Γεννήθηκε στην Χαλκίδα και έζησε στην Αλεξάνδρεια, σαν φτωχός δάσκαλος, στις αρχές του Ε΄ μ.Χ. αιώνα. Ήταν ο επιγραμματικότερος των επιγραμματοποιών. Πικρός ποιητής και φοβερός σαρκαστής, έβαλε κατά της υποκρισίας, της ανοησίας και της αμάθειας της εποχής του.
Ήταν Εθνικός σε μια δύσκολη για τους Έλληνες εποχή και παρέμεινε Εθνικός, όπως μαρτυρούν τα εναντίον των μοναχών επιγράμματα του.
Ήταν μια παράξενη μορφή αυτής της μεταβατικής περιόδου, του λυκόφωτος ανάμεσα στον θάνατο του αρχαίου κόσμου και τον θρίαμβο του επίσημου Χριστιανισμού.
Απο τον Αγαθία, σώζονται 150 επιγράμματα του στην Παλατιανή Ανθολογία. Μερικά από αυτά είναι εξαιρετικά πρωτότυπα. Θεωρείται Βυζαντινός ποιητής, αλλά βασικά ήταν ένας αρχαίος Έλληνας που συνέθετε ποίηση ενώ είχε μπει για τα καλά ο Μεσαίωνας.
Άρα μη θανόντες τώ δοκείν ζώμεν μόνον,
Έλληνες άνδρες, συμφορά πεπτωκότες
όνειρον εικάζοντες είναι τόν βίον;
ή ζώμεν ημείς, τού βίου τεθνηκότος;
Έλληνες άνδρες, συμφορά πεπτωκότες
όνειρον εικάζοντες είναι τόν βίον;
ή ζώμεν ημείς, τού βίου τεθνηκότος;
(Μήπως ενώ έχουμε πεθάνει ζούμε μόνο κατά φαντασίαν,
εμείς οι Έλληνες, που έχομε περιπέσει σε συμφορά
νομίζοντας ότι η ζωή είναι όνειρο;
ή ζούμε εμείς, και έχει αποθάνει η ζωή;
εμείς οι Έλληνες, που έχομε περιπέσει σε συμφορά
νομίζοντας ότι η ζωή είναι όνειρο;
ή ζούμε εμείς, και έχει αποθάνει η ζωή;
(Θρηνεί για την εξαφάνιση του Ελληνισμού)
Ω, γένος ανθρώπων ανεμώλιον, αυτοχόλωτον, μέχρι τέλους βιότου μηδέν επιστάμενον.
(Ω άστατο ανθρώπινο γένος, που πολεμάς τον εαυτό σου, ώς το τέλος της ζωής δε βάζεις μυαλό).
(Ω άστατο ανθρώπινο γένος, που πολεμάς τον εαυτό σου, ώς το τέλος της ζωής δε βάζεις μυαλό).
Ει μοναχοί, τι τοσοίδε; τοσοίδε δε, πώς πάλι μούνοι; ω πληθύς μοναχών ψευσαμένη μονάδα.
(Εάν είναι μοναχοί, τότε πώς είναι τόσο πολλοί; Αν είναι δε τόσο πολλοί, τότε πάλι πώς είναι μόνοι; Ώ πλήθος των μοναχών είστε ψεύτικη μονάδα)
(Εάν είναι μοναχοί, τότε πώς είναι τόσο πολλοί; Αν είναι δε τόσο πολλοί, τότε πάλι πώς είναι μόνοι; Ώ πλήθος των μοναχών είστε ψεύτικη μονάδα)
Γης επέβην γυμνός θ’ υπό γαίαν άπειμι· και τι μάτην μοχθώ γυμνόν ορών το τέλος;
(Ήρθα στη γη γυμνός, γυμνός κάτω απ’ τη γη θα πάω. Γιατί να μοχθώ μάταια βλέποντας το γυμνό τέλος;)
(Ήρθα στη γη γυμνός, γυμνός κάτω απ’ τη γη θα πάω. Γιατί να μοχθώ μάταια βλέποντας το γυμνό τέλος;)
Πολλά λαλείς, άνθρωπε, χαμαί δε τίθη μετά μικρόν. Σίγα, και μελέτα ζών έτι τον θάνατον.
(λόγια πολλά λες, άνθρωπε, σε λίγο θα πεθάνεις. Σώπα, κι ενόσω ακόμα ζείς, τον θάνατο μελέτα)
(λόγια πολλά λες, άνθρωπε, σε λίγο θα πεθάνεις. Σώπα, κι ενόσω ακόμα ζείς, τον θάνατο μελέτα)
Πάντες τω θανάτω τηρούμεθα καί τρεφόμεσθα ως αγέλη χοίρων σφαζομένων αλόγως.
Πᾶσαν Ὅμηρος ἔδειξε κακὴν σφαλερὴν τε γυναῖκα, σώφρονα καὶ πόρνην, ἀμφοτέρας ὄλεθρον. Ἐκ γὰρ τῆς Ἑλένης μοιχευσαμένης φόνος ἀνδρῶν καὶ διὰ σωφροσύνην Πηνελόπης θάνατοι. Ἰλιὰς οὖν τὸ πόνημα μιᾶς χάριν ἐστὶ γυναικός, αὐτὰρ Ὀδυσσείῃ Πηνελόπη πρόφασις.
Χαλκοτύπος τον Έρωτα μεταλλάξας επόησε τήγανον, ουκ αλόγως ότι και αυτό φλέγει.
(Χαλκωματάς τόν Έρωτα τόν έκανε τηγάνι, κ’ ήτανε κάτι λογικό γιατί καί τούτο καίει)
[ellinikoarxeio.com]
(Χαλκωματάς τόν Έρωτα τόν έκανε τηγάνι, κ’ ήτανε κάτι λογικό γιατί καί τούτο καίει)
[ellinikoarxeio.com]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου