Αναγνώστες

Πέμπτη 14 Φεβρουαρίου 2019

Ελευσίνια Μυστήρια:


Ελευσίνια Μυστήρια:Τα Ιερά που οι μύστες έβλεπαν δεν βρίσκονταν σε αυτό τον κόσμο!





Ελευσίνια Μυστήρια: Τα Ιερά που οι μύστες έβλεπαν δεν βρίσκονταν σε αυτό τον κόσμο. Όταν ο Ιεροφάντης άνοιγε την πόρτα της αίθουσας, αποσφράγιζε την πύλη ανάμεσα στους δύο κόσμους και προκαλούσε ένα ρήγμα στη συμπαντική δομή!

Η ΘΈΑΣΗ ΤΩΝ ΙΕΡΏΝΣτο σημείο αυτό προκύπτει το μεγάλο ερώτημα σχετικά με τα Ελευσίνια Μυστήρια, γιατί σίγουρα κάτι θα έπρεπε να έβλεπαν οι άνθρωποι εκεί.
Όλες οι μαρτυρίες από την αρχαιότητα – από ποιητές όπως ο δημιουργός του Ομηρικού Ύμνου στη Δήμητρα και τραγωδούς όπως ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης – είναι κατηγορηματικές.
Οι μύστες έβλεπαν τα Ιερά: Μόνο αυτό μπορούσε να πει κανείς με ασφάλεια για τα Μυστήρια. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, ο μυούμενος ήταν ένας μύστης με τα μάτια κλειστά προς τον κόσμο.

Στην κατάσταση αυτή έφτανε μέσω της προπαρασκευαστικής μύησης που γινόταν στα Μικρά Μυστήρια ενάμιση χρόνο νωρίτερα, στο ιερό που υπήρχε στην όχθη του ποταμού Ιλισού, στις Άγραις, που το όνομά τους σήμαινε τα »λάφυρα του κυνηγιού».

Παρακάτω θα δούμε τι ακριβώς κυνηγούσαν εκεί.
Το πρώτο στάδιο λοιπόν, ήταν εκείνο του μύστη.
Στην Ελευσίνα, ο μύστης έβλεπε το Όραμα, την Εποπτεία, και γινόταν Επόπτης, δηλαδή κάποιος που έχει δει.
Στα αρχαία Ελληνικά, η γνώση και η θέαση συνδέονται πολύ στενά μεταξύ τους, με την πρώτη να πηγάζει από τη βίωση της δεύτερης.
Ακόμα και η λέξη »θεωρία» υποδηλώνει ένα ταξίδι που κάνει κάποιος για να δει και να γνωρίσει κάτι ιερό.
Ωστόσο, παρά τις προσδοκίες τους, οι αρχαιολόγοι δεν έχουν βρει τα Ιερά στην Ελευσίνα.
Έτσι, ελλείψει ανασκαφικών ευρημάτων, οι μελετητές μπορούσαν να φαντάζονται οτιδήποτε σχετικά με αυτά τα μυστηριώδη Ιερά:
Σύμφωνα με κάποιους, ήταν απομεινάρια του μυκηναϊκού παρελθόντος, φαλλικά σύμβολα ή πήλινες αναπαραστάσεις γυναικείου εφηβαίου, που στα αρχαία ελληνικά ονομαζόταν κτεις (χτένι).
Τα ιερά αυτά αντικείμενα φυλάσσονταν σε ένα άλλο κτίσμα, έναν μικρό χώρο που βρισκόταν εντός της αίθουσας της μύησης.
Τη στιγμή της αποκάλυψης, ο Ιεροφάντης άνοιγε μια πόρτα στον Αρχαίο Οίκο της Θεάς και αποκάλυπτε τα Ιερά, μέσα σε άπλετο φως.
Όλες οι αρχαίες μαρτυρίες για τα Ελευσίνια Μυστήρια συγκλίνουν στο εξής: Τα Μυστήρια ήταν η υπέρτατη εμπειρία στη ζωή ενός μύστη, μια εμπειρία σωματική και συγχρόνως πνευματική.
Ξεκινούσε με τρεμούλα, ζαλάδα και κρύο ιδρώτα, και ακολουθούσε ένα θέαμα που σε έκανε να νομίζεις ότι μέχρι τότε ήσουν τυφλός.
Σε κατέκλυζε μια τέτοια αίσθηση δέους και θαυμασμού που σε άφηνε άλαλο, καθώς σου ήταν αδύνατο μα περιγράψεις με λόγια αυτά που είχες δει και είχες αισθανθεί: Οι λέξεις δεν επαρκούσαν
Τα παραπάνω συμπτώματα αντιστοιχούν εμφανώς σε εμπειρία ενθεογενών, για να χρησιμοποιήσουμε τον ευρέως αποδεκτό πλέον νεολογισμό και να αποφύγουμε τις υποτιμητικές συνδηλώσεις λέξεων όπως ναρκωτικά, φάρμακα ή παραισθησιογόνα.
Τα Ιερά δεν ήταν κάτι που ανήκε σε τούτο τον κόσμο, αλλά κάτι που γινόταν ορατό από τον άλλο κόσμο. Αυτά που έβγαζε ο Ιεροφάντης από τον Αρχαίο Οίκο δεν ήταν φυσικά αντικείμενα.
Για να το πούμε απλά, τα Ιερά δεν βρίσκονται σε αυτό τον κόσμο.
Οι μαρτυρίες ως προς αυτό είναι σαφείς: Το θέαμα που αντίκριζαν οι μύστες δεν ερχόταν από τον κόσμο αυτό, ήταν κομμάτι του άλλου κόσμου.
Για να βιώσει κανείς τα Ιερά, έπρεπε να ταξιδέψει κάτω από τη Γη.
Ο Ιεροφάντης ήταν »αυτός που έκανε τα Ιερά να εμφανιστούν».
Όταν, λοιπόν, άνοιγε την πόρτα της αίθουσας, αποσφράγιζε την πύλη ανάμεσα στους δύο κόσμους και προκαλούσε ένα ρήγμα στη συμπαντική δομή.
Ωστόσο, ελάχιστοι μύστες θα τον είχαν δει αυτοπροσώπως στην αίθουσα της μύησης, στο Τελεστήριο, που πήρε το όνομά του από τη λέξη »τέλος», ως προς την τελεολογική »έκβαση», και όχι από το λατινικό initium, η »αρχή».
Παρ’ όλα αυτά, το όραμα δεν εμφανιζόταν καθώς άνοιγε η πόρτα του Οίκου της Θεάς, με τα διάφορα άσεμνα αντικείμενα που υποτίθεται πως βρίσκονταν στο εσωτερικό του.

ΤΟ ΤΕΛΕΣΤΉΡΙΟ

Το Τελεστήριο της Ελευσίνας (φωτ. Διάζωμα)


Το Τελεστήριο δεν ήταν θέατρο, και η κατασκευή του δεν επέτρεπε στον θεατή να δει τι ακριβώς έκανε ο Ιεροφάντης.
Το κτήριο ήταν λαξεμένο μέσα στο βράχο κάτω από την ακρόπλη της Ελευσίνας. Ουσιαστικά, αποτελούσε αρχιτεκτονική προσομοίωση υπόγειου θαλάμου ή σπηλαίου.
Ανά εποχές ξαναχτίστηκε και επεκτάθηκε για να χωρέσει τους μύστες, ο αριθμός των οποίων διαρκώς αυξανόταν.
Όμως, το αρχικό του σχέδιο διατηρούνταν αναλλοίωτο, παρά τις αλλαγές:
Το Τελεστήριο ήταν ένα ευθύγραμμο κτήσμα γύρω από μια πολύ μικρότερη ορθογώνια αίθουσα, το Ανάκτορο, την »κατοικία της Άνασσας».

Αναπαράσταση υπ. Ι. Τραυλού του Ιερού της Ελευσίνας. Στο κέντρο το Τελεστήριο.

Σε κάποια μεταγενέστερη – τουλάχιστον – εκδοχή του Τελεστηρίου, η στέγη του Ανάκτορου είχε μορφή φεγγίτη, επιτρέποντας την είσοδο του εξωτερικού φωτός και παρέχοντας τη δυνατότητα εξαερισμού για τον καπνό από τις δάδες και τα λυχνάρια.
Η ακριβής θέση του Ανάκτορου παρέμεινε σταθερή στη διάρκεια όλων των ανοικοδομήσεων.
Ήταν χτισμένο πάντοτε στο χώρο του αρχαίου μυκηναϊκού ναού, που οι αρχαιολόγοι ονομάζουν μυκηναϊκό μέγαρο ή Μεγάλη Αίθουσα.
Ωστόσο, η ακριβής θέση του Ανάκτορου εντός του Τελεστήριου άλλαζε κατά περιόδους.
Το Τελεστήριο ήταν απλώς ο χώρος που φυλάσσονταν τα ιερά αντικείμενα αυτού του αρχαίου αδύτου.
Ο πραγματικός Οίκος της Θεάς (Περσεφόνη) ήταν το Ανάκτορο.



Αναπαράσταση υπό Ιω. Τραυλού του Ανακτόρου στο Τελεστήριο της Ελευσίνας. Εδώ μέσα ελάμβανε χώρα η θεοφάνεια της Κόρης «υπό το πυρ» του ιεροφάντη

Στη μία πλευρά του Ανάκτορου υπήρχε μια θύρα και δίπλα της βρισκόταν ο θρόνος του Ιεροφάντη, με την ψηλή του πλάτη στο στέγαστρο.
Στον εσωτερικό χώρου του Τελεστήριου υπήρχαν αρκετές αναβαθμίδες που κατέληγαν στα τοιχώματα. Εκεί καθόντουσαν ή στεκόντουσαν όρθιοι οι μύστες, ενώ μερικοί ίσως να στεκόντουσαν στο δάπεδο, στον κύριο χώρο της αίθουσας.
Καταπώς φαίνεται, από τα περισσότερα σημεία του χώρου οι παρευρισκόμενοι δεν είχαν οπτική επαφή με την πόρτα του Ανάκτορου.
Οι σειρές των κιόνων που στήριζαν την οροφή, η ψηλή πλάτη του θρόνου του Ιεροφάντη στα δεξιά της θύρας και η ίδια η γεωμετρία του ιερού εμπόδιζαν τη θέα, με αποτέλεσμα πολλοί μύστες να μην μπορούν να παρακολουθήσουν τις κινήσεις του Ιεροφάντη κατά τη στιγμή του »οράματος».
Επιπλέον, φαίνεται ότι παραδόξως τα Ιερά ήταν φορητά, γιατί αν και συνήθως παρέμεναν μέσα σε αυτή την αρχαία αίθουσα και υποτίθεται ότι τα έβγαζαν από το άδυτο για τις πομπές μόνο μέσα σε κλειστά κάνιστρα, ο Αλκιβιάδης και άλλοι γνωστοί Αθηναίοι τα είχαν »δείξει» σε φίλους κατά τη διάρκεια »κλειστών» συγκεντρώσεων.
Παρόλο που αυτή η ιεροσυλία έγινε αιτία μεγάλου σκανδάλου, κανείς δεν σκέφτηκε να κατηγορήσει τους ιερείς για συνεργία στην απομάκρυνση των Ιερών από το άδυτο.
Μάλιστα, οι Έλληνες μελετητές δεν πρέπει να δυσκολεύτηκαν να αντιληφθούν ότι τα Ιερά δεν αναφέρονταν απαραιτήτως σε συγκεκριμένα αντικείμενα, αλλά σε ολόκληρη την σφαίρα του ιερού, της εμπειρίας και της θρησκευτικής τελετής.



Σχέδιο του ιερού της Δήμητρας στην Ελευσίνα κατά την περίοδο της ακμής του.

Όταν ο Ιεροφάντης άνοιγε την πόρτα της Θεάς, έβγαινε μια φωτεινή λάμψη.
Αυτοί που εμμένουν να μην λαμβάνουν υπόψη τους τα στοιχεία υποθέτουν πως μέσα στην κατοικία της Άνασσας θα πρέπει να υπήρχε μια τεράστια φωτιά.
Πως είναι δυνατόν να άναβαν μια τέτοια φωτιά, δίχως καπνοδόχο;
Πως είναι δυνατόν η ατμόσφαιρα να μη γινόταν αποπνικτική από τον καπνό, με ολέθρια αποτελέσματα για το στριμωγμένο πλήθος, για να μην μιλήσουμε για την αποπνικτική ζέστη που θα επικρατούσα μέσα στον κλειστό χώρο, ούτε για τον κίνδυνο πυρκαγιάς που θα μπορούσε να αποδεκατίσει τους παρευρισκομένους.
Η λάμψη ήταν συνήθης μεταφορά για τη Φώτιση, που λάμβανε χώρα όταν παραβιαζόταν τελετουργικά η ιερή πύλη ανάμεςσα στους δυο κόσμους.

ΑΝΤΙΚΡΊΖΟΝΤΑΣ ΤΗ ΘΕΆ

Άποψη του άδυτου του Πλουτώνειου από τα ανατολικά

Όπως λέγεται, ο Ηρακλής περιέγραψε με μεγαλύτερη σαφήνεια αυτό που έβλεπαν εκεί οι μύστες: Ήταν η ίδια η Περσεφόνη.
Σε ένα απόσπασμα από πάπυρο, ισχυρίζεται ότι ο ίδιος δεν χρειαζόταν να περάσει από μύηση, επειδή είχε ήδη δει την κόρη της Δήμητρας στη διάρκεια της κατάβασής του στον Άδη.
Σύμφωνα με τον Ευριπίδη, αυτό ήταν το όραμα που του επέτρεψε να νικήσει τον θάνατο. Κατάφερε να αναμιχθεί με τους υπόλοιπους μύστες και να επανέλθει στο βασίλειο των ζωντανών, σαν κάποιος που είχε δει, δηλαδή ως επόπτης.
Εδώ ίσως πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αίθουσα της μύησης δεν ήταν θέατρο.
Στα λογιστικά βιβλία του ναού της Ελευσίνας δεν υπάρχουν πουθενά καταγεγραμμένα έξοδα για σκηνικά ή για αμοιβές ηθοποιών. Επίσης, μοιάζει απίθανο ότι θα μπορούσε κανείς να παραπλανήσει τους Έλληνες, οι οποίοι διέθεταν θεατρική παιδεία, με κάποιο σκηνικό τέχνασμα.
Δεν έβλεπαν λοιπόν κάποιον ηθοποιό, αλλά την ίδια την Περσεφόνη, να εμφανίζεται ως σχήμα τι, ως μια μορφή ή κάποιου είδους φαινόμενο, μετέωρη πάνω από το έδαφος σύμφωνα με μια πηγή.
Ο Πλάτωνας ονόμαζε αυτά τα φαινόμενα φάσματα, δηλαδή φαντάσματα.
Η αίθουσα της μύησης γέμιζε πνεύματα, όπως αναφέρει ο Παυσανίας αφηγούμενος την ιστορία κάποιου που παρεισέφρησε απρόσκλητος στο μυστήριο, με αποτέλεσμα να βρει το θάνατο.
Ακόμα και ένας τυφλός μπορούσε να δει το όραμα. Μια χρωματισμένη μαρμάρινη αναθηματική πλάκα του 5ου αιώνα π.Χ. που βρέθηκε στις ανασκαφές του Τελεστήριου ήταν αφιερωμένη στη Δήμητρα από τον Ευκράτη, έναν τυφλό που αντίκρισε τη Θεά χωρίς να βλέπει. Πάνω στην επιγραφή διακρίνονται τα τυφλά μάτια του Ευκράτη και ακόμη πιο πάνω βλέπουμε το σκαλιστό πρόσωπο και το κεφάλι της Θεάς, περικυκλωμένο από κόκκινες ακτίνες.
Χωρίς αμφιβολία οι προσδοκίες του κόσμου σχετικά με τα συμβάντα στα Ελευσίνια Μυστήρια ευθύνονται για τις μαρτυρίες όσων ισχυρίζονταν πως όταν όλοι οι Αθηναίοι είχαν τραπεί σε φυγή λόγω της εισβολής των περσικών στρατευμάτων, είδαν ένα σύννεφο σκόνης να υψώνεται πάνω από την Ιερά Οδό και άκουσαν τις ιαχές του Ίακχου, καθώς τα πνεύμετα τελούσαν μόνα τους το Μυστήριο.

Συνεχίζεται….
Απόσπασμα από το βιβλίο
Τα μυστικά της αρχαίας Ελευσίνας – τα ιερά μανιτάρια της θεάς
Carl A. P. Ruck

Πηγή: revealedtheninthwave.blogspot.gr (Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΕΝΑΤΟΥ ΚΥΜΑΤΟΣ)

Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019

Μάρκος Τύλλιος Κικέρων


Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πήδηση στην πλοήγησηΠήδηση στην αναζήτηση
Μάρκος Τύλλιος Κικέρων
Bust of Cicero (1st-cent. BC) - Palazzo Nuovo - Musei Capitolini - Rome 2016.jpg
Ύπατος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας
63 π.Χ.
Ρωμαίος έπαρχος της Κιλικίας
Περίοδος
51 π.Χ. – 50 π.Χ.
Πραίτορας της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας
66 π.Χ.
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση3 Ιανουαρίου 106 π.Χ.
Αρπίνο, Ρωμαϊκή Δημοκρατία
Θάνατος7 Δεκεμβρίου 43 π.Χ. (63 ετών)
ΦόρμιαΡωμαϊκή Δημοκρατία
ΕθνικότηταΡωμαίος
ΥπηκοότηταΡωμαίος
ΣύζυγοςΤερεντία
Πουβλιλία
ΠαιδιάΤουλλία Κικερόνις
Κικέρων ο Νεότερος
ΕπάγγελμαΠολιτικόςδικηγόροςρήτορας, φιλόσοφος και ποιητής
Ο Μάρκος Τύλλιος Κικέρων (Marcus Tullius Cicero3 Ιανουαρίου 106 π.Χ. - 7 Δεκεμβρίου 43 π.Χ.) ήταν Ρωμαίος πολιτικός, ρήτορας, δικηγόρος και φιλόσοφος, ο οποίος υπηρέτησε ως ύπατος το έτος 63 π.Χ.. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια και θεωρείται ευρέως ως ένας από τους μεγαλύτερους ρήτορες και πεζογράφους[1][2].

Η ζωή του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στην έπαυλη της οικογενείας του στο Αρπίνο. Μορφώθηκε στη Ρώμη με δασκάλους τον γραμματικό Λεύκιο Αίλιο (Πραικονίνο Στίλωνα), τον Απολλώνιο Μόλωνα, έναν από τους μεγαλύτερους ρήτορες της Σχολής της Ρόδου, τον Αρχηγό της αποκαλούμενης τετάρτης ακαδημίας Λαρισαίο Φίλωνα, τον επικούρειοΦαίδρο και τον στωικό Διόδοτο. Παράλληλα, παρακολουθούσε τις αγορεύσεις των μεγάλων ρητόρων της εποχής, τον Λεύκιο Λικίνιο Κράσσο, τον Μάρκο Αντώνιοκαι άλλους. Δασκάλους στο Δίκαιο και στους Νόμους είχε τον οιωνοσκόπο Κόιντο Μούκιο Σκαιόλα και τον μεγάλο ποντίφικα Κόιντο Μούκιο Σκαιόλα. Συνδέθηκε φιλικά με τους ποιητές Μάρκο Άκιο και Αντιοχέα Άρχιο, ο οποίος από το 102 π.Χ. ζούσε στη Ρώμη ως προστατευόμενος του Λούκουλλου. Στον Συμμαχικό Πόλεμο (90-88 π.Χ.) πολέμησε υπό τον στρατηγό Γναίο Πομπήιο Στράβωνα σε ηλικία 18 ετών.
Με το τέλος του πολέμου συνέχισε τις σπουδές του στη Φιλοσοφία και τους Νόμους. Όταν ήταν δικτάτορας ο Σύλλας, το 81 π.Χ., εκφώνησε τον πρώτο του λόγο υπέρ του Κοϊντίου (Pro Quintio) λόγο δικανικό του ιδιωτικού δικαίου. Κατόπιν εκφώνησε το δεύτερο λόγο του, κατά του Χρυσογόνου (Pro Roscio Amerino). Ο Χρυσόγονος ήταν ένας πολύ ισχυρός απελεύθερος του Σύλλα, ο οποίος κατηγόρησε τον Ρώσκιο, αφού πρώτα του πήρε την περιουσία μέσω των προγραφών, για πατροκτονία. Ο νεαρός Κικέρων κέρδισε τη δίκη, αποκτώντας μεγάλη φήμη.
Το 79 π.Χ. έφυγε από τη Ρώμη και επισκέφθηκε για δύο χρόνια την Αθήνα, τη Μικρά Ασία και τη Ρόδο. Λόγος της φυγής του ήταν είτε ότι φοβήθηκε την οργή του Σύλλα είτε κάποιο πρόβλημα υγείας είτε η επιθυμία να συμπληρώσει τις σπουδές του. Στην Αθήνα γνώρισε τον Ασκαλωνίτη Αντίοχο, μαθητή του προαναφερθέντος Φίλωνα, που δίδασκε στο γυμνάσιο του Πτολεμαίου. Στη Ρόδο μαθήτευσε και πάλι στον Απολλώνιο Μόλωνα, ο οποίος, όταν άκουσε τον Κικέρωνα να απαγγέλλει κάποιο ρητορικό γύμνασμα, λέγεται ότι είπε: "Σὲ μέν, ὦ Κικέρων, ἐπαινῶ καὶ θαυμάζω, τῆς δ' Ἑλλάδος οἰκτίρω τὴν τύχην, ὁρῶν ἃ μόνα τῶν καλῶν ἡμῖν ὑπελείπετο, καὶ ταῦτα Ῥωμαῖος διά σου προσγινόμενα, παιδείαν καὶ λόγον.". Όταν επέστρεψε στη Ρώμη, μετά το θάνατο του Σύλλα, ασχολήθηκε με την πολιτική.
Το 75 π.Χ. έγινε ταμίας και στάλθηκε στη Σικελία, όπου έγινε πολύ δημοφιλής για την τιμιότητα και την καλή συμπεριφορά του, τόσο ώστε οι κάτοικοι του νησιού του ανέθεσαν να τους εκπροσωπήσει στη διένεξή τους με τον κυβερνήτη Γάιο Βέρρη, ο οποίος επί τρία χρόνια τους είχε καταληστέψει. Τελικά ο Κικέρων κέρδισε την υπόθεση. Το 69 π.Χ. έγινε αγορανόμος και το 66 π.Χ. πραίτωρ. Τότε έβγαλε και τον πρώτο πολιτικό του λόγο, De imperio Cn Pompei (ή Pro Lege Manilia) για να υποστηρίξει την πρόταση του δήμαρχου Μανίλιου να ανατεθεί στον Πομπήιο, εκτός από την αρχηγία του πολέμου κατά των πειρατών, και ο πόλεμος εναντίον του Μιθριδάτη με έκτακτη πληρεξουσιότητα. Τελειώνοντας η θητεία του ως πραίτορα, δεν πήρε, ως όφειλε, τη διοίκηση κάποιας επαρχίας, αλλά παρέμεινε στη Ρώμη. Με τις δημηγορίες του υπέρ των πελατών του προετοιμαζόταν να πάρει το αξίωμα του υπάτου.
Έγινε Ύπατος το 63 π.Χ. Κατά τη χρονιά που ήταν ύπατος αποκάλυψε τη συνωμοσία του Κατιλίνα κι έσωσε τη Ρώμη από τον κίνδυνο, που αυτή ενείχε. Τότε έβγαλε τους 4 περίφημους λόγους του Κατά Κατιλίνα, δύο στη Σύγκλητο και δύο μπροστά στο δήμο. Γι' αυτό ανακηρύχθηκε Pater Patriae.[3] Δημιούργησε όμως και εχθρούς, καταδικάζοντας σε θάνατο τους πέντε συνενόχους του, που συνελήφθησαν στη Ρώμη, παρά την υπέρ αυτών συνηγορία του Καίσαρα (ο Κατιλίνας κατάφερε να διαφύγει). Ο Δήμαρχος Πόπλιος Κλαύδιος, εχθρός του Κικέρωνα, πρότεινε την ψήφιση νόμου για εκείνους που θα καταδίκαζαν σε θάνατο Ρωμαίους πολίτες άκριτους. Η ψήφιση του νόμου αυτού θα έβαζε σε κίνδυνο τη ζωή του Κικέρωνα, που τότε (58 π.Χ.) είχε πολύ κακές σχέσεις με τους ισχυρούς Καίσαρα, Πομπήιο και Κράσσο, επειδή αυτός ήταν που είχε προτείνει και πετύχει την καταδίκη σε θάνατο των 5 συνενόχων του Κατιλίνα. Γι' αυτό, πριν ψηφισθεί ο νόμος του Κλαύδιου, έφυγε από τη Ρώμη. Η απουσία του κράτησε 16 μήνες. Τον κήρυξαν εξόριστο, ο δε Κλαύδιος έκαψε το σπίτι του στον Παλατίνο Λόφο κι έχτισε στη θέση αυτή ναό της Ελευθερίας. Η περιουσία του βγήκε σε πλειστηριασμό, αλλά, όπως γράφει ο Πλούταρχος, δεν παρουσιάστηκαν αγοραστές.
Επέστρεψε στη Ρώμη από τη Θεσσαλονίκη, όταν, με πρωτοβουλία του δημάρχου Λευκίου Νικίου, ψηφίστηκε Νόμος να ανακληθεί από την εξορία. Την πρόταση υποστήριξαν ο φίλος του ύπατος Λεύκιος και ο Πομπήιος. Η επάνοδος ήταν θριαμβευτική. Ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά: «Η Ιταλία τον εισήγαγεν εις την Ρώμην, φέρουσα αυτόν επί των ώμων της». Με 4 λόγους του ο Κικέρων εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του στη Σύγκλητο και στο δήμο, πρότεινε δε να ανατεθεί στον Πομπήιο η αρμοδιότητα του επισιτισμού της Ρώμης. Αλλά η φιλία με τον Πομπήιο δεν επρόκειτο να κρατήσει πολύ. Η τριαρχία (Καίσαρ, Πομπήιος, Κράσσος) συγκρούστηκε με τη φατρία των ολιγαρχικών όπου ανήκαν ο Κικέρων και ο Κάτων. Το 53 π.Χ. έγινε οιωνοσκόπος. Το 52 π.Χ. υπερασπίστηκε τον Μίλωνα, ο οποίος με την ομάδα του από δούλους και μονομάχους, συγκρούστηκε στην Αππία Οδό με την αντίστοιχη ομάδα του Κλαύδιου, του παλιού εχθρού του Κικέρωνα, και τον σκότωσε. Έβγαλε έναν θαυμάσιο λόγο (Pro Milone) στο δήμο. Τον απήγγειλε όμως κάπως φοβισμένα επειδή το ακροατήριο ήταν εχθρικό προς τον Μίλωνα, με αποτέλεσμα ο Μίλων τελικά να εξοριστεί.
Το 51-50 π.Χ. διετέλεσε ανθύπατος της Κιλικίας, επαναφέροντας στο θρόνο της Καππαδοκίας τον Αριοβαρζάνη και συντρίβοντας τις ληστρικές συμμορίες του Αμανού Όρους. Γι' αυτές τις επιτυχίες του ανακηρύχθηκε imperator από τους στρατιώτες του. Όταν γύρισε στη Ρώμη, είχε ήδη ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος ανάμεσα στον Καίσαρα και στον Πομπήιο. Ο Κικέρων, αν και έκλινε μάλλον προς την πλευρά του Πομπήιου, δίστασε να πάρει ανοιχτά θέση.
Τον Ιούνιο του 49 π.Χ. πήγε στο Δυρράχιο, αποφασισμένος να ταχθεί με τον Πομπήιο. Μετά την μάχη στα Φάρσαλα, τον Αύγουστο του 48 π.Χ., πήγε στο Μπρίντιζι (Βρινδήσιον), όπου παρέμεινε ένα χρόνο, ώσπου ο Καίσαρ του επέτρεψε να ξαναγυρίσει στη Ρώμη. Το 46 και το 45 π.Χ. έμεινε μακριά από την πολιτική δράση και ασχολήθηκε με το συγγραφικό του έργο. Επανήλθε στην πολιτική μετά τη δολοφονία του Καίσαρα, την οποία επιδοκίμασε, πιστεύοντας ότι έτσι θα αποκαθίστατο η ελεύθερη πολιτεία. Αλλά σύντομα διαπίστωσε ότι πέθανε μεν ο τύραννος, αλλά όχι και η τυραννία.
Μπήκε επικεφαλής της Αντιπολίτευσης κατά του Αντωνίου, στον οποίο επιτέθηκε με τους περίφημους 14 λόγους του, που ονομάστηκαν φιλιππικοί, από τους περίφημους λόγους του Δημοσθένη κατά του βασιλιά Φίλιππου της Μακεδονίας. Επιδίωξε χωρίς επιτυχία να συνασπιστούν η Σύγκλητος και ο Οκτάβιος εναντίον του Αντωνίου.
Όταν ο Οκτάβιος έγινε Ύπατος, συμμάχησε με τον Αντώνιο και τον Λέπιδο και αποτέλεσαν τη δεύτερη τριανδρία. Προγράψανε πάνω από 200 πολίτες ανάμεσά τους τον Κικέρωνα και τον αδελφό του Κόιντο. Για τον Κικέρωνα επέμειναν ο Αντώνιος και ο Λέπιδος. Ο Οκτάβιος δεν ήθελε τον θάνατό του. Ο Κικέρων βρισκόταν μαζί με τον αδελφό του στο Τούσκλο όταν έμαθε για την προγραφή. Φύγανε για τα Άστυρα, σκοπεύοντας να πάνε στη Μακεδονία και να συνενωθούν με τον Βρούτο, τον δολοφόνο του Καίσαρα. Στο δρόμο χωρίστηκαν κι ο Κόιντος ανέλαβε να βρει λεφτά. Ο Κικέρων περιπλανήθηκε στο Κίρκαιο και στη Γαέτα. Τον συνέλαβαν όμως, ενώ μεταφερόταν με φορείο, οι άνθρωποι του Αντωνίου, ο Εκατόνταρχος Ερέννιος και ο Χιλίαρχος Ποπίλιος (τον οποίο παλιά ο Κικέρων είχε υπερασπιστεί όταν κατηγορήθηκε για πατροκτονία) και τον σκότωσαν. Όταν ο Κικέρων, ακούγοντας θόρυβο από τους διώκτες του που πλησίαζαν, έβγαλε το κεφάλι του από το φορείο, του το έκοψε ο Ερέννιος. Το κεφάλι και τα χέρια, τα οποία επίσης έκοψαν, τα πήγανε στον Αντώνιο, που εκείνη την ώρα προέδρευε σε αρχαιρεσίες. Τα τοποθέτησε στο βήμα, πράξη, που, όπως γράφει ο Πλούταρχος, απεικονίζει την ψυχή του Αντωνίου. Λέγεται ότι, βλέποντας το κομμένο κεφάλι του Κικέρωνα, ο Αντώνιος είπε πως τελείωσαν οι προγραφές και διέταξε να σταματήσουν ενώ η γυναίκα του, η Φουλβία, τράβηξε έξω τη γλώσσα του και την τρύπησε επανειλημμένα με βελόνα, λόγω των όσων είχε πει ο ρήτορας για κείνη και το σύζυγό της.
Ο Κικέρων νυμφεύθηκε την Τερεντία με την οποία απέκτησε τον Μάρκο και την Τυλλία, αλλά τη χώρισε και ξαναπαντρεύτηκε με την Πουβλιλία, πολύ ευκατάστατη, σκοπεύοντας με τα λεφτά της να πληρώσει τα χρέη του, καθώς είχε χάσει τη μεγάλη περιουσία του. Έτσι τουλάχιστον λέει ο απελεύθερός του, ο Τύρωνας. Η περιουσία η δική του ήταν πολύ μεγάλη, απόδειξη ότι διατηρούσε πολυτελείς επαύλεις στο Τούσκλο, τους Ποτιόλους, τη Φορμία, την Πομπηία και την Κύμη. Ο γιος του Κικέρων Μάρκος Τύλλιος γεννήθηκε το 65 π.Χ. Ως Πολιτικός ο Κικέρων έσωσε την πατρίδα του αποκαλύπτοντας τη συνωμοσία του Κατιλίνα. Στις δημόσιες λειτουργίες που του ανατέθηκαν ανταποκρίθηκε με μετριοπάθεια και ακεραιότητα, πάντα δε υπερασπίστηκε τους φιλελεύθερους θεσμούς. Ήταν όμως ασταθής στον χαρακτήρα, διστακτικός, επιρρεπής στις κολακείες, του έλειπε το σθένος και τον διέκρινε φιλαυτία.

Έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα συγγράμματα του Κικέρωνα μπορούν να διαιρεθούν στις παρακάτω κατηγορίες:
  1. Ρητορικοί λόγοι. Είναι 107, πολιτικοί και δικανικοί (κάποιους τους έγραψε μόνο αλλά ποτέ δεν τους απήγγειλε). Διασώθηκαν 57 ακέραιοι, από 20 λόγους κάποια αποσπάσματα ενώ 30 είναι γνωστοί μόνο επειδή διασώθηκαν οι επιγραφές τους. Οι καλύτεροι ρητορικοί του λόγοι είναι ο De Imperio Cn Pompei, οι κατά Ουέρρου, οι κατά Κατιλίνα, ο Pro Murena, ο Pro Milone και κάποιοι από τους 14 φιλιππικούς κατά του Αντωνίου. Τον δεύτερο απ’ αυτούς ο Ιουβενάλης τον αποκάλεσε divinam Philippicam.
  2. Τεχνολογικά συγγράμματα. Είναι 7 θεωρητικά βιβλία, αναφερόμενα στην τέχνη της Ρητορικής. Ο ίδιος τα ονόμασε Oratorii libri.
  3. Φιλοσοφικά συγγράμματα. Είναι 13 έργα (De republicaDe legibusTusculanarum disputationum libri VDe natura deorumDe officiis, κ.ά.) και στηρίζονται σε ελληνικές πηγές. Σε αυτά γίνεται αναφορά και σε 5 χαμένα έργα που χαρακτηρίζονται τα σπουδαιότερα. Ο Κικέρων είναι θαυμαστής του Πλάτωνα, αποδέχεται εν πολλοίς τη διδασκαλία των Στωικών (κυρίως την ηθική), δίνει όμως μεγαλύτερη έμφαση στη νεώτερη ακαδημία, η πιθανολογία της οποίας ταίριαζε με τη ρητορική.
  4. Επιστολές. Είναι ίσως ο κορυφαίος Ρωμαίος επιστολογράφος. Στις επιστολές του αναφέρεται στην πολιτική και κοινωνική ζωή του ρωμαϊκού κράτους επί των ημερών του καθώς και εκτενώς σε θέματα που αφορούν την προσωπική του ζωή και δράση. Χωρίζονται σε 4 συναγωγές, προς τους οικείους του, προς τον Αττικό, προς τον αδελφό του Κόιντο και προς τον Μ. Βρούτο.
Σε παιδική ηλικία έγραψε το μικρό ποίημα «Πόντιος Γλαύκος», αργότερα δε τα «Αράτεια», μετάφραση των «Φαινομένων» του Αράτου και τα «Προγνωστικά». Στο έργο του ανήκουν ακόμα ιστορικά έργα όπου αφηγείται τα πεπραγμένα της υπατείας του, προβάλλοντας ιδιαίτερα τον εαυτό του, ένα σύγγραμμα Γεωγραφίας καθώς και άλλα ανέκδοτα κείμενα.
Τα συγγράμματά του αποτελούν πρότυπο ύφους στη λατινική γλώσσα. Στα πρώτα έργα του De inventione rhetoricaPro QuincioPro R. Amerino υπάρχουν επιρροές ρητόρων από την Ασία, οι οποίοι έδιναν έμφαση στο ρυθμό. Στην ασιατική ρητορική ο Κικέρων διέκρινε αφενός την έμφαση στην κομψότητα και αφετέρου την έμφαση στο πάθος (μέσω των εικόνων και των έντεχνα δημιουργημένων ονομάτων). Θαύμαζε άλλωστε τον μεγαλύτερό του ρήτορα Ορτήνσιο, που στους λόγους του συνταίριαζε το πάθος με την κομψότητα.
Στα έργα της ωριμότητάς του μετέβαλε το ύφος του, έχοντας αρνηθεί και την ασιατική (αν και ποτέ δεν απαλλάχθηκε εντελώς από τις επιδράσεις της) και την αττική ρητορική. Είχε επηρεαστεί από τη διδασκαλία του Μόλωνος και τις αρχές της Σχολής της Ρόδου, που βρισκόταν στο μέσο μεταξύ ασιατικού και αττικού ύφους. Επίσης τον επηρέασε η μελέτη Ελλήνων συγγραφέων, κάποιων εκ των οποίων τα έργα μετέφρασε στα λατινικά, όπως τον «Οικονομικό» του Ξενοφώντα, τον «Περί του στεφάνου» λόγο του Δημοσθένη, τον «Κατά Κτησιφώντος» του Αισχίνη, τους διαλόγους «Τίμαιο» και «Πρωταγόρα» του Πλάτωνακ.ά. Τα έργα αυτά της ωριμότητάς του χαρακτηρίζονται από την προσεκτική επιλογή των ονομάτων, την αποφυγή της χρήσης ξένων λέξεων κυρίως ελληνικών, την αποφυγή νεολογισμών, από συχνές ρητορικού χαρακτήρα ερωτήσεις, από ταχεία εναλλαγή ερωτήσεων και απαντήσεων, από την επανάληψη κάποιων λέξεων και φράσεων, από ένα προσωπικό ύφος καθότι ο Κικέρων, όπως και όλοι οι Ρωμαίοι συγγραφείς, γράφει σαν να έχει μπροστά του τον αντίπαλό του με τον οποίο συζητά και αντικρούει την επιχειρηματολογία του είτε του διατυπώνει ενστάσεις και τον ειρωνεύεται.