπετόβεν τις αφιέρωσε στον Χάυντν, που αποτέλεσε και τον σημαντικότερο δάσκαλό του. Οι σονάτες αυτές χαρακτηρίζονται και από μεγάλες ομοιότητες με αντίστοιχες συνθέσεις του Χάυντν. Η σημαντικότερη ίσως από αυτές είναι η "Παθητική" (op. 13). Άλλες εμφανείς επιδράσεις είναι ο Μότσαρτ, ο Κλεμέντι (Muzio Clementi) και ο Γιαν Ντούσεκ (Jan Dussek). Τον Απρίλιο του 1800 ο Μπετόβεν παρουσίασε την 1η Συμφωνία και δύο χρόνια αργότερα την 2η Συμφωνία. Η πρώτη ακολουθεί περισσότερο τα κλασικά πρότυπα, ενώ η δεύτερη χαρακτηρίζεται από περισσότερες καινοτομίες, κυρίως ως προς τη δομή της. Τα πρώτα έργα του Μπετόβεν διακρίνονται γενικά από συχνές εναλλαγές στη δυναμική και έντονες αντιθέσεις ή εξάρσεις. Στην πρώτη περίοδο ανήκουν επιπλέον τα έξι πρώτα κουαρτέτα εγχόρδων (op. 18) και τα δύο πρώτα κοντσέρτα για πιάνο.



[Επεξεργασία] Δεύτερη περίοδος



Χειρόγραφη παρτιτούρα του Μπετόβεν (Σονάτα op. 109)Κατά τη διάρκεια της δεύτερης δημιουργικής περιόδου του, ο Μπετόβεν έχει αναγνωριστεί σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη ως συνθέτης και πιανίστας. Παράλληλα αναπτύσσει ένα περισσότερο προσωπικό ύφος το οποίο χαρακτηρίζεται συχνά ως "ηρωικό". Η περίοδος αυτή ξεκινά με την 3η Συμφωνία (ή Ηρωική Συμφωνία), η οποία είναι πολύ μεγάλη σε διαστάσεις για τα πρότυπα της εποχής και χαρακτηρίζεται από αρκετές παρεκτροπές από την κλασική δομή των συμφωνιών. Το δεύτερο μέρος (Πένθιμο Εμβατήριο) έχει εμβατηριακό χαρακτήρα και θεωρείται αναφορά στην Γαλλική Επανάσταση. Αφιερώθηκε αρχικά στον Ναπολέοντα Βοναπάρτη.



Την ίδια περίοδο ο Μπετόβεν συνθέτει και την μοναδική του όπερα Fidelio. Κεντρικός χαρακτήρας της είναι η Λεονόρα, η οποία μεταμφιεσμένη σε άνδρα σώζει τον σύζυγο της από τη φυλακή. Η όπερα παραπέμπει επίσης στην Γαλλική Επανάσταση, με την Λεονόρα να ενσαρκώνει τα ιδανικά της. Η πρώτη παράσταση της όπερας δόθηκε το 1805 αλλά ακολούθησαν άλλες δύο εκδοχές της, το 1806 και το 1814.



Την περίοδο 1806 - 1808, ο Μπετόβεν ολοκλήρωσε την 4η, την 5η και την 6η Συμφωνία (ή Ποιμενική), ενώ το 1812 γράφτηκε η 7η και η 8η Συμφωνία. Στην δεύτερη περίοδο του Μπετόβεν ανήκουν ακόμα τα τρία τελευταία κοντσέρτα για πιάνο, το μοναδικό κοντσέρτο για βιολί, πέντε κουαρτέτα εγχόρδων (7-11) και έξι επιπλέον σονάτες για πιάνο στις οποίες περιλαμβάνεται η σονάτα Waldstein και η Appasionata.



[Επεξεργασία] Τρίτη περίοδος

Το 1816, το προχωρημένο στάδιο απώλειας ακοής του Μπετόβεν, αναγκάζει τον συνθέτη να αποσυρθεί σε μεγάλο βαθμό από πολλές κοινωνικές εκδηλώσεις. Οι συνθέσεις αυτής της περιόδου είναι μεγαλοπρεπείς, με μεγαλύτερο πνευματικό βάθος, ενώ η δομή τους θεωρείται γενικά πιο αφηρημένη και ασαφής. Στα τελευταία έργα του, ο Μπετόβεν χρησιμοποίησε επίσης πολύ συχνά το στοιχείο των παραλλαγών. Οι παραλλαγές Diabelli θεωρούνται από τα σημαντικότερα έργα αυτού του είδους και αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για αρκετά έργα της ρομαντικής περιόδου. Η τρίτη δημιουργική περίοδος χαρακτηρίζεται από την ολοκλήρωση της 9ης Συμφωνίας, η οποία παρουσιάστηκε δημόσια τον Μάιο του 1824. Αναφέρεται πως ο Μπετόβεν, που φαινομενικά διηύθυνε το έργο, δεν ήταν σε θέση να ακούσει τα χειροκροτήματα του πλήθους και χρειάστηκε να τον στρέψει προς το κοινό για υπόκλιση μία από τις σολίστ. Στην ένατη συμφωνία υπάρχει ένα στοιχείο καινοτομίας που είναι η χρήση χορωδίας και τεσσάρων μονωδών στην μελοποίηση του ποιήματος Ωδή στη Χαρά του Σίλερ (Shiller). Θεωρείται ως σήμερα ένα από τα αριστουργήματα στην ιστορία της μουσικής αν και, σε ορισμένα σημεία, ο συνθέτης έχει (πιθανόν λόγω της κώφωσής του) γράψει για ορισμένα όργανα (όπως το κόρνο) νότες που δεν τις διαθέτουν. Άλλα έργα που ανήκουν στην τελευταία περίοδο δημιουργίας του Μπετόβεν είναι τα τελευταία έξι κουαρτέτα εγχόρδων, οι τελευταίες έξι σονάτες για πιάνο καθώς και η Missa Solemnis (Επίσημη Λειτουργία), έργο θρησκευτικής αντιστικτικής μουσικής.


Από: http://el.wikipedia/.

Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Φραγκίσκος Βολταίρος, 1694-1778 (Francoit Voltaire)

«Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, δεν είναι η καταγωγή, αλλά η αρετή που τους κάνει τη διαφορά» Διάσημος γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας, από τους σημαντικότερους εκπρόσωπους του Διαφωτισμού. Καταγόταν από αστική οικογένεια, γεννήθηκε στο Παρίσι και φοίτησε στο κολέγιο των Ιησουϊτών στο Κλερμόν.



Με το όνομα Βολτέρος έγινε γνωστός το 1719, όταν δημοσίευσε με αυτό το ψευδώνυμο την 1η από τις 27 τραγωδίες του, τον «Οιδίποδα», και θεωρήθηκε ο διάδοχος του Ρακίνα στο θέατρο. Διακρινόταν για το δηκτικό, σπινθηροβόλο, σχεδόν αμείλικτο πνεύμα του και την καυστική ειρωνεία του, που είχε σαν αποτέλεσμα συχνά να διαταράξει τα κοινωνικά, ηθικά και πολιτικά θεμέλια της εποχής του. Για αυτό φυλακίστηκε στη Βαστίλη (1717) αλλά και εξορίστηκε. Ο επικριτής του Λουδοβίκος Βεϊγκό έγραψε για αυτόν: «το πηγαίο άφθαστο δηκτικό του πνεύμα δεν τραυματίζει απλώς, αλλά συντρίβει, σκοτώνει, μαστιγώνει , δηλητηριάζει , γκρεμίζει. Εάν δεν έγραφε θα δολοφονούσε και καλύτερα θα ήταν να δολοφονούσε». Όταν αποφυλακίστηκε, έφυγε στην Αγγλία (1726).



Στο Λονδίνο συναναστράφηκε με επιφανείς άντρες της εποχής του, όπως τον Λοκ, γνώρισε καλύτερα τα έργα του Σαίξπηρ αλλά και έγραψε στην αγγλική γλώσσα. Επιστρέφοντας στο Παρίσι συμφιλιώθηκε για ένα διάστημα με την Αυλή, διορίσθηκε ιστοριογράφος της Γαλλίας και εξελέγη μέλος της Ακαδημίας. Γρήγορα όμως απογοητεύτηκε, δέχτηκε την πρόσκληση του Φρειδερίκου της Πρωσίας και αναχώρησε για το Βερολίνο (1750), όπου έγινε δεκτός με τιμές από «τον Σολομώντα του Βορρά». Εκεί ύμνησε τα «πλατωνικά συμπόσια» του προστάτη και φίλου του και γνώρισε το θεοσοφιστή Σαιν Ζερμαίν που, αν και διαφωνούσε μαζί του, τον θαύμαζε. Αυτό φαίνεται από επιστολή που έστειλε στο Μ. Φρειδερίκο και αναφέρει: " ο Κόμης του Σαιν Ζερμαίν είναι ένας άνθρωπος ο οποίος δε γεννήθηκε ποτέ, ο οποίος δε θα πεθάνει ποτέ και ο οποίος γνωρίζει τα πάντα".Οι σχέσεις του όμως με το Φρειδερίκο ψυχράθηκαν κι ο Βολτέρος αποφάσισε να μην υπηρετήσει άλλους κυρίους. Γιαυτό αγόρασε δική του έκταση κοντά στη Γενεύη, στο Φερνέ, όπου εγκαταστάθηκε οριστικά.Για 18 χρόνια άνθρωποι των γραμμάτων, πρίγκιπες και ευγενείς επισκέπτονταν τον ένδοξο «πατριάρχη του Φερνέ».



Διατηρούσε αλληλογραφία με ένα μεγάλο κύκλο φίλων, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται και η Μ. Αικατερίνη της Ρωσίας, την οποία προέτρεπε σε μεταρρυθμίσεις στην εσωτερική πολιτική της χώρας αλλά και στο Ανατολικό ζήτημα. Σε επιστολή του ανέφερε: «Υπερασπισθείτε την Ελλάδα, διότι εις αυτήν οφείλομεν τα φώτα μας , τας επιστήμας , τας τέχνας και όλας τας αρετάς μας». Αυτό το διάστημα αποδείχτηκε το πιο εποικοδομητικό για το Βολτέρο. Γράφει νέες τραγωδίες, ιστορικά έργα, επιστολές κ.λ.π. Γενικά πολεμά αμείλικτα όλους τους αντιπάλους του, εργάζεται στην «Εγκυκλοπαίδεια» , και το 1764 ενώνοντας διάφορα άρθρα φτιάχνει το περίφημο «Φιλοσοφικό Λεξικό». Το 1778 επισκέφτηκε το Παρίσι, όπου του έγινε αποθεωτική υποδοχή από τον απλό λαό που τον λάτρευε και στεφανώθηκε στο θέατρο.



Ο Βολτέρος μυήθηκε στον τεκτονισμό στις 7 Απριλίου 1778 στο Παρίσι. Αυτός που τον συνόδευε ήταν ο Βενιαμίν Φραγκλίνος, πρώτος πρέσβης τότε των Ηνωμένων Πολιτειών στο Παρίσι. Επίσης ήρθε σε ρήξη με τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία για τις φρικαλεότητες των θρησκευτικών διωγμών, τον αυταρχικό και ανελεύθερο τρόπο δράσης της. Χλεύαζε την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στη δύση της και, όπως σαρκαστικά έλεγε, «η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δεν είναι ούτε Αγία, ούτε Ρωμαϊκή, ούτε Αυτοκρατορία».



Δεν ήταν άθεος, όπως συχνά υποστηρίζεται, αφού ο ίδιος έγραφε ότι «τίποτα δε δημιουργείται από το τίποτα» και ότι «υπάρχει ένας θεός και αυτός πρέπει να είναι δίκαιος». Πίστευε στην αθανασία της ψυχής. Παράλληλα όμως υποστήριζε ότι «είναι αδύνατο ο πάνσοφος θεός να έχει κάνει νόμους για να τους παραβιάζει», και ότι «ο Θεός είναι ένας κωμωδός που παίζει μπροστά σε ένα κοινό πολύ φοβισμένο για να γελάσει», αναφερόμενος κατά της δεισιδαιμονίας και της θρησκοληψίας, πράγμα που τον έφερε σε αντιπαλότητα με το ιερατείο. Όταν, στις τελευταίες του στιγμές, ο εφημέριος της ενορίας τον πίεζε να υπογράψει την «ομολογία πίστης», η απάντησή του ήταν: «άφησέ με να πεθάνω με την ησυχία μου».



Μετά το θάνατό του ο Επίσκοπος καθαίρεσε τον ηγούμενο της μονής Σελλιέ της Καμπανίας, επειδή έδωσε άδεια για να τον θάψουν στον περίβολό της. Αργότερα, όμως, η Γαλλική Επαναστατική Εθνοσυνέλευση μετέφερε τα λείψανά του με τιμές, στο Παρισινό Πάνθεο, όπου θάβονταν μόνο οι διάσημες προσωπικότητες της χώρας. Όμως ο τάφος του καταστράφηκε και η σωρός του χάθηκε. Η καρδιά του αφαιρέθηκε από το σώμα και τώρα βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη του Παρισιού. Ο εγκέφαλός του επίσης αποσπάστηκε και μετά από περιπέτειες ενός αιώνα περίπου χάθηκαν τα ίχνη του μετά από μια δημοπρασία.



Ο Βολτέρος υπήρξε πολυγραφότατος. Στα 60 του χρόνια ήταν ο πιο ονομαστός συγγραφέας στην Ευρώπη. Χαρακτηριστικό της γραφής του ήταν η απλοποίηση και ο προπαγανδισμός ιδεών. Μπορούσε σε μια φράση ή σε έναν στίχο να κλείσει μια ολόκληρη φιλοσοφική θεωρία κατανοητή σε όλους.Έγραψε φιλοσοφικά συγγράμματα, σατυρικά διηγήματα, είκοσι μία χιλιάδες επιστολές και θεατρικά έργα. Μερικά από τα έργα του είναι:



1) «οι Φιλοσοφικές και Αγγλικές επιστολές» που έγινε το ευαγγέλιο του Φιλελευθερισμού,

2) το «Φιλοσοφικό Λεξικό», όπου με φοβερή οξύτητα επιτίθεται εναντίον των θρησκειών και αναλύει την κοινωνία, τη φιλολογία, την ηθική

3) το έπος «η παρθένος της Ορλεάνης», που αναφερόταν στην Ζαν ντ Αρκ

4) «τα χρονικά της Αυτοκρατορίας»

5) «ο αιώνας του Λουδοβίκου ΙΔ»

6) «ο ορφανός της Κίνας»

7) «ο Αγαθούλης », όπου καυτηριάζει την αισιόδοξη αντίληψη του Ρουσσώ «ότι τα πάντα οδηγούνται από τη Θεία Πρόνοια» , και υποστηρίζει ότι «είμαστε έρμαιο της τύχης και Θεία Πρόνοια δεν υπάρχει»

8) «η ιστορία του Καρόλου ΙΒ'»

9) το «Δοκίμιον περί των ηθών»

10) το «ποίημα για την καταστροφή της Λισσαβόνας»

11) μετάφρασε «τα Στοιχεία του Νεύτωνα»

12) 27 τραγωδίες, όπως «Ολυμπία», «Τριανδρία», «Σκύθες», «ο θάνατος του Καίσαρα», κ.α.



Η συμβολή του Βολτέρου υπήρξε σημαντική, και από πολλούς θεωρείται ότι επηρέασε τις κατευθύνσεις που πήρε ο νεώτερος Ευρωπαϊκός πολιτισμός.



Έτσι:

1. Σαν φιλόσοφος: οι ιδέες του για την ελευθερία της σκέψης «Δε συμφωνώ ούτε με μια λέξη από όλα όσα λες, αλλά θα υπερασπίζω, και με το τίμημα της ζωής μου ακόμα, το δικαίωμά σου ελεύθερα να λες αυτά που πρεσβεύεις», τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δικαιοσύνη, την ανεκτικότητα, την ανεξιθρησκία, καθώς και η κριτική που άσκησε στην εξουσία, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία της Γαλλικής επανάστασης και στην πτώση της αναχρονιστικής φεουδαρχίας. Επίσης με τα έργα του βοήθησε στη σταδιακή απαλλαγή από τη θρησκευτική πρόληψη, τη μισαλλοδοξία των Εκκλησιών και το σκοταδισμό.



2. Σαν λογοτέχνης: έδωσε περισσότερη δράση και κίνηση στη μέχρι τότε δύσκαμπτη γαλλική τραγωδία και δεν περιορίστηκε στα αρχαία ελληνορωμαϊκά πλαίσια, αλλά μετέφερε στη σκηνή εξωτικά και ρομαντικά θέματα - Ιερουσαλήμ (Ζαΐρα), Περού (Αλζίρα), Μέκκα (Μωάμεθ), Κωνσταντινούπολη (Ειρήνη), Σικελία (Ταγκέρδος) κ.α. γιαυτό μπορεί να θεωρηθεί πρόδρομος του ρομαντικού θεάτρου.



3. Σαν ιστορικός: δίνει μεγάλη σημασία στο περιβάλλον, ερευνά τις πηγές, τις οικονομικές συνθήκες, αναλύει τα ήθη , την πνευματική και καλλιτεχνική κίνηση της εποχής, συγκρίνει διάφορα έθνη. Το ύφος που χρησιμοποίησε δεν ήταν ρητορικό και βαρύ αλλά απλό και διηγηματικό. Γι’ αυτό θεωρείται ότι ανανέωσε την ιστοριογραφία.

Πηγή: http://biographies.nea-acropoli.gr/

Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010

Μαρτίνος Λούθηρος

Ο Μαρτίνος Λούθηρος (10 Νοεμβρίου 148318 Φεβρουαρίου 1546) ήταν Γερμανός μοναχός, ιερέας[1], καθηγητής, θεολόγος, ηγέτης της εκκλησιαστικής μεταρρύθμισης του 16ου αιώνα στη Γερμανία, και θεμελιωτής των χριστιανικών δογμάτων και πρακτικών του Προτεσταντισμού.
Γεννήθηκε το Νοέμβριο του 1483 στο Αϊσλέμπεν της Σαξονίας από φτωχή οικογένεια. Μετά τη γέννηση του, οι γονείς του εγκαταστάθηκαν στην πόλη Μάνσφελντ, όπου ο πατέρας του εργαζόταν στα εκεί μεταλλεία. Ο Λούθηρος ανατράφηκε μέσα σε ένα ευσεβές και αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον. Η ίδια αυστηρότητα επικρατούσε και στο λατινικό σχολείο, στο οποίο φοιτούσε. Τις βασικές του σπουδές τις έκανε στο Μαγδεβούργο και στο Άιζεναχ όπου μια πλούσια αστική οικογένεια, του Κουντς Κόττα, τον πήρε στο σπίτι της. Εκεί, βρήκε δασκάλους, οι οποίοι τον δίδαξαν ανώτερα λατινικά, φιλολογία και ρητορική, ενώ ταυτόχρονα δούλευε ως πλανόδιος τραγουδιστής. Το 1501, με την οικονομική συμπαράσταση μιας πλούσιας χήρας, γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης και σπούδασε φιλοσοφία. Κατά επιθυμία του πατέρα του άρχισε, το Μάιο του 1505, να σπουδάζει νομικά. Αλλά δυο μήνες αργότερα, απαρνήθηκε τον κόσμο κι έγινε μοναχός στο μοναστήρι των Αυγουστίνων ερημιτών, στην Έρφουρτ. Στο μοναστήρι ο Λούθηρος παρακολούθησε θεολογικά μαθήματα και, το 1507, χειροτονήθηκε ιερέας. Κατόπι, συνέχισε τις θεολογικές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Βιττεμβέργης. Το 1512, ονομάστηκε Διδάκτορας της φιλολογίας και ανέλαβε στο ίδιο πανεπιστήμιο την έδρα της Βιβλικής φιλολογίας. Το 1507, χειροτονήθηκε ιερέας σε μια μονή Αυγουστινιανών μοναχών και σπούδασε για δυο χρόνια Θεολογία στο Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης. Ένα χρόνο αργότερα έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Βιτεμβέργης, από όπου το 1512 πήρε και το διδακτορικό του δίπλωμα στη Θεολογία. Μια επίσκεψή του στη Ρώμη τον ανάγκασε να αναθεωρήσει τις απόψεις του σχετικά με την Παπική εκκλησία, βλέποντας τη διαφθορά που επικρατούσε εκεί σχετικά με τα συγχωροχάρτια και την "ειδική" για ιερωμένους πορνεία.




Ύστερα από μελέτη της Προς Ρωμαίους Επιστολής, πείστηκε πως η σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου ήταν αποτέλεσμα μόνο της Θείας Χάρης και της πίστης, κι όχι των αγαθών ή μη έργων. Για το λόγο αυτό ήρθε σε σύγκρουση με το θεσμό του συγχωροχαρτιού, που έδινε τότε η Καθολική Εκκλησία και με τον τρόπο αυτό δινόταν άφεση των αμαρτιών.
Η μεταρρύθμιση


Στις 31 Οκτωβρίου 1517, και ενώ είχε ήδη εκφράσει την αντίθεσή του σε σχέση με τις πρακτικές της Καθολικής Εκκλησίας στους φοιτητές του, θυροκόλλησε στην εξώπορτα του Μητροπολιτικού Ναού της Βιτεμβέργης τις 95 Θέσεις του, που αποτελούσαν μια ανοιχτή επίθεση εναντίον του Παπισμού. Οι 95 Θέσεις, μεταφράστηκαν στα γερμανικά και διαδόθηκαν από τους φίλους του. Σύντομα ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία στην Αυγούστα, ενώπιον του επιτετραμένου του Πάπα στη Γερμανία. Εκεί αρνήθηκε να ανακαλέσει και φυγαδεύτηκε νύχτα από φίλους του. Οι αντι-Θέσεις που κυκλοφόρησε ο Γιόχαν Τέτζελ δεν είχαν καμιά απήχηση, και μάλιστα οι φοιτητές τις έκαιγαν δημόσια. Με τα επόμενα έργα του ο Λούθηρος μεγάλωσε το χάσμα που τον χώριζε από την Καθολική Εκκλησία, ενώ βρήκε ιδιαίτερη απήχηση στη Γερμανία, αλλά και σε άλλες χώρες της βόρειας, κυρίως, Ευρώπης.



Το 1520 ο πάπας Λέων Ι΄ εξέδωσε τη βούλα Exsurge Domine, καταδικάζοντας ως αιρετικές 41 από τις 95 Θέσεις του Λούθηρου, τον οποίο κάλεσε να αποκηρύξει δημόσια τις Θέσεις του μέσα σε 60 μέρες, ενώ οι απανταχού πιστοί διατάχθηκαν να κάψουν όλα τα βιβλία του, ώστε να μην αφορισθούν, συλληφθούν, και τιμωρηθούν ως αμετανόητοι αιρετικοί[2]. Αντιδρώντας στην είδηση, πως στα πανεπιστήμια του Παρισίου και της Κολωνίας κάηκαν τα βιβλία του, ο Λούθηρος έκαψε δημόσια την Παπική Βούλα, και απάντησε γράφοντας το βιβλίο Ενάντια στα Βλάσφημη Βούλα του Αντίχριστου. Στις 3 Ιανουαρίου 1521, ο Λέων Ι' εκδίδει δεύτερη Βούλα, με την οποία ο Λούθηρος αφορίζεται.



Τελικά, ο Λούθηρος κλήθηκε σε απολογία ενώπιον της Δίαιτας της Βορμς, τον Απρίλιο του 1521. Εκεί, αρνήθηκε να ανακαλέσει τις θέσεις του. Η απολογία του τελείωσε με τα εξής λόγια:



Εάν δε με πείσουν, με επιχειρήματα από την Αγία Γραφή ή με αδιάσειστη λογική, δεν μπορώ να αναιρέσω τις θέσεις μου, γιατί δεν πιστεύω στο αλάθητο του πάπα, ούτε στο αλάθητο των συνόδων, γιατί όλοι γνωρίζουν ότι πολλές φορές και οι πάπες και οι σύνοδοι έχουν σφάλει και έχουν πέσει σε αντιφάσεις. Εγώ έχω πειστεί από τα βιβλικά επιχειρήματα που έχω ήδη αναφέρει, και είμαι απόλυτα ενωμένος με το λόγο του Θεού. Δεν μπορώ και δε θέλω να ανακαλέσω τίποτα, γιατί δεν είναι ορθό, και αντίθετα είναι επικίνδυνο να πράττει κανείς αντίθετα με τη φωνή της συνείδησής του. Ο Θεός ας με βοηθήσει. Αμήν



Τελικά, ο Λούθηρος φυγαδεύτηκε με την βοήθεια του Εκλέκτορα της Σαξονίας, και μεταφέρθηκε σε έναν πύργο κοντά στο Άιζεναχ, όπου παρέμεινε ως Πρίγκιπας Γεώργιος. Εκεί έγραψε αρκετά κείμενα, και μετέφρασε στα γερμανικά την Αγία Γραφή.



Πλέον, η διδασκαλία του Λούθηρου κηρύττεται από αρκετές Γερμανικές εκκλησίες. Πολλοί μοναχοί εγκαταλείπουν τις μονές τους προκειμένου να κηρύξουν τις αρχές της Μεταρρύθμισης, ενώ το φοιτητές, αλλά και μεγάλος αριθμός Πανεπιστημιακών της Γερμανίας τάσσεται, σχεδόν στο σύνολό του, υπέρ της Μεταρρύθμισης[3]. Όμως, κάποιοι από τους μεταρρυθμιστές με ηγέτη τον Αντρέα Κάρλσταντ, ριζοσπαστικοποίησαν τις ιδέες του Λούθηρου, με αποτέλεσμα να σημειωθούν επεισόδια σε εκκλησίες. Ο Λούθηρος πληροφορήθηκε για τις εξελίξεις, και στις 6 Μαρτίου 1522 επέστρεψε στην Βιττεμβέργη όπου συντέλεσε στην εξομάλυνση της κατάστασης.



Τον Ιούνιο του 1524 ξέσπασε ο λεγόμενος Πόλεμος των Χωρικών, ο οποίος εξαπλώθηκε ταχύτατα από την νότια Γερμανία μέχρι την Θουριγγία[4], και είχε ως βασικά αιτήματα την κατάργηση της δουλοπαροικίας, την ελάφρυνση των φορολογικών μέτρων και γενικά την αποτίναξη της άρχουσας τάξης και της Παπικής εκκλησίας[5]. Ο Λούθηρος στις 6 Μαΐου 1525 γράφει την Προτροπή προς Ειρήνευση, στην οποία υποστηρίζει την ειρηνική διευθέτηση, ενώ κατηγορεί την άρχουσα τάξη ως υπεύθυνη για την καταπίεση που ασκούσε στους χωρικούς, και συμβουλεύει τους τελευταίους να αποφύγουν τις εκδικητικές πράξεις [6]. Όμως η βιαιότητα των εξεγερμένων, κάνει τον Λούθηρο να γράψει το τετρασέλιδο φυλλάδιο Κατά των ληστρικών και δολοφονικών ορδών των χωρικών, με την οποία ζητά από τους ευγενείς να καταστείλουν το κίνημα των χωρικών. Οι βιαιοπραγίες τελειώνουν το Μάιο του 1525, με την καταστολή και την εκτέλεση των ηγετών του κινήματος.



Στις 13 Ιουνίου 1525, ο Λούθηρος παντρεύεται την πρώην μοναχή Καταρίνα φον Μπόρα, με την οποία αποκτά έξι παιδιά.



Στις 20 Ιουνίου 1530, ο Κάρολος Ε' συγκαλεί νέα Δίαιτα στην Αυγούστα, ζητώντας να κατατεθούν Ομολογίες Πίστεως από τους Καθολικούς και τους εκπροσώπους της Μεταρρύθμισης. Ο Λούθηρος δεν συμμετέχει λόγω της ισχύως της Εδίκτου της Βόρμς, αλλά στην Δίαιτα παραδίδεται η Ομολογία της Αυγούστας που είχε γραφτεί από αυτόν. Η Μεταρρύθμιση καταδικάζεται για ακόμα μία φορά, με αποτέλεσμα οι πρίγκηπες και οι εκπρόσωποι των ελεύθερων πόλεων που ανήκαν στις γραμμές της Μεταρρύθμισης, να συγκροτήσουν την Ένωση του Σμαλκάλντεν.



Ο Λούθηρος πέθανε στις 17 Φεβρουαρίου του 1546 στην πατρίδα του, το Άισλεμπεν. Εννιά χρόνια αργότερα δόθηκε σχετική ελευθερία για την άσκηση της Αναμορφωμένης πίστης.

Η διδασκαλία του και ειδικότερα η μετάφραση της Αγία Γραφής στη Γερμανική, τόνωσε το πατριωτικό αίσθημα των Γερμανών, που ήθελαν να κόψουν κάθε εξάρτηση με την Εκκλησία της Ρώμης και τους συχνούς φόρους της, και πιστεύεται ότι σ' αυτό οφείλεται, κατά ένα μέρος, η τεράστια ανάπτυξη της Λουθηρανικής Εκκλησίας στη Γερμανία. Δημοσίευσε πολλά έργα θεολογικού περιεχόμενου και μετέφρασε στα Γερμανικά την Αγία Γραφή, συμβάλλοντας στην περαιτέρω ανάπτυξη της γερμανικής γλώσσας και της τέχνης της μετάφρασης. Επίσης ο Λούθηρος συνέθεσε διάφορους χριστιανικούς ύμνους με πιο γνωστό τον ύμνο Θεός το Φρούριον ημών.

Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

Ντενί Ντιντερό

Ντενί ΝτιντερόΟ Ντενί Ντιντερό (Denis Diderot, 5 Οκτωβρίου 1713 – 31 Ιουλίου 1784) ήταν Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας.




Γιος ενός σιδερά από την πόλη Λανγκρ (Langres), διδάχθηκε από Ιησουίτες κληρικούς και σπούδασε στη Σορβόνη, από όπου αποφοίτησε το 1732 ως νομικός. Ο Ντιντερό έχασε όμως το ενδιαφέρον του για το νομικό επάγγελμα και προτίμησε να ασχοληθεί με γλώσσες, λογοτεχνία, φιλοσοφία και μαθηματικά. Αναδείχθηκε σε επιφανή φιλόλογο, φιλόσοφο και συγγραφέα ενώ ήταν εμπνευστής και ηγέτης της προσπάθειας για συγγραφή της «Εγκυκλοπαίδειας» από το 1746 μέχρι το 1780. Σε όλα τα έργα του διέδιδε το πνεύμα του διαφωτισμού, άθεος και υλιστής ο ίδιος, ενάντια στη δεισιδαιμονία και τη θρησκοληψία. Μαζί με τον Βολταίρο και τον Ρουσσώ θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους Γάλλους συγγραφείς του 18ου αιώνα. Τα μυθιστορήματά του διαβάζονται ακόμα και τον 21ο αιώνα. Έγραψε ακόμα θεατρικά έργα και κριτικές εργασίες.



Η τσαρίνα Αικατερίνη της Ρωσίας τον κάλεσε να υποβάλει προτάσεις για το εκπαιδευτικό σύστημα της Ρωσίας και γι' αυτό ο Ντιντερό έμεινε στα χρόνια 1773-1774 στην Πετρούπολη. Στα ύστερα δημοσιεύματά του ασχολήθηκε επίσης με πολιτικά ζητήματα και θεωρείται από τους πνευματικούς πατέρες της επερχόμενης γαλλικής επαναστάσεως.


Ο Ντιντερό μεγάλωσε στην πόλη Λάνγκρ στην Καμπανία της Γαλλίας και ήταν ο μεγαλύτερος γιος ενός ευκατάστατου σιδερά. Έλαβε μόρφωση σε σχολείο Ιησουιτών και στη συνέχεια πήγε στο Παρίσι για να συνεχίσει την φοίτηση του. Το 1732 διέκοψε τις σπουδές του ως θεολόγος και άρχισε μια νέα ζωή στη γαλλική πρωτεύουσα, γνωρίζοντας πολλούς διανοούμενους της εποχής, όπως τον Ζαν ντ' Αλαμπέρ και τον Ζαν Ζακ Ρουσσώ. Άρχισε να γράφει και να μεταφράζει αγγλικά χειρόγραφα στα γαλλικά.




Λίγο αργότερα γνώρισε μια νεαρή πλύστρα, και θέλοντας να την παντρευτεί, ζήτησε την άδεια του πατέρα του, όπως ήταν συνηθισμένο εκείνη την εποχή. Εκείνος δεν συμφώνησε και αποφάσισε να τον κλείσει σε μοναστήρι. Η αντιπάθεια του Ντιντερό προς τον θεσμό των μοναστηριών και την εκκλησία γενικότερα ίσως πηγάζει από αυτό το γεγονός, μια αντιπάθεια η οποία μεγάλωσε όταν η αδερφή του κλείστηκε οικειοθελώς σε ένα μοναστήρι και εκεί αρρώστησε ψυχικά.



Όταν δραπέτευσε από το μοναστήρι που τον είχε κλείσει ο πατέρας του επέστρεψε στο Παρίσι και παντρεύτηκε την νεαρή πλύστρα μυστικά. Σύντομα απέκτησαν μαζί μια κόρη, η οποία όμως πέθανε πολύ πρόωρα. Αργότερα γεννήθηκαν δύο γιοί, οι οποίοι πέθαναν επίσης πρόωρα. Μόνο μια κόρη που γεννήθηκε το 1753 επέζησε.

Καθώς είχε συγγράψει την ιστορία των αρχαίων Ελλήνων και ένα ιατρικό λεξικό, το 1746 ο Ντιντερό προσκλήθηκε από έναν γνωστό Παριζιάνο εκδότη να μεταφράσει την αγγλική εγκυκλοπαίδεια Cyclopaedia, or Universal Dictionary of the Arts and Sciences. Ο Ντιντερό αποφάσισε να μην περιοριστεί μόνο στους δύο τόμους αυτού του έργου, αλλά να το επεκτείνει σημαντικά, προσθέτοντας σε αυτό όλες τις γνώσεις της εποχής. Σε αυτό το έργο τον βοήθησαν και άλλοι διανοούμενοι και φίλοι του, κυρίως ο Ντ' Αλαμπέρ, που ήταν μαθηματικός και φυσικός επιστήμονας, αλλά και πολύ γνωστά πρόσωπα όπως ο Μοντεσκιέ και ο Βολταίρος.




Το 1749 αναγκάστηκε να διακόψει, εξαιτίας κάποιων γραπτών που είχε δημοσιεύσει παλαιότερα και στα οποία ασκούσε κριτική στην εκκλησία. Φυλακίστηκε για μικρό χρονικό διάστημα. Αργότερα αποφάσισε να αφήσει πολλά έργα του ανέκδοτα, για να μην θέσει σε κίνδυνο τη συνέχιση της Εγκυκλοπαίδειας (Encyclopédie).



Το 1750 δημιούργησε ένα προσπέκτους (Prospectus), με το οποίο καλούσε άτομα από όλη την Ευρώπη να βοηθήσουν στην συγγραφή αυτού του κολοσσιαίου έργου. Ήδη το 1751 εμφανίστηκαν οι δύο πρώτοι τόμοι της Εγκυκλοπαίδειας ή Λεξικό αλφαβητικά ταξινομημένο των τεχνών και των επαγγελμάτων (γαλλ. Encyclopédie ou Dictionnaire raisonné des arts et métiers, par une société de gens de lettres), από έναν κύκλο συγγραφέων. Η επιτυχία του έργου στα βιβλιοπωλεία ήταν πολύ μεγάλη, οι Ιησουίτες όμως και πολλοί κληρικοί διέγνωσαν μια αντιχριστιανική τάση στο έργο αυτό και πέτυχαν με βασιλική διαταγή την απαγόρευση του έργου.



Επειδή όμως η μαρκησία ντε Πομπαντούρ, η ερωμένη του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΕ΄, κατείχε μια εξαιρετικά σημαντική θέση, επηρέασε υπέρ της Εγκυκλοπαίδειας πολλούς υπουργούς και άλλα πρόσωπα με επιρροή, ώστε τελικά εκδόθηκαν παρά την απαγόρευση που ίσχυε από το 1753 έως το 1756, τέσσερις νέοι τόμοι.



Η πίεση όμως των αντιπάλων της Εγκυκλοπαίδειας αυξήθηκε, και έτσι το 1758 επήλθε μια νέα απαγόρευση. Ακόμη και ο πάπας δεν ενέκρινε το έργο. Η Εγκυκλοπαίδεια όμως σημείωσε τεράστια επιτυχία όχι μόνο στη Γαλλία αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, και καθώς η γαλλική κυβέρνηση εισέπραττε πολλά χρήματα από την πώληση αντιτύπων της Εγκυκλοπαίδειας στην Ευρώπη, ενθάρρυνε τον Ντιντερό και τους υπόλοιπους Εγκυκλοπαιδιστές να συνεχίσουν τη συγγραφή της. Ο Ντιντερό έγραψε και τους υπόλοιπους δέκα τόμους, μαζί με πέντε τόμους εικονογραφήσεις μέχρι το 1765, αποσύρθηκε όμως - μετά από είκοσι χρόνια συγγραφής - και άφησε στους συνεχιστές τους να εκδώσουν και τους υπόλοιπους τελευταίους τόμους με εικόνες. Όπως και οι υπόλοιποι τόμοι της Εγκυκλοπαίδειας, έτσι και αυτοί, συνέβαλαν στη μεγάλη φήμη και τη διάδοση του έργου σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Παράλληλα με την Εγκυκλοπαίδεια ο Ντιντερό συνέγραφε και άλλα έργα. Το 1746 ολοκλήρωσε το έργο του Φιλοσοφικές σκέψεις (Pensées philosophiques). Το 1749 φυλακίστηκε εξαιτίας του συγγράμματος του Γράμμα για τους τυφλούς (Lettre pour les aveugles). Το 1751 έγινε μέλος της Ακαδημίας των Επιστημών στο Βερολίνο. Ως φυσικός επιστήμονας, ο Ντιντερό ασχολήθηκε με το έργο του Σκέψεις για την ερμηνεία της φύσης (Pensées sur l'interprétation de la nature), στο οποίο τάσσεται υπέρ των πειραμάτων και κατά των θεωρητικών ψευδορασιοναλιστικών ιδεών του Καρτέσιου.




Έγραψε επίσης θεατρικά έργα, όπως το Φυσικός γιος (Fils naturel) το 1757 και το Πατέρας της οικογένειας (Le Père de famille) το 1758. Όσον αφορά τα μυθιστορήματα, το πιο γνωστό και συνάμα το πιο επιτυχημένο του είναι Η μοναχή (La religieuse), το οποίο περιγράφει τα πάθη και τις δυσκολίες μιας γυναίκας που δεν θέλει να είναι μοναχή.

Μαζί με την σκληρή συγγραφική δουλειά του ο Ντιντερό φρόντιζε να έχει συχνές επαφές με τους Παριζιάνους διανοούμενους διαφωτιστές της εποχής. Όπως ο Βολταίρος, έτσι και ο Ντιντερό, αναζητούσε ένα φωτισμένο μονάρχη, τον οποίο βρήκε στο πρόσωπο της τσαρίνας Αικατερίνης, η οποία καταγόταν από τη Γερμανία και του άφησε στη διάθεσή του, το 1765, τη βιβλιοθήκη της. Τον προσέλαβε ως βιβλιοθηκάριο και τον βοήθησε οικονομικά, ενώ το 1773 ο Ντιντερό έμεινε για ένα διάστημα στην Αγία Πετρούπολη. Ο Ντιντερό βρήκε υποστήριξη στον κύκλο των Μασόνων, αλλά το εάν ο ίδιος του ήταν Μασόνος δεν είναι ιστορικά εξακριβωμένο.
http://el.wikipedia/.
Από:

Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Λωτρεαμόν

Ο Ιζιντόρ Ντυκάς (Isidore Lucien Ducasse, 4 Απριλίου 1846 - 24 Νοεμβρίου 1870), γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Λωτρεαμόν ή Κόμης του Λωτρεαμόν, ήταν Γάλλος ποιητής, δημιουργός των Ασμάτων του Μαλντορόρ που αποτελούν και το σημαντικότερο έργο του.


Ο Ιζιντόρ Ντυκάς γεννήθηκε στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάη την περίοδο που ο πατέρας του εργαζόταν στο γαλλικό προξενείο. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τα Άνω Πυρηναία και φαίνεται πως διέθετε μία αξιόλογη περιουσία, αν και τα περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ντυκάς δεν είναι ως σήμερα εξακριβωμένα. Γνωρίζουμε πως ο Ντυκάς ταξίδεψε στο Παρίσι με σκοπό να δώσει εξετάσεις στην Πολυτεχνική Σχολή και στη Σχολή Μεταλλειολόγων, περίπου τον Αύγουστο του 1867. Το 1868 δημοσίευσε το πρώτο από Τα άσματα του Μαλντορόρ, έργο που ολοκληρώθηκε περίπου ένα χρόνο αργότερα και περιελάμβανε συνολικά έξι άσματα, γραμμένα σε πεζό λόγο αλλά κατά βάση ποιητικού χαρακτήρα. Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο Κόμης του Λωτρεαμόν, ονομασία που πιθανόν να στηρίζεται στο γαλλικό μυθιστόρημα Λωτρεαμόν (Lautreamont) του Eugène Sue. Το 1870 δημοσίευσε τη συλλογή Poésies (Ποιήματα) και την ίδια χρονιά, στις 24 Νοεμβρίου πέθανε στην κατοικία του στο Παρίσι. Σχετικά με την αιτία του θανάτου του έχουν διατυπωθεί διάφορες εκδοχές και σύμφωνα με την επικρατέστερη ο θάνατός του προήλθε από κάποια μολυσματική αρρώστια.

Στη σύντομη διάρκεια της ζωής του, ο Λωτρεαμόν κατάφερε να ολοκληρώσει μόλις δύο έργα, τα Άσματα του Μαλντορόρ, που θεωρείται και το σημαντικότερο, καθώς και τη συλλογή Ποιήματα. Τα Άσματα του Μαλντορόρ, αν και ολοκληρώθηκαν περίπου το καλοκαίρι του 1869, δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ στη Γαλλία ενόσω ζούσε ο Λωτρεαμόν, είτε λόγω του φόβου του εκδότη του για μια πιθανή ποινική δίωξη, καθώς αποτελούσε για τα δεδομένα της εποχής ένα πολύ προκλητικό έργο, είτε λόγω κάποιας οικονομικής διένεξης. Για το λόγο αυτό, ο Λωτρεαμόν παρέμεινε σχεδόν άγνωστος ανάμεσα στους λογοτεχνικούς κύκλους της εποχής, ωστόσο τα έργα του άρχισαν να αναδεικνύονται αρκετά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1885 από τον Max Waller, ο οποίος δημοσίευσε απόσπασμά από τα Άσματα του Μαλντορόρ στην βελγική επιθεώρηση Jeune Belgique. Στον 20ο αιώνα, ο λογοτέχνης Αλφρέντ Ζαρύ τόνισε επίσης την αξία του έργου του Ντυκάς ενώ και οι υπερρεαλιστές επηρεάστηκαν σημαντικά από τον Λωτρεαμόν και ανέδειξαν περαιτέρω το έργο του. Συχνά, ο Λωτρεαμόν αναφέρεται για αυτό το λόγο και ως ένας από τους προδρόμους του υπερρεαλιστικού κινήματος.

Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010

Αλέξανδρος ο Μακεδών

ΜΕΓΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ



Ο Αλέξανδρος ο Γ’ ο Μακεδών γεννήθηκε την 6η του μηνός εκατομβαιώνος το 356π.Χ. στην Πέλλα. Ήταν γιος του Φιλίππου και της Ολυμπιάδας. Ανήλθε στην εξουσία το 356π.Χ. και βασίλεψε για 12 χρόνια και 8 μήνες. Ήταν μόλις 20 ετών όταν ανήλθε στο θρόνο της Μακεδονίας, μετά τον θάνατο του πατέρα του. Οι πρώτοι του παιδαγωγοί είναι ο Λεωνίδας και ο Λυσίμαχος. Ακολουθεί ο μέγας φιλόσοφος Αριστοτέλης. Σε νεαρή ηλικία ανέλαβε το τολμηρό εγχείρημα, το μεγαλεπήβολο σχέδιο του πατέρα του να εκστρατεύσει εναντίον των Περσών. Η εκστρατεία του διήρκεσε έντεκα χρόνια (334 – 323 π.Χ.).Το 328π.Χ, εν μέσω της εκστρατείας του, τελεί γάμο με την Ρωξάνη. Το 324π.Χ, στα Σούσα, νυμφεύεται την κόρη του Δαρείου Στάτειρα και την κόρη του Ώχου Παρύσατι. Η παιδεία του Αλεξάνδρου επηρεάζεται σαφώς από τη προσωπικότητα του Αριστοτέλη. Χαρακτηριστική είναι η φράση που χρησιμοποιούσε συχνά ο ίδιος για να αποδώσει σεβασμό και τιμή στο δάσκαλό του « στο πατέρα μου οφείλω το ζήν στο δάσκαλό μου το ευ ζήν». Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο νεαρός Αλέξανδρος είχε φυσική κλίση στο διάβασμα και τη λογοτεχνία και ήταν εξαιρετικά φιλομαθής. Το πρότυπο που ακολούθησε στη ζωή του ήταν ο ομηρικός ήρωας Αχιλλέας και η παράδοση μάλιστα αναφέρει ότι συνήθιζε να φυλά κάτω από το προσκέφαλό του την Ιλιάδα, την οποία μελετούσε συχνά και θεωρούσε «εφόδιο πολεμικής αρετής». Τέλος, ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στην ενασχόληση του Αλεξάνδρου με τη φιλοσοφία η οποία του άνοιγε συνεχώς νέους πνευματικούς ορίζοντες, που έσπευδε, όσο μπορούσε και ο ίδιος, να ανακαλύψει. Ο θάνατος, στις 13 Ιουνίου του έτους 323π.Χ, βάζει τέλος στην ζωή του Ηγέτη, Πολιτικού και Στρατηγού Μεγάλου Αλεξάνδρου.


Τόλμη: το προσόν αυτό, απολύτως απαραίτητο σε κάθε ηγέτη, που μεγαλούργησε στο πέρασμα της ιστορίας, ήταν απαράμιλλο στον Αλέξανδρο και φαίνεται ξεκάθαρα στην απόφασή του να εκστρατεύσει εναντίον μιας ανίκητης αυτοκρατορίας για να τιμωρήσει τυπικά την αδικία, που είχαν διαπράξει οι Πέρσες εναντίον των Ελλήνων, ουσιαστικά όμως για να την υποτάξει και να τη διαλύσει σε ηλικία είκοσι ετών

Εξυπνάδα: το χαρακτηριστικό αυτό είχε φάνει από νωρίς, όπως διαπίστωνε συχνά και ο Αριστοτέλης. Ένα αξιόλογο δείγμα ήταν όταν σε ηλικία δεκατριών ετών τιθάσευσε το Βουκεφάλα, το άγριο άλογο, που είχαν προσπαθήσει ανεπιτυχώς να καβαλήσουν οι ακόλουθοι του πατέρα του γυρίζοντας το κεφάλι του προς τον ήλιο.

Γενναιότητα:αποτέλεσε ένα από τα κύρια χαρίσματα του κατά τη διάρκεια της ζωής του .Η γενναιότητα του έγινε φανερή σε άπειρες περιπτώσεις με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτά της μάχης των Μαλλών, στην Ινδία, όπου αψηφώντας τον όποιο κίνδυνο όρμηξε στις επάλξεις του εχθρού παρασύροντας έτσι τους στρατιώτες του που επιτέθηκαν για να βρεθούν δίπλα του και άλωσαν έτσι τη πόλη.

Ευσέβεια: φρόντιζε να ιδρύει ναούς και να αφιερώνει μετά από κάθε του νίκη στους θεούς δείχνοντας την ευγνωμοσύνη του αλλά και ζητώντας την εύνοιά τους. Πριν την αποχώρησή του από τα βάθη της Ασίας ίδρυσε δώδεκα βωμούς στον Ύφαση προς τιμή των δώδεκα ολύμπιων θεών.

Εμπιστοσύνη – Αυτοπεποίθηση - Ενθουσιασμός: η πίστη στις ικανότητες και στις δυνατότητές του τού έδιναν δύναμη να συνεχίζει και να προχωρά κάθε φορά άλλο ένα βήμα μπροστά. Το πρωί πριν από τη μάχη στα Γαυγάμηλα ήταν τόσο σίγουρος για την νίκη του, που χρειάστηκε να τον ξυπνήσει ο Παρμενίων για να ξεκινήσουν, οπότε και του δόθηκε η αποστομωτική απάντηση: «μήπως δεν θα είμαστε νικητές το απόγευμα». Παράλληλα, στην παρουσία ενός ανθρώπου που τα μάτια του λάμπουν από ενθουσιασμό, κάθε αμφιβολία και δισταγμός λιώνουν όπως το χιόνι στον Ανοιξιάτικο ήλιο. Έτσι, ο ενθουσιασμός του Μεγάλου Αλεξάνδρου, σε συνδυασμό με την παλικαριά του και την αφοβία του, τον βοηθούσε να εξυψώνει το ηθικό των στρατιωτών του, να τους εμπνέει εμπιστοσύνη και να εξαφανίζει τους δικούς τους φόβους.

Επιμονή - Αποφασιστικότητα: Αυτές οι ιδιότητες του Μακεδόνα αποτελούσαν ίσως τον κυριότερο μοχλό της δράσης του, καθώς για τον ίδιο ήταν ξεκάθαρο ότι ό,τι αποφάσιζε πως έπρεπε να γίνει…μπορούσε και να γίνει. Με επιμονή και σύστημα, λοιπόν, κατόρθωσε να κυριεύσει την πόλη της Τύρου, που όλοι την θεωρούσαν απόρθητη έως τότε. Ευρύτητα πνεύματος -

Επινοητικότητα: αν και μονάρχης στο αξίωμα ο Αλέξανδρος άκουγε προσεκτικά τις γνώμες των αξιωματικών του και δε δίσταζε να υιοθετήσει τη σωστή. Έτσι συμφώνησε με τον Παρμενίωνα και δεν προχώρησε στην αναμέτρηση στα Γαυγάμηλα παρά την επόμενη το πρωί, αφού προηγουμένως ήλεγξε τον χώρο, όπως τον είχε συμβουλεύσει ο έμπιστος στρατηγός του. Φύση επινοητικός, γεννούσε συνεχώς ιδέες και τις υλοποιούσε προς όφελος των επιδιώξεών του αλλά και των διοικούμενών του.

Διορατικότητα: ήταν σε θέση να εξάγει ασφαλή συμπεράσματα ακόμα και αν είχε στη διάθεσή του λίγα στοιχεία. Είχε την ικανότητα δηλαδή να λειτουργεί ως ηγέτης, η ασφαλής κρίση του οποίου εξασφάλιζε το καλύτερο για το λαό του. Ο τρόπος, που διοίκησε το αχανές κράτος, που δημιούργησε, κατά τρόπο που να διατηρείται η ενότητά του και η ηρεμία του το αποδεικνύει σαφώς.

Τιμή στους συντρόφους: στο δύσκολο αγώνα αναγνώριζε τις θυσίες και τους κόπους των συντρόφων του, τους οποίους τιμούσε και σεβόταν. Χαρακτηριστική περίπτωση: όταν παρουσιάστηκε στη σκηνή της μητέρας του Δαρείου μαζί με τον Ηφαιστίωνα, εκείνη μπερδεύτηκε και προσφώνησε Αλέξανδρο τον Ηφαιστίωνα. Ο στρατηγός αμήχανος πισωπάτησε και τότε ο Αλέξανδρος είπε: «και αυτός Αλέξανδρος είναι».

Τιμή στους αντιπάλους: αντιμετώπιζε ως αντιπάλους και όχι ως εχθρούς, όσους χρειάστηκε να αναμετρηθεί στο πεδίο της μάχης και για αυτό τιμούσε τη γενναιότητά τους σε αυτή. Χαρακτηριστικό δείγμα αποτελεί η συμπεριφορά του απέναντι στον ηττημένο Πώρο, τον οποίο προϋπάντησε, αγκάλιασε και φρόντισε, όπως ταιριάζει σε βασιλιά.

Γνώστης ψυχολογίας στρατεύματος: ήξερε πολύ καλά πώς να ξεσηκώνει το στρατό του, πώς να τον ελέγχει και το κυριότερο βέβαια πώς να τον κατευθύνει προς τα εκεί, που επιθυμούσε χρησιμοποιώντας τα απαραίτητα ψυχολογικά τεχνάσματα απευθυνόμενος στα συναισθήματα και στα ένστικτά τους. Έτσι, όταν οι στρατιώτες του στασίασαν, κατορθώνει με την απόλυσή τους να τους φιλοτιμήσει και κάνοντας μια μεγάλη γιορτή να τους γεμίσει με τον πρώτο ενθουσιασμό.

Γνώστης ψυχολογίας πλήθους: εκτός από το στρατό του ο Αλέξανδρος είχε την ικανότητα να επικοινωνεί και με τους λαούς, που κατακτούσε. Ικανότητα εξαιρετικά σοβαρή, αν αναλογιστούμε ότι είχε να αντιμετωπίσει ανθρώπους με εντελώς διαφορετικές πολιτισμικές καταβολές από τον ίδιο και τους στρατιώτες του. Μεγαλειώδης είναι η στιγμή, που με το σπαθί του λύνει το Γόρδιο δεσμό στην πόλη Γόρδιο και περνά το μήνυμα σε όλους ότι είναι ο νέος κυρίαρχος της Ασίας σύμφωνα με την λαϊκή πεποίθηση, που υπήρχε.

Γνώστης ψυχολογίας αντιπάλων: η ικανότητα αυτή έδωσε τις μεγαλύτερες επιτυχίες στο Στρατηγό, αφού μπορούσε να αντιλαμβάνεται τον τρόπο σκέψης των αντιπάλων και να προσαρμόζει τη δράση του σε αυτή. Για παράδειγμα οι συνεχείς μετακινήσεις του στρατού του στις όχθες του Υδάσπη είχαν ως αποτέλεσμα την παραπλάνηση του Πώρου. Η ενδεκαετής εκστρατεία των Μακεδόνων στα βάθη της Περσίας και η νικηφόρα αναμέτρησή τους με τους δεκάδες γηγενείς πληθυσμούς είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός εκτεταμένου κράτους, που απλώνονταν από την Αδριατική χερσόνησο έως τον Ινδό ποταμό και από τη Κασπία θάλασσα έως την Αίγυπτο. Οι κάτοικοι του κράτους αυτού ήταν εντελώς ανομοιογενείς ως προς τα πολιτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους, καθώς μιλάμε για ένα πλήθος λαών με ξεχωριστές και ιδιαίτερες παραδόσεις. Το εξαιρετικά ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι οι Έλληνες μέσα σε αυτό το αχανές πολιτικό δημιούργημα αποτελούσαν μια μικρή μειοψηφία. Η πρόκληση, που ανοίγονταν μπροστά στον Αλέξανδρο να διοικήσει αυτό το κράτος διατηρώντας ταυτόχρονα την ενότητα και την ηρεμία του, πρέπει να αντιμετωπιζόταν από τον ίδιο ως εξίσου τολμηρή όσο και να το δημιουργήσει.

Γνώριζε πολύ καλά από διοίκηση του ανθρωπίνου παράγοντα καθώς και των λειτουργιών που στοιχειοθετούν την ορθή και επιτυχημένη διοίκηση : Τον ορθό και μελετημένο σχεδιασμό, την άρτια οργάνωση, την κατάλληλη στελέχωση, την υποκίνηση (κάνοντας χρήση των τεσσάρων τρόπων υποκίνησης δηλαδή του χρήματος, της ιδεολογίας του συμβιβασμού και του εγώ), και τον έλεγχο. Οι πολιτικές – διοικητικές του ρυθμίσεις και επιλογές υπογραμμίζουν για άλλη μια φορά την εξυπνάδα του Μακεδόνα βασιλιά, που αποδείχθηκε θαυμάσιος ηγεμόνας όχι μόνο στα πεδία των μαχών, όπου οι τολμηρές του επιλογές τον δικαίωσαν βέβαια, αλλά και στην περίοδο της ειρήνης και της ανάγκης για ανοικοδόμηση, που ακολούθησε.

Συγκεκριμένα: Διατήρησε τη διοικητική διαίρεση σε Σατραπείες χρησιμοποιώντας μάλιστα στη Διοίκηση εκτός από Έλληνες και αυτόχθονες Αξιωματικούς. Προώθησε το σύστημα της νομισματικής οικονομίας καταργώντας στη περίπτωση αυτή τη Σατραπεία ως φορολογική μονάδα και αντικαθιστώντας με φορολογική περιφέρεια που περιελάμβανε περισσότερες από μία Σατραπείες. Οι θησαυροί που συγκεντρώνονταν μεταβάλλονταν σε χρυσό νόμισμα. Ίδρυσε το Στρατιωτικό σώμα των Επιγόνων στο οποίο συμπεριέλαβε 30000 νεαρούς Πέρσες τους πρώτα εκπαίδευσε στη Μακεδονική πολεμική τακτική και στα Ελληνικά γράμματα. Σεβάστηκε και υιοθέτησε τις τοπικές συνήθειες, τις παραδόσεις και το διαφορετικό τρόπο άσκησης της εξουσίας για κάθε λαό. Έτσι ενθάρρυνε τους μικτούς γάμους μεταξύ Ελλήνων και Περσών ως μέσο συμφιλίωσης και δεχόταν να τον προσκυνούν ως ηγεμόνα. Ακόμα δεχόταν να τον φιλούν οι Πέρσες, πρακτική εντελώς απαγορευμένη για τη μακεδονική νοοτροπία της εποχής.


Στην παρούσα εργασία δεν κρίνεται σκόπιμη η λεπτομερής ανάλυση των μαχών του Μεγάλου Αλεξάνδρου, δια τούτο, στο παρόν κεφάλαιο θα ακολουθήσει μια απλή καταγραφή των κυριότερων πολεμικών κατορθωμάτων του Στρατηγού Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το 339π.Χ, κατά την διάρκεια της εκστρατείας του πατέρα του στον Εύξεινο Πόντο, ο Μέγας Αλέξανδρος νικά τους Μαίδους. Το 336π.Χ, μετά τον θάνατο του πατέρα του, αναλαμβάνει την βασιλεία και εξοντώνει τους διεκδικητές του θρόνου. Εκστρατεύει για πρώτη φορά στην Νότια Ελλάδα. Το 335π.Χ εκστρατεύει στον Βορρά κατά των Τριβαλλών τους οποίους και υποτάσσει, διαβαίνει τον ποταμό Ίστρο και συντρίβει τους Γέτες. Επίσης, νικά τους Ιλλυριούς παρά το Πήλιο, εκστρατεύει για δεύτερη φορά στην Νότιο Ελλάδα και την υποτάσσει πλήν της Σπάρτης και υποτάσσει και την πόλη των Θηβών. Το 334π.Χ ξεκινάει την εκστρατεία της Ασίας, πραγματοποιεί διέλευση του Ελλήσποντου και κατάληψη της Τρωάδος, διεξάγει νικηφόρα την μάχη του Γρανικού, καταλαμβάνει την Αιόλιδα, την Ιωνία και την Καρία, εκπορθεί την Μίλητο και την Αλικαρνασσό. Το 333π.Χ καταλαμβάνει το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, λαμβάνει χώρα το επεισόδιο του Γόρδιου Δεσμού, διεξάγει νικηφόρα την μάχη της Ισσού, καταλαμβάνει την Συρία και την Φοινίκη. Το 332π.Χ εκπορθεί μετά από πολιορκία την Τύρο και την Γάζα, καταλαμβάνει την Αίγυπτο. Το 331π.Χ διεξάγει νικηφόρα την μάχη στα Γαυγάμηλα και καταλαμβάνει την Βαβυλώνα, τα Σούσα και την Περσέπολη. Το 330π.Χ καταλαμβάνει τα Εκβάτανα, υποτάσσει τις ανατολικές σατραπείες του περσικού κράτους και τις σατραπείες της Υρκανίας, της Παρθυηνής, της Αρίας, της Δραγγιανής, της Αραχωσίας και της Γεδρωσίας. Το 329π.Χ κατακτά την Βακτριανή και την Σογδιανή και καταστέλλει αργότερα την πρώτη επανάσταση της Σογδιανής. Το 328π.Χ καταστέλλει την δεύτερη επανάσταση της Σογδιανής. Το 327π.Χ αρχίζει την εκστρατεία της Ινδίας, υποτάσσει την επί τάδε Ινδούς χώρα, εισβάλλει στην κοιλάδα του Ινδού. Το 326π.Χ διεξάγει νικηφόρα την μάχη του Υδάσπη ποταμού και διεξάγει νικηφόρους αγώνες κατά των Μαλλών. Το 325π.Χ διασχίζει την έρημο της Γεδρωσίας με πολλές απώλειες και δημιουργεί στόλο για τον περίπλου του Ινδικού Ωκεανού. Το 324π.Χ επιστρέφει στην Περσέπολη και τα Σούσα. Το 323π.Χ επιστρέφει στην Βαβυλώνα, αρχίζει τις προπαρασκευές της Μεγάλης Στρατιάς και πρίν τις ολοκληρώσει, πεθαίνει.


Ο Μ. Αλέξανδρος κρινόμενος ως στρατιωτικός, μέσα από το πλούσιο πολεμικό του έργο, αναγνωρίζεται ως Μέγας Στρατηγικός νους και άριστος στρατιωτικός οργανωτής και αριστοτέχνης της τακτικής. Πολεμούσε πάντα στην πρώτη γραμμή ευδιακρίτως (λόγω της πανοπλίας). Στις πάμπολλες μάχες τις οποίες έδωσε φαίνεται καθαρά το στρατηγικό δαιμόνιο από τις Αρχές Πολέμου που είχε καθιερώσει και από τον τρόπο με τον οποίο τις εφάρμοζε. Αυτές δε είναι οι ακόλουθες:

α. Εκλογή του Σκοπού και Εμμονή σ’ αυτόν. Ο τελικός σκοπός του πολέμου είναι η καταστροφή των Ενόπλων Δυνάμεων του εχθρού και η συντριβή της θελήσεως του. Η αρχή αυτή του πολέμου φάνηκε περισσότερο στην μάχη του Γρανικού ποταμού (31-5-334 π.Χ.) κατά την οποία ο Μ. Αλέξανδρος κατανίκησε τις υπέρτερες Περσικές δυνάμεις, γνωρίζοντας ότι η νίκη του αυτή αφ’ ενός μεν θα εξυψώσει το γόητρό του, αφ’ ετέρου θα εξασφαλίσει την απελευθέρωση ολόκληρης σχεδόν της Μ. Ασίας και θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την πλήρη επιτυχία της εκστρατείας του.

β. Επιθετική Ενέργεια. Η επιθετική ενέργεια διέκρινε όλες τις μάχες του Μ. Αλεξάνδρου καθότι μόνο δι’ αυτής επιτυγχάνεται η διατήρηση και εκμετάλλευση της πρωτοβουλίας και επιβολή της θελήσεως επί του αντιπάλου.

γ. Ελιγμός. Σ’ όλες τις μάχες ο Αλέξανδρος συνήθιζε να εκτελεί κατάλληλες κινήσεις των δυνάμεών του σε χώρο και χρόνο ώστε να βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι του αντιπάλου του, λαμβανομένου υπόψη ότι τις περισσότερες φορές η δύναμη του αντιπάλου ήταν μεγαλυτέρα.

δ. Επίθεση ισχυρού τμήματος σε ασθενές του αντιπάλου. Την αρχή αυτή εφάρμοσε ο Μ. Αλέξανδρος στη μάχη των Γαυγαμήλων (1-10-331 π.Χ.) προκειμένου να πετύχει την διάλυση του αντιπάλου. ε. Ασφάλεια – προστασία. Μεγάλη σημασία έδιδε ο Μ. Αλέξανδρος στην ασφάλεια και την προστασία του στρατεύματος αφ’ ενός μεν με την λήψη των καταλλήλων σχηματισμών ώστε να μην μένει κάποια πλευρά ακάλυπτη και με την χρήση της ασπίδας, αφ’ ετέρου δε με τη λήψη των απαιτουμένων μέτρων προς αποφυγή του αιφνιδιασμού. στ. Οικονομία δυνάμεων. Η αρχή αυτή του πολέμου εφαρμόστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Αλέξανδρο στη μάχη της Ισσού, όπου αμυνόμενος στην αριστερή πτέρυγα (οικονομία δυνάμεων) συγκέντρωσε επίλεκτες δυνάμεις στη δεξιά του πτέρυγα (ΚΠ) και με αυτόν τον τρόπο κατάφερε το επιθυμητό αποτέλεσμα.

ζ. Συγκέντρωση. Ο Μ. Αλέξανδρος είχε την ιδιαίτερη ικανότητα στην εφαρμογή αυτής της αρχής του πολέμου, καθ’ ότι, σε συνδυασμό με τις άλλες αρχές του πολέμου κατόρθωνε με πολύ μικρότερη δύναμη από τον αντίπαλο του να επιτυγχάνει αποφασιστική υπεροχή έναντι αυτού σε τόπο και χρόνο. η. Ενότητα Διοικήσεως. Η επίτευξη κάθε φορά του επιδιωκομένου αποτελέσματος αναμφισβήτητα σε πολύ μεγάλο ποσοστό οφείλετο στην ενότητα της Διοικήσεως. Αυτό προϋποθέτει, πειθαρχία και εκπαίδευση, στοιχεία δια τα οποία διακρίνονταν ο στρατός του Μ. Αλέξανδρου.

θ. Αιφνιδιασμός. Άλλη μία από τις αρχές του πολέμου που χρησιμοποίησε ο Μ. Αλέξανδρος ήταν ο αιφνιδιασμός, κατά τον οποίο προσέβαλλε τον εχθρό σε τόπο και χρόνο και από κατεύθυνση που δεν αναμένετο από τον εχθρό. Η αρχή του αιφνιδιασμού έτυχε εφαρμογής στη μάχη του Υδάσπη. ι. Απλότης. Η επιτυχής εκτέλεση του ελιγμού που είχε σχεδιασθεί σε όλες τις μάχες αποδεικνύει την απλότητα των σχεδίων του Μ. Αλεξάνδρου ώστε να γίνονται από όλους κατανοητά και να μην επέρχεται σύγχυση. Επίσης, ήταν πολύ καλός γνώστης της παραπλάνησης, της οποίας έκανε χρήση στην διεξαγωγή των μαχών του. Στην πολιορκία της Τύρου, εγκαθίδρυσε (εμμέσως) το όπλο του μηχανικού και διεξήγαγε ποικιλόμορφες και συνδυασμένες επιχειρήσεις στρατού ξηράς και ναυτικού. Στην πολιορκία της πόλεως Πέτρα, χρησιμοποίησε καταδρομείς για την κατάληψη αυτής. Αναμφισβήτητα ο Μ. Αλέξανδρος ως ηγήτωρ υπήρξε τέλειος. Για να επιτύχει δε τον αντικειμενικό του σκοπό ο οποίος ήταν η δημιουργία ενός Οικουμενικού κράτους, θα έπρεπε, αφ’ ενός μεν να κυριαρχήσει στους λαούς της Ασίας, αφ’ ετέρου δε με λίγες χιλιάδες Μακεδόνες στρατιώτες να κρατεί επ’ άπειρον μυριάδες βαρβάρους υπό την εξουσία του. Για να επιτύχει του αντικειμενικού του σκοπού έκανε χρήση και εφαρμογή διαφόρων μέσων ψυχολογικών επιχειρήσεων όπως παρακάτω: Τον Προφορικό λόγο, τον Γραπτό λόγο και Έτερα μέσα (σύμβολα – συνθήματα –δώρα-ήθη και έθιμα κ.λ.π.).

Εάν μελετήσουμε προσεκτικά όλη την εκστρατεία του Μεγάλου Στρατηλάτη θα δούμε ότι ήταν γνώστης των κανόνων χρησιμοποιήσεως των μέσων ψυχολογικών επιχειρήσεων. Χρησιμοποιούσε τα μέσα διεξαγωγής Ψ. Ε. όταν ήταν αναγκαία η μετάδοση ενός μηνύματος στο στόχο. Τα χρησιμοποιούμενα ψυχολογικά μέσα ήταν προσαρμοσμένα στο μορφωτικό-κοινωνικό και πολιτιστικό επίπεδο του στόχου. Σεβάστηκε πάντοτε τις Αρχές και τις Αξίες του στόχου. Χρησιμοποίησε πολλές φορές περισσότερα του ενός μέσα. Ακολούθως αναφέρονται ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιήσεως μέσων για την επίτευξη των ψυχολογικών επιχειρήσεων του Μ. Αλεξάνδρου.

Το 335 π.Χ. όταν ο βασιλιάς των Τριβαλλών, Σύρμος, ζήτησε τη φιλία του Μ. Αλεξάνδρου, αυτός την έδωσε με ευχαρίστηση, πιστεύοντας πως για πολλά χρόνια δεν θα τον ενοχλούσαν οι λαοί αυτοί. Στην μάχη του Γρανικού ποταμού ο Μ. Αλέξανδρος έδωσε εντολή να ταφούν με τιμές οι επίσημοι Πέρσες ενώ παράλληλα επισκέφτηκε όλους τους τραυματίες ρωτώντας τους ξεχωριστά τον καθένα για τα τραύματά τους. Ο Μ. Αλέξανδρος επέτρεψε όπως η πόλη των Σάρδεων διοικείται ελεύθερα σύμφωνα με τα δικά τους έθιμα. Μόνο στην Ακρόπολη των Σάρδεων διέταξε να ανοικοδομηθεί ένας ναός του Δία. Αυτό ήταν αρκετό για να κατακτηθεί μία νέα πόλη από τον Ελληνικό πολιτισμό. Κατά την αναμέτρηση της Ισσού ο Μ. Αλέξανδρος είχε την ευκαιρία να αποδείξει στην οικογένεια του Δαρείου που είχε συλληφθεί αιχμάλωτη, ότι δεν επεδίωξε ποτέ το κακό του Δαρείου τον οποίο θεωρούσε γενναίο εχθρό, αλλά έπρεπε να τον αντιμετωπίσει προκειμένου να κυριαρχήσει στην Ασία.

Ήταν μάλιστα ευτυχής που του δινόταν η ευκαιρία να περιποιηθεί και να τιμήσει την οικογένειά του. Η συμπεριφορά του Μ. Αλεξάνδρου καταγοήτευσε τις πριγκίπισσες που έτρεξαν να τον ευχαριστήσουν, όπως και οι άλλες γυναίκες που ήταν εκεί. Λέγεται ακόμη πως όταν ο Αλέξανδρος βρισκόταν μέσα στην σκηνή της βασιλομήτορος αυτή σήκωσε ψηλά το μικρό εγγονάκι της, το γιο του Δαρείου που ήταν έξι χρονών. Ο Αλέξανδρος σήκωσε το μικρό στην αγκαλιά του και εκείνο χωρίς φόβο αγκάλιασε από τον λαιμό το βασιλιά με τα μικρά του χεράκια. Πριν την κατάληψη της Τύρου ο Μ. Αλέξανδρος ζήτησε με φιλικό τρόπο από το συμβούλιο της Τύρου να πάει προσκαλεσμένος ως φίλος και να προσφέρει θυσίες στον Πολιούχο Θεό Ηρακλή. Αναμφίβολα αυτή ήταν η πραγματική πρόθεσή του. Η πόλη θα παρέμενε στο Μακεδονικό κράτος ελεύθερη όπως η Έφεσος και οι άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας, λατρεύοντας όποιο θεό ήθελαν. Ο Μ. Αλέξανδρος σταμάτησε την πορεία του προς τον Ευφράτη λόγω του θανάτου της Στάτειρος, συζύγου του Δαρείου (που ήταν αιχμάλωτη). Το μοιρολόϊ και ο ενταφιασμός έγιναν με όλη την επιβαλλόμενη μεγαλοπρέπεια και επισημότητα. Τα κλάματα του περιβάλλοντος της και θρήνοι της πεθεράς της τον συγκίνησαν και άρχισαν να τρέχουν τα δάκρυα του από ανθρώπινη συγκίνηση. Ακόμη νήστεψε ολόκληρη την άλλη ημέρα όπως συνήθιζαν οι Πέρσες. Λέγεται ακόμα πως στα Σούσα ο Μ. Αλέξανδρος για να ευχαριστήσει την Συσέγαμβρη, τη μάνα του Δαρείου που ήταν αιχμάλωτη, της πρόσφερε ως δώρα ωραιότατα πολύτιμα Μακεδονικά υφάσματα.


Η προσωπικότητα του Μ. Αλεξάνδρου, η πορεία του, τα πολεμικά του επιτεύγματα, η πολιτική του ευφυΐα και η λάμψη της προσωπικότητάς του τον έκαναν θρύλο στο πέρασμα του χρόνου και στην μνήμη των λαών, που κατέκτησε αλλά και στη μνήμη των λαών της Δύσης. Πολλά έργα γράφτηκαν στηριζόμενα στη ζωή και στο έργο του Μακεδόνα βασιλιά, όπου η ζωή του και το έργο του παρουσιάζονται με τρόπο μυθικό.

Χαρακτηριστικά αναφέρουμε:

α. «Βίος Αλεξάνδρου του Μακεδόνος», αγνώστου συγγραφέως, κυκλοφόρησε στην Αίγυπτο τον 3ο αιώνα μ.Χ και μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.

β. Το βιβλίο των βασιλέων «Σαχνάμα», του πέρση ποιητή Φιρντουσή, κυκλοφόρησε στη Περσία τον 10ο αιώνα και παρουσιάζει τον Αλέξανδρο ως νόμιμο διάδοχο του Δαρείου και υπερασπιστή της εθνικής θρησκείας των Αρχαίων Περσών, της πυρολατρίας.

γ. Το βιβλίο του Αλεξάνδρου « Ισκαντάρμα», του πέρση ποιητή Νιζάμη, κυκλοφόρησε στη Περσία τον 13 αιώνα μ.Χ. και σε αυτό ο Αλέξανδρος θεωρείται σοφός αλλά και προφήτης του Ισλάμ. Άλλωστε και στο ίδιο το κοράνιο ο Αλέξανδρος παρουσιάζεται ως προφήτης της προϊσλαμικής εποχής. δ. Ρημάδα του Μ. Αλεξάνδρου κυκλοφόρησε τον 13ο αιώνα στη Βυζαντινή αυτοκρατορία.

ε. «Η φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου» κυκλοφόρησε στον ελληνικό χώρο τον 18ο αιώνα και ήταν πολύ διαδεδομένο κυρίως ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα. Τελειώνοντας, δεν μπορεί να μην αναφερθεί ότι ο Μέγας Αλέξανδρος παρέμεινε αήττητος μέχρι το τέλος της ζωής του.

Ο Αλέξανδρος πέθανε βασιλιάς μιας τεράστιας αυτοκρατορίας,

χαιρετώντας τους στρατιώτες του έναν – έναν.

Θα παραμείνει ως ένας ανεξάντλητος φάρος και φωτεινό παράδειγμα στην Ιστορία του ανθρώπου, καθοδηγώντας τις νέες γενιές.

Θα μείνει δε στην ιστορία ως

«Ο Αλέξανδρος ο Μακεδών, ο Μέγιστος των Ελλήνων»

Κυριακή 3 Οκτωβρίου 2010

Απόσπασμα από τον Ηλίθιο...“Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι”

Σκεφτόταν μαζί με τ’ άλλα πως όταν τον βρίσκαν αυτές οι κρίσεις της επιληψίας, υπήρχε μια φάση, αμέσως σχεδόν πριν πέσει χάμω (εφόσον βέβαια αυτά τα πάθαινε στον ξύ­πνο του), όταν ξαφνικά μέσα στη θλίψη της ψυχικής του καταχνιάς, της κατάθλιψης, στιγμές-στιγμές σαν να πετού­σε το μυαλό του φλόγες κι όλες μέσα του οι δυνάμεις της ζωής τανύζονταν διαμιάς με ορμή ασυνήθιστη.

Η αίσθηση της ζωής, η συνείδηση του εαυτού του δεκαπλασιαζόταν σχεδόν αυτές τις στιγμές που κρατούσαν τόσο όσο μια αστραπή. Ο νους, η καρδιά φωτίζονταν από ένα ασυνήθι­στο φως· όλες οι συγκινήσεις, όλες του οι αμφιβολίες, όλες του οι ανησυχίες ξαφνικά σαν να γαλήνευαν, σβήναν μέσα σε μια ανώτερη απανεμιά, έμπλεη από μια ολοκάθαρη, αρ­μονική χαρά κι ελπίδα, γιομάτη φρόνηση κι αίσθηση ενός υπέρτατου τέλους. Αλλά οι στιγμές αυτές, αυτά τ’ αστρα­φτερά λαμπυρίσματα δεν ήταν παρά η προαίσθηση μόνο εκείνου του έσχατου δευτερόλεπτου (ποτέ παραπάνω από ένα δευτερόλεπτο) από το οποίο άρχιζε η ίδια πια η κρίση. Τούτο το δευτερόλεπτο ήταν βέβαια αβάσταχτο.

‘Όταν έπειτα, δηλαδή όταν πια ήταν στα καλά του, τις συλλογιζό­ταν αυτές τις στιγμές, συχνά έλεγε: μα αυτές οι αστραπές κι αναλαμπές μιας ανώτερης αίσθησης και συνείδησης του εαυτού μου και συνεπώς και του «ανώτερου όντος» δεν εί­ναι παρά μια αρρώστια, δεν είναι παρά μια παρέκκλιση από την ομαλή μας κατάσταση, άρα σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι ένα στάδιο ύπαρξης ανώτερο, αντίθετα πρέπει να το κατατάξουμε χαμηλά, στο πιο χαμηλό σκαλί. Κι όμως, παρ’ όλα αυτά, στο τέλος-τέλος, οδηγήθηκε σ’ ένα από τα πιο παράδοξα συμπεράσματα: «Και τι σαν είναι αρ­ρώστια; είπε τέλος πάντων. Τι σημασία έχει αν η ένταση αυτή είναι ανώμαλη, αφού το ίδιο το αποτέλεσμα, αφού η στιγμιαία εκείνη αίσθηση, όπως τη θυμάσαι και την κρίνεις γερός πια, βεβαιώνεσαι πως είναι μια αρμονία ανώτερου τύπου, μια ομορφιά ανώτερου τύπου, σου χαρίζει ένα ανή­κουστο κι αμάντευτο αίσθημα τον ολοκληρωμένου, του τέ­λειου, του αρμονικού και μιας ολόχαρης κατανυχτικής συ­νένωσης με την πιο υψηλή που υπάρχει σύνθεση της ζωής;». Αυτές οι νεφελωμένες εκφράσεις τον φαίνονταν εκείνου του ίδιου πολύ κατανοητές, παρ’ όλο που ήταν ακόμη πάρα πολύ χλιαρές. Ότι όμως αυτή εκεί ήταν αληθι­νή «ομορφιά και προσευχή», ότι πραγματικά ήταν μια«ανώτερη σύνθεση ζωής», γι’ αυτό το πράγμα δεν είχε αμ­φιβολία, δεν μπορούσε ούτε να δεχτεί καν την παραμικρή αμφιβολία. Δεν είναι να πεις πως εκείνη τη στιγμή έβλεπε τίποτα οράματα, που εξευτελίζουν τη σκέψη, στρεβλώνουν την ψυχή, σαν να ‘πιε χασίσι, όπιο ή κρασί, οράματα αφύ­σικα κι ανύπαρχτα. Αυτό ήταν σε θέση να το κρίνει όταν πια περνούσε η νοσηρή του κατάσταση. Ίσα-ίσα οι στιγμές εκείνες δεν ήταν παρά μια έκτακτη ενισχυμένη αυτοσυνεί­δηση – για να εκφράσει όλη αυτή την κατάσταση του με μια λέξη —, συνείδηση και συνάμα μια αίσθηση του εαυτού του όσο είναι δυνατό να τη φανταστεί κανείς ατόφια. Αν εκείνο το δευτερόλεπτο, δηλαδή την εντελώς τελευταία στιγμή συ­νείδησης προτού πέσει χάμω, προλάβαινε να πει καθαρά και συνειδητά στον εαυτό του: «Ναι, γι’ αυτή τη στιγμή μπορώ να δώσω όλη τη ζωή μου!» — θα έλεγε αυτό που πραγματικά πίστευε: μα και βέβαια η στιγμή τούτη μόνη της αξίζει μια ολόκληρη ζωή. Βέβαια, το άλλο σκέλος του συλλογισμού του διόλου δεν το συμπαθούσε: η χαύνωση, το ψυχικό σκοτάδι, η αποβλάκωση ορθώνονταν μπροστά του κραυγαλέες συνέπειες εκείνων των «ύψιστων στιγμών». Σοβαρές αντιρρήσεις πάνω σ’ αυτό δε θά ‘χε. Το συμπέρασμα του, δηλαδή η εκτίμηση που έδινε σε κείνη τη στιγμή έκρυ­βε ένα σφάλμα, ωστόσο η πραγματικότητα εκείνου που είχε νιώσει τον έφερνε σε μια σύγχυση. Αλήθεια, πώς να την αρνηθείς την πραγματικότητα; Μα γινόταν, ήταν αληθινό αυτό που έλεγε, ο ίδιος προλάβαινε κι έλεγε στον εαυτό του μέσα σε κείνη τη στιγμή, προλάβαινε να πει πως τούτη η στιγμή με την απέραντη ευτυχία που του φέρνει κι αυτός τη νιώθει απόλυτα, αξίζει, αλήθεια μια ζωή ολόκληρη. «Αυτή τη στιγμή – όπως είπε κάποτε στον Ραγκόζιν στη Μόσχα, στις συναναστροφές τους τότε εκεί- αυτή τη στιγμή αρχίζω να καταλαβαίνω την παράξενη έκφραση πως χρόνος πια δεν θα υπάρχει. Πιθανόν, πρόσθεσε χαμογε­λώντας, είναι η ίδια εκείνη στιγμή που δεν πρόλαβε να χυ­θεί το νερό από το αναποδογυρισμένο κανάτι του επιληπτι­κού Μωάμεθ, ενώ εκείνος πρόλαβε μέσα σ’ αυτό το δευτε­ρόλεπτο να δει όλα τα δώματα του Αλλάχ».
 
Από: http://lesxianagnosisfyodordostoyevsky.wordpress.com/

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι

Ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι υπήρξε κορυφαία μορφή της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ρωσικής καταγωγής. Γεννήθηκε το 1821 στη Μόσχα. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Μηχανικών της Αγίας Πετρούπολης. Υπηρέτησε στο στρατό για ένα μικρό χρονικό διάστημα αλλά τον εγκατέλειψε γρήγορα γιά να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Θέμα των έργων του, η ίδια η ζωή. Είδε από κοντά τις υποβαθμισμένες συνοικίες, γνώρισε τη φτώχεια, τον πόνο, την εξαθλίωση των ταπεινών ανθρώπων και στη συνέχεια μετέφερε τις εικόνες αυτές στα μυθιστορήματα του. Ασχολήθηκε με τον άνθρωπο και την κοινωνία και υπήρξε αγωνιστής και επαναστάτης.Εναντιώθηκε στην πολιτική του Τσάρου Νικολάου του Α''. Αυτή του η στάση είχε αποτέλεσμα να κατηγορηθεί για συνωμοσία και να καταδικαστεί σε τετραετή φυλάκιση. Τα χρόνια του εγκλεισμού του στις φυλακές του Όμσκ υπέφερε τρομερά βασανιστήρια και εξευτελισμούς. Στα χρόνια της φυλάκισης και εξορίας του αντλούσε δύναμη από μια Καινή Διαθήκη που είχε μαζί του. Το 1859 επέστρεψε στην Πετρούπολη και εξέδωσε μαζί με τον αδελφό του δύο περιοδικά τα οποία, όμως, δεν σημείωσαν επιτυχία με αποτέλεσμα ο Ντοστογιέφσκι να βρεθεί καταχρεωμένος. Ο μόνος τρόπος γιά να συγκεντρώσει χρήματα και να ξεπληρώσει τα χρέη του ήταν η συγγραφή. Άρχισε λοιπόν να γράφει συνέχεια και ακούραστα με αποτέλεσμα να καταφέρει να ζήσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του σχετικά άνετα. Σε αυτό το διάστημα έγραψε τα καλύτερα του έργα: Ο παίκτης, Οι αδερφοί Καραμαζώφ, Έγκλημα και Τιμωρία, Ο Ηλίθιος, Οι δαιμονισμένοι. Όταν κατάφερε πλέον να ανασάνει από το βάρος των χρεών ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού Πολίτης και λίγα χρόνια αργότερα εξέδωσε το δικό του περιοδικό, Το Ημερολόγιο Ενός Συγγραφέα, που σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδοτικές εμπειρίες σημείωσε τεράστια επιτυχία. Πέθανε το 1881 στην Πετρούπολη σε ηλικία 60 ετών.Όλη η Αγία Πετρούπολη, δίχως άλλο προηγούμενο, ακολούθησε τη νεκρική πομπή προς το Μοναστήρι του Αλέξανδρου Νέφσκι, όπου θα γινόταν η ταφή.