Σε αναζήτηση της ποιητικής ισοδυναμίας, της Λίζυς Τσιριμώκου
Η κάθε λέξη είναι μια έξοδος
για μια συνάντηση, πολλές φορές ματαιωμένη,
και τότε είναι μια λέξη αληθινή, σαν επιμένει στη συνάντηση.
Γ. Ρίτσος, «Παρενθέσεις»
Η επιλογή της λέξης στην ποίηση είναι αυτοσκοπός. Αν στην καθημερινή γλωσσική επικοινωνία η λέξη είναι απλός διάμεσος, όχημα, αχθοφόρος του νοήματος, στην ποιητική πράξη χάνει τη διαφάνειά της, ανακτά την αρχική της πύκνωση, γίνεται ψηλαφητή, απτή, αιχμηρή, προβάλλει τις αντιστάσεις της. Eδώ η λέξη λειτουργεί περισσότερο ως δείκτης μιας βιογλωσσικής εμπειρίας, μιας ιδιαίτερης και αγωνιώδους σχέσης με τη γλώσσα: ο ποιητής, γλωσσοτεχνίτης, ανακωδικοποιεί τον κόσμο, δοκιμάζει συνεχώς τις αντοχές και τις δυνατότητες των γλωσσικών εργαλείων του, νομοθετεί ενίοτε στα όρια της γραμματικής και συντακτικής αυθαιρεσίας, αναζητώντας με πάθος την ενάργεια, την καίρια έκφραση, την ακριβόλογη διατύπωση της ευαισθησίας του. Εν ολίγοις, οι λέξεις αποτελούν το ιδιαίτερο βασίλειο του ποιητή και διαμορφώνουν σταδιακά την ηθική της γραφής του. Ίσως, λοιπόν, επειδή γνωρίζει καλά την πάλη, τον παιδεμό για την κατάκτηση της ζητούμενης λέξης, έχει την απαίτηση από τον μεταφραστή που θα μετακενώσει το κείμενό του σε μιαν άλλη γλώσσα να κάνει το αντίστοιχο ταξίδι, να υποβληθεί στην ίδια δοκιμασία προκειμένου οι κοινόχρηστες λέξεις να γίνουν πράγματα, μοναδικά χειροτεχνήματα του λόγου· και όταν συμβαίνει να εμπλέκεται ο ίδιος στη μεταφραστική διαδικασία, υποτάσσει τις δικές του εμμονές, πειθαρχεί στις ευρετικές αυθαιρεσίες του πρωτοτύπου, επιχειρεί να τις διασώσει όσο και όπως μπορεί, σέβεται δηλαδή τον γλωσσικό κόσμο του ομοτέχνου και αγωνιά να βρει την πλήρη, ει δυνατόν, ισοδυναμία του στον νέο κώδικα. Η πιστότητα στο πρωτότυπο με αυτούς τους όρους είναι το πρώτο μέλημα του μεταφραστή.
Ο Γιάννης Ρίτσος, ως ποιητής και μεταφραστής, δεν εξαιρείται από αυτόν τον κανόνα. Παρά την πληθωρική παραγωγή του, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πόσο τον παίδευε ακόμη και το ελάχιστο ποίημα, ο κάθε στίχος, και πόσο επεδίωκε να κρατήσει την παραμικρή απόχρωση της ξένης φωνής, όταν μετέφραζε· γνωρίζουμε, για παράδειγμα, στις συνεταιρικές μεταφράσεις του με τον Άρη Αλεξάνδρου από τα ρωσικά πόσο επέμενε στον γλωσσικό βηματισμό, λέξη προς λέξη, από το πρωτότυπο στην απόδοσή του, και πάλι και πάλι, τρίβοντας συνεχώς τις λέξεις έως ότου πετύχει τον ποιητικό σπινθήρα. Aπό την αλληλογραφία του με τον Άρη Αλεξάνδρου και την Καίτη Δρόσου (Τροχιές σε διασταύρωση, Άγρα, 2008) απομονώνουμε ορισμένα σημεία, δηλωτικά ακριβώς της σημασίας που απέδιδε ο Ρίτσος στη μεταφραστική πιστότητα.
1. Ο Αλεξάνδρου τού έχει στείλει από το Παρίσι δείγμα των γαλλόφωνων ποιημάτων του (τη «Lucidité» και άλλα επτά).1 Ο Ρίτσος, στην απαντητική επιστολή του από την Αθήνα (12. VII. 71), αυτοσχεδιάζει επιχειρώντας να αποδώσει στα ελληνικά τη δυσκολία ενός στίχου: «Cela m’insupportait». To μεταφράζει παιγνιωδώς: «Αυτό με ανυπόφερε». Είναι σαφές ότι προσπαθεί να κρατήσει την ισοδυναμία στη μετάβαση από τη μια γλώσσα στην άλλη, το ρήμα να αποδοθεί με ρήμα, έστω και αν καταστρατηγηθούν οι κανόνες της ελληνικής γραμματικής και σύνταξης –όπως, άλλωστε το κάνει και ο Αλεξάνδρου στο πρωτότυπο ποίημά του. Το «λάθος» οφείλει να τηρηθεί ως ξενότητα και στη μεταφραστική εκδοχή, η κυριολεξία να μείνει αλώβητη.
2. Σε επόμενο γράμμα του από τη Σάμο στην Καίτη και στον ΄Αρη (26. XI. 71), σχολιάζοντας την αγγλική μετάφραση της συλλογής του Χειρονομίες (Gestures) που μόλις είχε φτάσει στα χέρια του, επισημαίνει την απογοήτευσή του για την απώλεια μιας λέξης (ενός επιθέτου) στη μεταγλώττιση του ποιήματος «Αβέβαιες αποφάσεις»:
Κ’ εκείνο το βαθύ, κοίλο φεγγάρι λάμπει ψηλά πάνω απ’ το Τελωνείο,
κατοικημένο ολόκληρο από μιαν ακραία, ζεσταμένη ματαιότητα.
The deep, concave moon shines over the Customs
inhabited by an extreme futility.
«Όπως βλέπετε, μου φάγανε μια κύρια για μένα λέξη. “ζεσταμένη”, που χρωματίζει ιδιαίτερα τη λέξη “ματαιότητα”». Eίναι και πάλι προφανές ότι ο ποιητής επιζητεί τις λιγότερες δυνατές απώλειες στη διαδικασία της μετάφρασης. Τίποτε δεν είναι τυχαίο στη γλωσσική κατασκευή ενός ποιήματος· πρόκειται για λειτουργικό σύστημα το οποίο απαιτεί και το ελάχιστο συστατικό του στοιχείο, ακόμη και το σημείο στίξης, για να τεθεί σε κίνηση στην έτερη γλώσσα.
3. Στο προλογικό της κείμενο η Καίτη Δρόσου αναθυμάται τη δυσφορία του Ρίτσου σε παλαιότερα χρόνια (μάλλον το 1959), όταν μόλις είχε παραλάβει μια ρωσική ανθολογία ποιημάτων του και, μη γνωρίζοντας ρωσικά, ζήτησε από τον Αλεξάνδρου να του κάνει μια πρόχειρη κατά λέξη μετάφραση. Αγανακτισμένος με τις μεταφραστικές αυθαιρεσίες που αλλοίωναν εμφανώς την ποιητική του πρόθεση, ξέσπασε: «Τί διαβάζεις; να λέει του Άρη, τί βιβλίο κρατάς στα χέρια σου, αυτοί οι στίχοι που μας αραδιάζεις δεν είναι δικοί μου, δεν τους έγραψα εγώ».
Εντάσσοντας όσα προηγήθηκαν σε μια μεταφραστική τυπολογία, ο επαρκής αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι ο Ρίτσος τάσσεται αναφανδόν υπέρ της κατά λέξη μετάφρασης, της αναζήτησης μιας λεκτικής ισοδυναμίας, μιας ισορροπίας (ή μάλλον σχοινοβασίας) ανάμεσα στο ιδιόφωνο και το αλλόφωνο, που δεν καταργεί τις ιδιαιτερότητές τους, αλλά τις διατηρεί, τις αναδεικνύει, τις προβάλλει. Για την καίρια λέξη στη διαδικασία της δημιουργίας αλλά και της αναδημιουργίας (της μετάφρασης) ας κρατήσουμε την εύστοχη διατύπωση του ποιητή:
Η λέξη με είχε
με βρήκε
με είπε.
Κι εγώ
μονάχα «ευχαριστώ».
Στη λέξη
μια λέξη.
Ο κόσμος.
Από: http://www.apiliotis.gr/ArticlesList.aspx?C=160&A=164
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου