Αναγνώστες

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2016

Ξάνθεια η Αρχαία


Βορειοδυτικά της πόλης, αθέατη από την πεδιάδα βρίσκεται η αρχαία Ξάνθεια. Στο τοπικό της Μονής «Πετριτζονιτίσσης» (Χρυσόβουλο του 1083) αναφέρεται ως σημαντική πόλη. Περιτειχίστηκε όταν διάφορα ιστορικά γεγονότα επέβαλαν την ύπαρξη φρουρίου. Ο οχυρωματικός περίβολος που χρονολογείται από το 12 μ.Χ. αιώνα, έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου με την Ακρόπολη στην κορυφή του λόφου (λίγο πιο ψηλά από το σημείο που βρίσκεται το κατάστημά μας). Την Ακρόπολη προστάτευαν άλλες ακροπόλεις και κάστρα στα χαμηλότερα υψόμετρα της γύρω περιοχής (Τοξότες, Φίλια, Σήμαντρα, Αναστασιούπολη). Νοτιοανατολικά της κύριας Ακρόπολης και κοντά στο κατάστημά μας, βρίσκεται η ακρόπολη που έλεγχε την είσοδο από τα στενά του ποταμού «Κόσυνθου».
3 εκδοχές για την Ξάνθη και το όνομά της
1.Ξάνθη λεγόταν μια από τις κόρες του Ωκεανού (πατέρα του ανθρώπινου Γένους) και της Τηθύας. Η Τηθύς μια από τις Τιτανίδες, ήταν κόρη του Ουρανού και αδερφή της Ρέας, της Θέμιδας και του Κρόνου. Αυτή είναι η κτήτορας της Ξάνθης (Από τη «Θεογονία» του Ησίοδου)     
2.Υπάρχει ένας τοπικός μύθος, που λέει ότι στις όχθες του ποταμού Θερμόδοντα κοντά στην πόλη Θεμίσκυρα της Βόρειας Θράκης κατοικούσε η πολεμική φυλή των Αμαζόνων με Βασίλισσα την Ιππολύτη. Ο Διώδορος αναφέρει μερικές θρυλικές Αμαζόνες που ήταν άφταστες στην τέχνη του πολέμου όπως : η Αέλλα, η Κελαινώ, η Αντιόπη και η Ξανθίππη. Η Αμαζόνα Ξανθίππη λέγεται ότι κυρίευσε την περιοχή μας και ίδρυσε την πόλη και της έδωσε όνομά παρόμοιο με το δικό της.
3.Ο Βασιλιάς Διομήδης κατείχε τα περίφημα μανιώδη και αδάμαστα άλογα τον Δείνο, τον Λάμπο, τον Πόδαγρο και τον Ξάνθο, που έτρωγαν τους ξένους όταν η τρικυμία τους έριχνε στις ακτές της περιοχής. Τα άλογα αυτά έγραφε ο Αιλιανός ότι ο Διομήδης τα πήγαινε να πιουν νερό στον Κασσανίτη ποταμό, που δεν είναι άλλος από τον σημερινό Κόσυνθο τον ποταμό, που διασχίζει  την πόλης μας και το νομό μας.Από το ομώνυμο, λοιπόν άλογο πήρε η πόλη το όνομά της.  
Η πόλη της Ξάνθης
Η πόλη σύμφωνα και με τον ορισμό είναι τα οικήματα και οι άνθρωποί της, το φυσικό πλαίσιο, οι υπώρειες της Ροδόπης, ο Κόσυνθος, που τη διαπερνά, τα δάση της, ο Νέστος και η Βιστωνιδα – φυσικά όρια του Νομού-αλλά και τα πολιτισμικά κτήρια και μνημεία της, τα πέτρινα γεφύρια, τα Βυζαντινά ερείπια και οι οχυρώσεις, τα 3 παλιά Μοναστήρια – όρια του οικισμού- οι 5 μεταβυζαντινοί Ναοί και τα άλλα προσκυνητάρια.
Η ανάπτυξη της Ξάνθης της οποίας τα σημάδια παραμένουν σε ότι διατήρησε ο χρόνος ξεκινά από την 1η περίοδο ακμής της λόγω του καπνού (1870-1912) και φτάνει μέχρι το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι οικονομικές μεταβολές στη Δύση στις αρχές του 19ου αιώνα συντέλεσαν στη δημιουργία ευνοϊκών όρων στο οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο δημιουργώντας τις  προϋποθέσεις για την εξέλιξη της περιοχής. Τούτο εκφράστηκε με ανάλογη πνευματική και πολιτιστική κίνηση, με ίδρυση εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, συλλόγων με οργάνωση καλλιτεχνικών εκδηλώσεων.
Η Παλιά Πόλη της Ξάνθης είναι ο χώρος που διασώθηκε και διατηρήθηκε ένας ολόκληρος οικισμός με την οργάνωσή του, με τους μαχαλάδες, τις εκκλησίες, τις ενορίες, τα σπίτια και τα άλλα κτήρια, τους δρόμους και τις πλατείες, αλλά προπάντων με  την οργάνωση της ζωής των ανθρώπων αυτού του οικισμού στο παρελθόν. Σε κάθε συνοικία η εκκλησία (Άγιος Βλάσης, Άγιος Γεώργιος, Ακάθιστος Ύμνος, Τίμιος Πρόδρομος – Μητρόπολη-, Ταξιάρχες, Σαμακώβ) το κέντρο της θρησκευτικής και διοικητικής οργάνωσης, πριν από την έλευση του Ελληνικού Κράτους το 1917. Η κάθε εκκλησία δίνει και το όνομά της στη γειτονιά. Οι μαχαλάδες με τα φυσικά τους σημάδια άλλοτε ορίζουν και άλλοτε διαιρούν. Έτσι μια μεγάλη λεύκη μετονομάζει τη συνοικία των Ταξιαρχών σε «Καβάκι», το ποτάμι του Κόσυνθου το χωρίζει από το Σαμακώβ κι αν οι ενορίες είναι κοινές τα όρια στα παιχνίδια των παιδιών είναι αυστηρά. Οι γειτονιές στο κέντρο τους έχουν τις πλατείες τους, τη «Μαντσίνη», αλλά και τη νεότερη της «Μητρόπολης» κα ιτου «Καβακίου», αυτούς τους χώρους συνεύρεσης των μαχαλιωτών. Σε διάφορα σημεία έχουν τις βρύσες τους, που επίσης είναι τόποι συνάντησης, κοινωνικής επαφής και επικοινωνίας. Γύρω από την κεντρική Εκκλησία, τη Μητρόπολη,  τα δημόσια κτήρια όπως το Μητροπολιτικό Μέγαρο, το 1ο Δημοτικό – Ματσίνειος Σχολή-, το Νηπιαγωγείο του Στάλλιου, αλλά και το σχολείο του Ζαλάχα στο Σαμακώβ. Τα σχολεία λοιπόν συνήθως ευεργετήματα τοπικών αρχόντων βρίσκονται κι αυτά στην καρδιά της κάθε συνοικίας. Ακόμα και τα προσκυνητάρια ενταγμένα στον πολεοδομικό ιστό δεν ξεχωρίζουν από τα σπίτια (Αγία Βαρβάρα, Ανάληψη, Αγία Παρασκευή, Άγιοι Θεόδωροι-Παναγία Δεξιά-, Αγία Υπαπαντή) καμιά φορά και μέσα στην ίδια τους την αυλή, έτσι που γίνεται υπόθεση της γειτονιάς η φροντίδα και ο συνεπής εορτασμός των μικρών αυτών παρεκκλησιών.  
Πιο πάνω ο Αχριάν Μαχαλάς, οι μουσουλμανικές γειτονιές στα βορειοδυτικά του Αγίου Βλασίου. Οι θρησκευτικές και ταξικές διαφοροποιήσεις παίζουν το δικό τους αποφασιστικό ρόλο στην εξέλιξη της πόλης και προγράφονται στην οργάνωση αυτού του κομματιού που ονομάζουμε σήμερα Παλιά Πόλη. Αργότερα με την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη και Ρωμυλία, η πόλη εμφανίζει νέα πληθυσμιακή εικόνα. Δημιουργούνται νέοι συνοικισμοί (Τσιμεντένια, Χηρίτικα, περιοχή Γυμναστηρίου) και καινούριες γειτονιές και συγχρόνως νέα πρόσωπα στην Ιστορία της περιοχής. 
Οι δρόμοι της Παλιάς Πόλης ελικοειδείς, άλλοτε αδιέξοδοι, άλλοτε με συνεχείς αλλαγές στην πορεία των αξόνων τους «παίζουν» σε φαινομενικά αδιέξοδα και σε δύο, τρία ή πιο πολλά ανοίγματα έτσι που την κίνηση διαδέχεται η στάση και πάλι η κίνηση και υπάρχει μια πληθώρα από τέτοια δρομάκια, που εξυπηρετούν την κοινωνική λειτουργία του χώρου. Οι αυλές, τα πεζούλια, τα κατώφλια τόποι συνεύρεσης των μαχαλιωτών, των ανδρών και περισσότερο των γυναικών. Ο οικισμός της Παλιάς Πόλης, ένας χώρος που εξυπηρετεί την προσέγγιση, τη γνωριμία και αντανακλά τη συνύπαρξη, την ανθρώπινη σχέση και επικοινωνία, την αλληλοβοήθεια, τις ανταλλαγές. Η συνείδηση της κοινής γειτονιάς του μαχαλά καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τους παλιούς εκείνους Ξανθιώτες και τους κάνει να ζουν, να περνούν τις δυσκολίες, τα άσχημα αλλά και τα όμορφα, τις καθημερινές , αλλά και τις γιορτές πολύ κοντά ο ένας στον άλλον.
Η Ξάνθη γίνεται παγκοσμίως γνωστή από τα περίφημα αρωματικά  καπνά της (Κιρετσιλέρ). Από το 1850 η πόλη δημιουργεί ερείσματα και συνεχώς εξελίσσεται. Η εγκατάσταση των προξενείων από την Αυστρία, Ιταλία και Αμερική της έδωσαν ευρωπαϊκό χαρακτήρα. Τα προξενικά πρακτορεία της Γαλλίας και της Αυστροουγγαρίας και 3 άλλων ξένων ασφαλιστικών εταιριών από το 1910 αύξησαν την κίνηση των εμπορευμάτων σε υψηλά επίπεδα.
Η κάμψη της αγοράς του καπνού και οι διεθνείς συγκυρίες καθηλώνουν την οικονομική ζωή της πόλης και ανακόπτουν  τους ρυθμούς ανάπτυξής της. Το 1974 λειτουργεί τα πρώτα του τμήματα το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης στην Ξάνθη, με σχολές πολιτικών μηχανικών, ηλεκτρολόγων και μηχανολόγων περιβάλλοντος, παράλληλα η πόλη γίνεται έδρα του Δ’ Σώματος Στρατού και αρχίζει μια αισθητή ανάκαμψη της πόλης. Η αξιοποίηση των φυσικών πόρων και της αγοράς, προς τις βόρειες χώρες, άνοιξαν ελπιδοφόρους εμπορικούς ορίζοντες. Η συνεταιριστική ιδέα του αείμνηστου Ξανθιώτη Αλέξανδρου Μπαλτατζή έδωσε καρπούς όχι μόνο στην Ξάνθη και στη Θράκη, αλλά και σε όλη την Ελλάδα. Η Θράκη έγινε μια αγκαλιά υποδοχής για όλα τα κύτταρα που η καρδιά τους χτυπά ελληνικά ως τα πέρατα του κόσμου.
Δεν είναι τυχαίο ότι η πνευματική εξέλιξη της Ξάνθης καθώς και της ευρύτερης περιοχής δε σταματά στους Δημόκριτο, Πρωταγόρα, Ζαμολξή, Βιζυηνό, Βάρναλη, Χατζηδάκη ή στον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, αλλά συνεχίζει με νέους συγγραφείς, ποιητές, ζωγράφους και πνευματικούς ανθρώπους, επιστήμονες και ερευνητές όλων των κλάδων, που έδωσαν νέα πνοή στον τόπο.
Ο επισκέπτης σήμερα θα δει την παλιά και τη σύγχρονη πόλη να συνυπάρχουν αρμονικά. Η παλιά πόλη είναι χτισμένη αμφιθεατρικά, με στενά δρομάκια και γραφικά σπίτια των περασμένων αιώνων. Το σήμερα θέλοντας και μη δίνει θέση στη νέα σύγχρονη πόλη. Ο επισκέπτης αποκτά τις πρώτες γνώσεις για την πόλη, καθώς αντικρίζει τον τόπο που συνδυάζει την αρχοντιά με το μεγαλείο, το μυστήριο με τη μαγεία της φύσης, τα χρώματα και τα αρώματα που μπερδεύονται γλυκά, το μωσαϊκό των θρησκειών, πολιτισμών και ανθρώπων που απλώνεται μπροστά του.
Περπατώντας ίσως να ακούσεις πολλά που έμειναν σαν αφηγήσεις στην προφορική ιστορία, στις διηγήσεις των παππούδων μας για τα σημαντικά γεγονότα, που σημάδεψαν τη ζωή τους, αλλά και τα ασήμαντα τα πιο συχνά τα καθημερινά, που διαμόρφωσαν τη ζωή τους και μετά τα σκέπασε ένα αδιόρατο σύννεφο και μνημονεύονται σε εκφράσεις : “Οι παλιοί Ξανθιώτες ήταν γλεντζέδες και ήξεραν από γεύσεις” ή “ Τα γλέντια που κάνανε εκείνο τον καιρό”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου