Αναγνώστες

Σάββατο 6 Απριλίου 2013

ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΠΟΣΕΣ ΨΥΧΕΣ ΕΧΩ





Fernando Pessoa

(Πορτογαλλία, 1888–1935)

Λέγεται ότι οι τέσσερις πιο μεγάλοι ποιητές της Πορτογαλλίας στην εποχή του μοντερνισμού είναι ...ο Φερνάντο Πεσόα. Η παράδοξη αυτή άποψη δεν απέχει απ΄την πραγματικότητα, αφού ο Πεσόα, του οποίου το όνομα στα Πορτογαλλικά σημαίνει "πρόσωπο" , είχε τρία alter egos, που ...έγραφαν με ύφος εντελώς διαφορετικό από το δικό του.

"Η περίπτωση Πεσόα"*

(β)



Το έργο "του"

Ο ίδιος ο Πεσσόα διηγείται ότι, παιδί ακόμα, εφεύρισκε διάφορους φανταστικούς συνομιλητές για να διασκεδάζει την μοναξιά του. Στο επίπεδο της λογοτεχνικής αποκρυστάλλωσης, όλα άρχισαν την νύχτα της 8η Μαρτίου 1914. Όλες τις προηγούμενες μέρες πάσχιζε μάταια να γράψει ένα ποίημα που θα το παρουσίαζε στο φίλο του Σα- Καρνέιρο με την υπογραφή ενός "βουκολικού ποιητή" βγαλμένου από το μυαλό του. Θα επρόκειτο για φάρσα…Τη νύχτα εκείνη, περιγράφει ο ίδιος σε μιαν επιστολή του:"…πλησίασα ένα ψηλό κομό, άρπαξα μερικές κόλλες χαρτί και άρχισα να γράφω όρθιος, όπως κάνω όποτε μπορώ. Κι έγραψα απνευστί κάπου τριάντα ποιήματα, βυθισμένος σε ένα είδος έκστασης που αδυνατώ να περιγράψω. Αυτή υπήρξε η θριαμβευτική ημέρα της ζωής μου, παρόμοια ξέρω ότι δεν θα γνωρίσω. Είχα ξεκινήσει μ' έναν τίτλο, Ο φύλακας του κοπαδιού. Και όσα επακολούθησαν επέφεραν την εμφάνιση μέσα μου κάποιου, τον οποίο ονόμασα Αλμπέρτο Καέιρο. Συγχωρέστε μου την παραδοξολογία: μέσα μου είχε εμφανιστεί ο δάσκαλος μου. Αυτό ένιωσα αμέσως. (…). Απ΄ τη στιγμή που γεννήθηκε ο Καέιρο, προσπάθησα να του βρω, συνειδητά και ασυνείδητα, μερικούς μαθητές".

Η γονιμοποίηση αυτή του πρώτου ετερώνυμου ήταν ο αρχικός και βασικός κρίκος μιας αλυσίδας που δεν έχει ακόμη πλήρως καταμετρηθεί. Μέχρι στιγμής, η προσεκτική ιχνηλασία του φανταστικού κόσμου του Πεσσόα έχει φέρει στο φως 72 ετερώνυμους και ημι-ετερώνυμους (72 μάσκες). Όλοι με το δικό τους ύφος, με τη δική τους βιογραφία, υπογράφουν ποιήματα, άρθρα, αποσπασματικά κείμενα. Ανάμεσα τους, οι πιο ολοκληρωμένοι είναι, μετά τον Καέιρο: ο Ρικάρντο Ρέις, νεοκλασικός ποιητής και αρχαιολάτρης φιλόλογος, εξόριστος στη Βραζιλία λόγω φιλομοναρχικών του πεποιθήσεων·ο Αλβάρο ντε Κάμπος, ζωντανή αντίθεση του προηγούμενου, μηχανικός και υμνητής της μοντέρνας τεχνολογίας με ένα ποιητικό ύφος που παραπέμπει στον Ουίλτ Ουίτμαν·ο αγγλόφωνος Αλεξάντερ Σερτς·ο βοηθός λογιστή Μπερνάντο Σοάρες·ο ερμηνευτής και σχολιαστής Αντόνιο Μόρα·και ασφαλώς ο ίδιος ο Φερνάντο Πεσσόα, ο οποίος αντιμετωπίζεται στα έργα των ετερώνυμων του ως ένα απλό πρόσωπο της φανταστικής κοινότητας που ο ίδιος δημιούργησε.

Γιατί, δεν πρόκειται για απλά ψευδώνυμα, αλλά για "φανταστικές προσωπικότητες που ενσαρκώνουν το συγγραφέα έξω από την δική του προσωπικότητα", όπως το διατυπώνει ο ίδιος ο Πεσσόα, επισημαίνοντας:" το αποδιδόμενο σε αυτά πρόσωπα έργο γίνεται αισθητό στο πρόσωπο ενός άλλου·είναι γραμμένο δραματικά. (…) Στο καθένα από αυτά έθεσα μια διαφορετική έννοια της ζωής, όλες όμως αντλούν την ουσία τους από το σπουδαίο μυστήριο της ύπαρξης". Ένα αυτοθρυμματισμένο εγώ που προσπαθεί να αναχθεί σ' ένα προσωπικό γαλαξία ετερωνύμων και ημι-ετερωνύμων.

Εγχείρημα που έδωσε λαβή, όπως ήταν φυσικό, σε κάθε λογής ψυχαναλυτικές ερμηνείες. Ο ίδιος ο Πεσσόα ερεύνησε την περίπτωση του: "Πιθανότατα είμαι ένας υστερικό-νευρασθενικός… Κάτι που εξηγεί την οργανική καταγωγή των ετερωνύμων". Υπάρχει και μια άλλη πτυχή: η ανομολόγητη ομοφυλοφιλική του τάση, που είχε προσλάβει τη μορφή ενός τρόμου απέναντι στο σώμα του, δηλαδή έναντι των επιθυμιών του. "Συχνά, κοιτώντας το ίδιο το κορμί μου/ τρέμω από φόβο βλέποντας το/ τόσο πραγματικό , τόσο σαρκώδες". Είναι οι στίχοι ενός ανθρώπου σωματικά και ψυχικά εντελώς μοναχικού, για τον οποίο το σώμα του, η σάρκα, αποτελούσε μιαν ανεξάντλητη πηγή αγωνίας: "Οποιαδήποτε γύμνια-πνευματική ή σωματική- μου προκαλεί τρόμο". Περί τα 1913-15, διαπιστώνει με συγκλονιστική διαύγεια τη "θηλυκή του ευαισθησία και τις αντιδράσεις που αυτή συνεπάγεται" και διατυπώνει τη διάγνωση: "Είναι μια αρχέγονη σεξουαλική αναστροφή.(…) Ποτέ δεν ήμουν σίγουρος ότι αυτή η προδιάθεση του χαρακτήρα μου δεν θα κατέβαινε μια μέρα ως το κορμί μου…" Την ταπείνωση αυτή, αν τυχόν η επιθυμία του εκδηλωνόταν σαρκικά, έτρεμε ο Πεσσόα. Από αυτή την άποψη , η δημιουργία του φανταστικού κόσμου των ετερωνύμων δεν ήταν, άραγε, ένας τρόπος να ξεφύγει από το κορμί του; Καθιστώντας το έργο του πιο ζωντανό από την ίδια του την ζωή, δεν φίμωνε τις επιθυμίες του; Οι ετερώνυμοι και ημι-ετερώνυμοι του Πεσσόα αποτελούν τους τοκετούς ενός παρθένου, ο οποίος οχυρώνεται αδιάκοπα έναντι αυτού του που επιθυμεί περισσότερο απ΄ οτιδήποτε άλλο: της ερωτικής πράξης. Μόνο δυο αγγλόφωνα ποιήματα του, τον Αντίνοο και το Επιθαλάμιο τολμά να αντικρίσει κατάματα τον έρωτα, ως μια πράξη υγιή, ευτυχή, ανθρώπινη, χωρίς ίχνος ντροπής. Αλλά και τα δυο τούτα ερωτικά ποιήματα επιβάλλονται όχι με τα όσα δηλώνουν, αλλά με τα όσα αποσιωπούν… Η αγγλική γλώσσα τον αποδεσμεύει εν μέρει από τις αναστολές που του δημιουργεί η μητρική του γλώσσα, γι' αυτό και υπογράφει τα αγγλόφωνα ποιήματα με το όνομα του. Αλλά, στο σύνολό της, η δημιουργία του Πεσσόα φαίνεται να είναι μια λαβυρινθώδης διαδικασία φυγής από το σαρκικό του εγώ.

Κι αν βγάζαμε τα ματοκυάλια του καλού Δρα Σίγκμουντ; Θα παρατηρούσαμε τότε ότι μεγαλύτερο μέρος του έργου του υπογράφουν οι ετερώνυμοι δημοσιεύτηκε όσο ζούσε ο Πεσσόα, ενώ τα περισσότερα από τα ποιήματα που υπογράφει με το όνομα του- και μάλιστα αυτά των τελευταίων 15 χρονών της ζωής του- έμειναν ανέκδοτα. Χρειάστηκε να περιμένουμε ως το 1955-58 για να τ' ανακαλύψουμε. Πρόκειται για ποιήματα εξομολογητικά. Μας αποκαλύπτουν το δράμα μιας συνείδησης όχι απλώς δυστυχισμένης: ανίκανης να γευτεί την ευτυχία·όχι απλώς απελπισμένης: ανίκανης να γευτεί την έννοια της ελπίδας. Η δυστυχία του Πεσσόα δεν έγκειται- μόνο- στη μιζέρια της καθημερινής του ζωής, στη σωματική του ασημαντότητα, στην ανυπαρξία του έρωτα, στην έλλειψη της μητρικής αγάπης και της οικογενειακής εστίας, στη μη αναγνώριση του από την πατρίδα και την εποχή του: είναι μια βαθύτερη υπαρξιακή απελπισία, ενός ανθρώπου που δεν τρέφει καμία ψευδαίσθηση, δεν διαθέτει καμία ελπίδα και καμία ισχύ. Περιορίζεται να ζει παρατηρώντας τον εαυτό του να ζει , αποσπασμένος απ' τον εαυτό του. Κατατρωγόμενος εσωτερικά από το βάρος μιας ιδιοφυίας που δεν του προκαλεί την παραμικρή ανάταση. Όθεν, η δημιουργία του φανταστικού κόσμου των ετερώνυμων αποτελεί τέχνασμα απελπισίας, μια διέξοδο διανοητικής ψυχαγωγίας από το προσωπικό του μηδέν, μια ειρωνική εκδίκηση ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και έναν τρόπο να ζήσει- να ζήσει τεχνητά, έστω. Και αλήθεια, στο παιχνίδι αυτό ποιος είναι πιο "πραγματικός": ο Φερνάντο Πεσσόα, ή ο Ρικάρντο Ρέις, η ο Άλβαρο ντε Κάμπος, ή ο Αλμπέρτο Καέιρο; Ο ίδιος ο συγγραφέας έχει αποκριθεί προκαταβολικά σ' αυτό:

"Εννοείται πως αγνοώ αν είναι αυτοί

που δεν υπάρχουν ή μήπως ο ανύπαρκτος

είμαι εγώ: σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις,

δεν πρέπει να είμαστε δογματικοί".

Κι ωστόσο, αυτός ο αδιάκοπος μόχθος να ξεφύγει από το εγώ του δεν ισοδυναμεί με μιαν αγωνιώδη αναζήτηση του εαυτού του; "Γράφουμε για να αποκρυσταλλώσουμε αυτό που είμαστε- ή για να γίνουμε αυτό δεν είμαστε. Και στην μια και στην άλλη περίπτωση, αναζητούμε τον εαυτό μας. Κι αν έχουμε την τύχη να τον βρούμε- δείγμα δημιουργίας- ανακαλύπτουμε πως είμαστε ένας άγνωστος. Πάντα ο άλλος, πάντα αυτός, αχώριστος, ξένος, με το πρόσωπο σου και το δικό μου, εσύ πάντα μαζί μ' εμένα και πάντα μόνος" (Οκτάβιο Παζ). Αυτό που αποκαλούμε εγώ είναι μια έρημος, μια φυλακή, μια σύμβαση, ένα δόγμα. Συμβιώνουμε στον καθρέπτη μ' ένα φάντασμα. Το εγώ μας που το φορούμε και το περιφέρουμε περήφανα όπως ο Πεσσόα το αιώνιο μαλακό καπέλο, το παπιγιόν και την γκρίζα γκαμπαρντίνα του, είναι ένα σκιάχτρο. Η καταστροφή του εγώ είναι μια θεμελιώδης πράξη γονιμοποίησης του εαυτού μας. Ο Πεσσόα, που ένιωθε αδιάλειπτα "μιαν επιθυμία να είναι κάποιος άλλος με όλους του τους πόρους", εκφράζει τη βούληση, την προσπάθεια, την αγωνία του να γίνει ο εαυτός του.

…Και μέσα από το έργο του, γίνεται ο εαυτός μας. Πέρα και πίσω απ' τις μάσκες που χρησιμοποιεί, η σπαραχτική πολλαπλότητα του Φερνάντο Πεσσόα υποβάλλει μιαν ενιαία και πανταχού παρούσα συνείδηση που μας προσκαλεί σε ένα μεγαλοπρεπές Θέατρο του Είναι. Και, τι παράδοξο: αυτός που προσέφευγε στο ονειρικό σύμπαν προκειμένου "να αποφύγει κάθε συνεργασία με την ύπαρξη του εξωτερικού κόσμου", αυτό που "έγραφε για να μην διακινδυνεύει να ζει", αυτός που αισθανόταν σωματικά (άρα και ψυχικά) ανίκανος να επικοινωνήσει με τους πραγματικούς ανθρώπους, αυτός που φρικιούσε μπροστά στο θέαμα της πραγματικής ζωής, μας καθιστά συνοδοιπόρους στην αναζήτηση του. Γιατί, πίσω από το πλήθος των ετερώνυμων και ημι-ετερώνυμων, αυτό που απομένει είναι ένα έργο, ο ανεξόρυκτος ακόμη θησαυρός του μπαούλου του·είναι μια φωνή που εκφράζει , με σπάνια ακρίβεια και αμεσότητα, αμφιβολίες και φόβους τους οποίους μοιραζόμαστε όλοι όσοι αναρωτιόμαστε ποιοι είμαστε ή τι είμαστε, που πηγαίνουμε ή που μας πηγαίνουν, τι είναι αληθινό και σε τι μπορούμε να ελπίζουμε. Παράδοξο, ναι. Πίσω από τις πολυάριθμες μάσκες του, ο Πεσσόα μιλάει στην πραγματικότητα με μια φωνή, φωνή δυνατή και οικεία, φωνή των καιρών μας, δική μας φωνή.


Αλέξανδρος Βέλιος, "Η περίπτωση Πεσσόα", εισαγωγή στο: Fernando Pessoa, Χωρίς μάσκες, εισαγωγή-μετάφραση Αλέξανδρος Βέλιος, Αθήνα, εκδ. Printa, 1994, σσ. 7-16.

*Το κείμενο είναι "δάνειο" από το www.komvos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου