Το καθηλωτικό βλέμμα του ελληνικού κινηματογράφου!
Κάθε εισαγωγή για την πολυαγαπημένη ηθοποιό περιττεύει, καθώς αποτέλεσε έναν από τους στιβαρούς πυλώνες του ελληνικού σινεμά, σηκώνοντας στις πλάτες της ταινίες και ταινίες.
Τόνοι μελάνης έχουν αφιερωθεί στο έργο και τη ζωή της, κάνοντας όλες τις απόπειρες αναφοράς στο ποια ήταν η Καρέζη ανέξοδες: την ξέρουμε όλοι από τα φιλμ που αγαπήσαμε.
Φινετσάτη και ναζιάρα υποκριτικά, ήταν στην εκτός οθόνης ζωή της δυναμική και μαχητικότατη, μια σωστή καλλιτέχνιδα δηλαδή, ένας άνθρωπος της εποχής της που αναμείχθηκε στα κοινά και άφησε το στίγμα της σε ό,τι καταπιάστηκε.
Μια σταρ ιδιαιτέρως προσιτή, η Τζένη Καρέζη παραμένει από τις χαρακτηριστικότερες πρωταγωνίστριες της εθνικής μας κινηματογραφίας, μια κούκλα που είχε ταλέντο, φινέτσα και υποκριτικά χαρίσματα από τα λίγα…
Πρώτα χρόνια
Η Ευγενία Καρπούζη γεννιέται στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου 1932 (ή 1934, κατά άλλες πηγές), μέσα σε οικογένεια εκπαιδευτικών: ο πατέρας της ήταν γυμνασιάρχης και η μητέρα της δασκάλα. Η φαμίλια μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη λίγο αργότερα, όπου και θα περάσει η Καρέζη τα παιδικά της χρόνια, φοιτώντας στην ελληνογαλλική σχολή της Θεσσαλονίκης και αργότερα της Αθήνας, μέσα στο συντηρητικό περιβάλλον του σχολείου των καλογραιών.
Το κορίτσι ανακαλύπτει από νωρίς την κλήση της στην υποκριτική και ανεβαίνει πρόωρα στο σανίδι, ήδη από τις σχολικές παραστάσεις της ελληνογαλλικής, ενώ αργότερα θα φτιάξει τον δικό της παιδικό θίασο! Όταν ωστόσο ανακοινώνει στον αυστηρών αρχών πατέρα της την απόφασή της να ακολουθήσει το επάγγελμα της θεατρίνας, η οικογενειακή θαλπωρή γίνεται σμπαράλια: ο πατέρας αρνείται σθεναρά και όταν η Καρέζη θα κάνει τελικά αυτό που αποφάσισε, εκείνος εξοργισμένος εγκαταλείπει τη γυναίκα του (που συμφωνούσε με την καριέρα της θεατρίνας) και δεν ξαναμιλά ποτέ στις δυο τους («σκληρό γυμνασιάρχη, τρυφερή δασκάλα», θα χαρακτηρίσει η ίδια σε συνέντευξή της τους γονείς της).
Μέσα στο τραγικό αυτό οικογενειακό πλαίσιο θα εγγραφεί η αξέχαστη πρωταγωνίστρια στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από όπου θα αποφοιτήσει το 1954 με επαίνους, έχοντας ήδη ερμηνεύσει ρόλους σε θεατρικές εταιρίες των Αθηνών όντας ακόμα σπουδάστρια δραματικής. Στα έδρανα της σχολής θα γνωρίσει την άλλη μεγάλη πρωταγωνίστριά μας, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, και οι δύο κοπέλες θα συνδεθούν με φιλία καρδιακή (που το μάρκετινγκ της εποχής και ο σκανδαλοθηρικός Τύπος θα μετέτρεπαν σε σκληροπυρηνική κόντρα!). Η Καρέζη είχε μάλιστα την τύχη να χριστεί αμέσως πρωταγωνίστρια, ερμηνεύοντας κλασικούς ρόλους δίπλα στα μεγάλα ονόματα του ελληνικού θεάτρου της περιόδου…
Η Καρέζη θεατρίνα
Πριν προλάβει καλά-καλά να πάρει το πολυπόθητο χαρτί από το Εθνικό Θέατρο, η Καρέζη εμφανίστηκε στη σκηνή του Θεάτρου Κοτοπούλη δίπλα στη μεγάλη πρωταγωνίστρια, τον Αλέξη Μινωτή αλλά και τη Μελίνα Μερκούρη, κρατώντας σύντομα σημαντικούς και αργότερα πρωταγωνιστικούς ρόλους δίπλα στα ιερά τέρατα του ελληνικού θεάτρου.
Σταθερή συνεργάτιδα του θιάσου της Κοτοπούλη αλλά και του Εθνικού Θεάτρου στα επόμενα χρόνια, η Καρέζη θα ερμηνεύσει στο σανίδι κλασικό ρεπερτόριο αλλά και σύγχρονα έργα, παίζοντας από Σέξπιρ και Ίψεν μέχρι και Αριστοφάνη. Το 1963 ανέλαβε μια νέα πρωτοβουλία στη ζωή της, τη δημιουργία του δικού της θιάσου, κρατώντας έτσι πέρα από τον ρόλο του ηθοποιού και εκείνον τον θεατρικού επιχειρηματία: ήταν πράγματι η νεαρότερη θιασάρχισσα των Αθηνών!
Ανεβάζει με την ίδια αμείωτη επιτυχία μια σειρά από έργα του ελληνικού ρεπερτορίου, την ίδια στιγμή που δοκιμάζει τις δυνάμεις της και στην τραγωδία, αφήνοντας εποχή σε μια σειρά από αρχαιοελληνικές τραγωδίες και κωμωδίες. Η Καρέζη συνεργάστηκε με όλους τους κορυφαίους ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου, τόσο ως θιασάρχισσα όσο και ως ηθοποιός.
Τελευταία της θεατρική παράσταση ήταν το νεοελληνικό έργο «Διαμάντια και μπλουζ» της Λούλας Αναγνωστάκη…
Δουλειές στο σινεμά
Η Τζένη Καρέζη θα κοσμήσει τον ελληνικό κινηματογράφο ήδη από τα πρώτα χρόνια της ως επαγγελματίας ηθοποιός. Κι έτσι το 1955 θα τη βρει να παίρνει μέρος στην πρώτη της ταινία, το «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», λάμποντας πλέον και στο μεγάλο πανί.
Ακολουθούν ταινίες «βροχή», με την Καρέζη να τρέχει και να μην προλαβαίνει τις δουλειές: το πρωί γυρίσματα στον κινηματογράφο, το απόγευμα πρόβες και το βράδυ θέατρο. Ό,τι αγγίζει μάλιστα, είναι προορισμένο να γίνει επιτυχία.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ακόμα και σήμερα, τόσες δεκαετίες αργότερα, τις κλασικές ταινίες «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (1960), «Δεσποινίς διευθυντής» (1964), «Κόκκινα φανάρια» (1963) και «Λόλα»; Η Τζένη Καρέζη θα αφήσει τη σφραγίδα της σε περισσότερες από 30 ταινίες, από τις οποίες ξεχωρίζουν τα φιλμ «Η νύφη το ’σκασε« (1962), «Τζένη-Τζένη» (1966), «Ένας ιππότης για τη Βασούλα» (1968), »Μια γυναίκα στην αντίσταση» (1970) κ.λπ.
Παρά την πρωτοφανή επιτυχία της, η Καρέζη παραμένει προσιτή και απλή, ένας σωστός στρατιώτης της τέχνης. Μένει μάλιστα με τη μητέρα και τους θείους της σε διαμέρισμα της Κυψέλης (πριν παντρευτεί) και κρατείται μακριά από βεντετισμούς και θεατρινίστικες αστειότητες…
Προσωπική ζωή και θάνατος
Η Τζένη Καρέζη παντρεύτηκε με τον Ζάχο Χατζηφωτίου στις 7 Μαΐου 1962, σε έναν επεισοδιακό γάμο στη Φιλοθέη, όπου οι φανατικοί θαυμαστές της βρέθηκαν να της σκίζουν κομμάτια από το νυφικό!
Η γαμήλια ένωση δεν στέριωσε όμως και το ζευγάρι χώρισε 5 χρόνια αργότερα. Και τότε, τον Αύγουστο του 1968, γνώρισε τον ηθοποιό Κώστα Καζάκο στα γυρίσματα του «Κονσέρτου για πυροβόλα», με τον έρωτα να είναι κεραυνοβόλος και τους δυο τους να περνούν σύντομα τα σκαλιά της εκκλησίας.
Οι δυο τους απέκτησαν έναν γιο, τον επίσης ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο, και παρέμεινε ο ένας στο πλευρό του άλλου μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος…
Το πολιτικοποιημένο ζευγάρι των πρωταγωνιστών θα κάνει μάλιστα και σοβαρό αντιδικτατορικό αγώνα, μέσα από ανατρεπτικές παραστάσεις που περνούσαν πλήθος αντιχουντικών μηνυμάτων κάτω από τη μύτη της λογοκρισίας. Όπως η μνημειώδης παράσταση του 1973 «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, με το αλληγορικό έργο να γίνεται σύνθημα στο στόμα των φοιτητών και να φέρνει Καρέζη και Καζάκο για περισσότερο από έναν μήνα στα μπουντρούμια της ΕΑΤ-ΕΣΑ. «Ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή. Αν χρειαστεί, μπορώ να ξαναπάω» ψιθυρίζει η πάντα πολιτικοποιημένη και μαχητική αριστερή Καρέζη, η οποία από το 1974 εντάχθηκε επισήμως στις γραμμές του ΚΚΕ.
Χτυπημένη από την επάρατο νόσο, η Καρέζη έδωσε τον άνισο αγώνα για 4 χρόνια πριν φύγει από τη ζωή στις 27 Ιουλίου 1992. Δύο μήνες μάλιστα πριν από τον θάνατό της, τον Μάιο του 1992, η μεγάλη πρωταγωνίστρια θα συγκινήσει για μια τελευταία φορά τον κόσμο με την ανοιχτή επιστολή που στέλνει στον Τύπο, μια ύστατη κραυγή για ζωή: «Θέλω να ζω με τους δικούς μου. Θέλω να κάνω τη λατρεμένη μου δουλειά. Θέλω να προσφέρω. Να αγαπώ και να με αγαπούν. Δεν χάνονται αυτά. Δεν πρέπει να χαθούν. Δεν θέλω να χαθούν. Και πάντα θα ελπίζω».
Η σορός της αλησμόνητης ηθοποιού τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών πριν ενταφιαστεί στο Α' Νεκροταφείο δημοσία δαπάνη. Ο μύθος της όμως δεν έχει σβήσει καθώς οι θρύλοι είναι διαχρονικοί και δεν τελειώνουν όταν φύγουν από τη ζωή.
Κατά τις επιθυμίες της, τη χρονιά του θανάτου της ιδρύθηκε το ίδρυμα Τζένη Καρέζη, με σκοπό την παρηγορητική αγωγή των ασθενών που πάσχουν από καρκίνο και χρόνιες καταληκτικές νόσους και τη με κάθε τρόπο ανακούφισή τους από τον πόνο…
Τόνοι μελάνης έχουν αφιερωθεί στο έργο και τη ζωή της, κάνοντας όλες τις απόπειρες αναφοράς στο ποια ήταν η Καρέζη ανέξοδες: την ξέρουμε όλοι από τα φιλμ που αγαπήσαμε.
Φινετσάτη και ναζιάρα υποκριτικά, ήταν στην εκτός οθόνης ζωή της δυναμική και μαχητικότατη, μια σωστή καλλιτέχνιδα δηλαδή, ένας άνθρωπος της εποχής της που αναμείχθηκε στα κοινά και άφησε το στίγμα της σε ό,τι καταπιάστηκε.
Μια σταρ ιδιαιτέρως προσιτή, η Τζένη Καρέζη παραμένει από τις χαρακτηριστικότερες πρωταγωνίστριες της εθνικής μας κινηματογραφίας, μια κούκλα που είχε ταλέντο, φινέτσα και υποκριτικά χαρίσματα από τα λίγα…
Πρώτα χρόνια
Η Ευγενία Καρπούζη γεννιέται στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου 1932 (ή 1934, κατά άλλες πηγές), μέσα σε οικογένεια εκπαιδευτικών: ο πατέρας της ήταν γυμνασιάρχης και η μητέρα της δασκάλα. Η φαμίλια μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη λίγο αργότερα, όπου και θα περάσει η Καρέζη τα παιδικά της χρόνια, φοιτώντας στην ελληνογαλλική σχολή της Θεσσαλονίκης και αργότερα της Αθήνας, μέσα στο συντηρητικό περιβάλλον του σχολείου των καλογραιών.
Το κορίτσι ανακαλύπτει από νωρίς την κλήση της στην υποκριτική και ανεβαίνει πρόωρα στο σανίδι, ήδη από τις σχολικές παραστάσεις της ελληνογαλλικής, ενώ αργότερα θα φτιάξει τον δικό της παιδικό θίασο! Όταν ωστόσο ανακοινώνει στον αυστηρών αρχών πατέρα της την απόφασή της να ακολουθήσει το επάγγελμα της θεατρίνας, η οικογενειακή θαλπωρή γίνεται σμπαράλια: ο πατέρας αρνείται σθεναρά και όταν η Καρέζη θα κάνει τελικά αυτό που αποφάσισε, εκείνος εξοργισμένος εγκαταλείπει τη γυναίκα του (που συμφωνούσε με την καριέρα της θεατρίνας) και δεν ξαναμιλά ποτέ στις δυο τους («σκληρό γυμνασιάρχη, τρυφερή δασκάλα», θα χαρακτηρίσει η ίδια σε συνέντευξή της τους γονείς της).
Μέσα στο τραγικό αυτό οικογενειακό πλαίσιο θα εγγραφεί η αξέχαστη πρωταγωνίστρια στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από όπου θα αποφοιτήσει το 1954 με επαίνους, έχοντας ήδη ερμηνεύσει ρόλους σε θεατρικές εταιρίες των Αθηνών όντας ακόμα σπουδάστρια δραματικής. Στα έδρανα της σχολής θα γνωρίσει την άλλη μεγάλη πρωταγωνίστριά μας, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, και οι δύο κοπέλες θα συνδεθούν με φιλία καρδιακή (που το μάρκετινγκ της εποχής και ο σκανδαλοθηρικός Τύπος θα μετέτρεπαν σε σκληροπυρηνική κόντρα!). Η Καρέζη είχε μάλιστα την τύχη να χριστεί αμέσως πρωταγωνίστρια, ερμηνεύοντας κλασικούς ρόλους δίπλα στα μεγάλα ονόματα του ελληνικού θεάτρου της περιόδου…
Η Καρέζη θεατρίνα
Πριν προλάβει καλά-καλά να πάρει το πολυπόθητο χαρτί από το Εθνικό Θέατρο, η Καρέζη εμφανίστηκε στη σκηνή του Θεάτρου Κοτοπούλη δίπλα στη μεγάλη πρωταγωνίστρια, τον Αλέξη Μινωτή αλλά και τη Μελίνα Μερκούρη, κρατώντας σύντομα σημαντικούς και αργότερα πρωταγωνιστικούς ρόλους δίπλα στα ιερά τέρατα του ελληνικού θεάτρου.
Σταθερή συνεργάτιδα του θιάσου της Κοτοπούλη αλλά και του Εθνικού Θεάτρου στα επόμενα χρόνια, η Καρέζη θα ερμηνεύσει στο σανίδι κλασικό ρεπερτόριο αλλά και σύγχρονα έργα, παίζοντας από Σέξπιρ και Ίψεν μέχρι και Αριστοφάνη. Το 1963 ανέλαβε μια νέα πρωτοβουλία στη ζωή της, τη δημιουργία του δικού της θιάσου, κρατώντας έτσι πέρα από τον ρόλο του ηθοποιού και εκείνον τον θεατρικού επιχειρηματία: ήταν πράγματι η νεαρότερη θιασάρχισσα των Αθηνών!
Ανεβάζει με την ίδια αμείωτη επιτυχία μια σειρά από έργα του ελληνικού ρεπερτορίου, την ίδια στιγμή που δοκιμάζει τις δυνάμεις της και στην τραγωδία, αφήνοντας εποχή σε μια σειρά από αρχαιοελληνικές τραγωδίες και κωμωδίες. Η Καρέζη συνεργάστηκε με όλους τους κορυφαίους ηθοποιούς του ελληνικού θεάτρου, τόσο ως θιασάρχισσα όσο και ως ηθοποιός.
Τελευταία της θεατρική παράσταση ήταν το νεοελληνικό έργο «Διαμάντια και μπλουζ» της Λούλας Αναγνωστάκη…
Δουλειές στο σινεμά
Η Τζένη Καρέζη θα κοσμήσει τον ελληνικό κινηματογράφο ήδη από τα πρώτα χρόνια της ως επαγγελματίας ηθοποιός. Κι έτσι το 1955 θα τη βρει να παίρνει μέρος στην πρώτη της ταινία, το «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», λάμποντας πλέον και στο μεγάλο πανί.
Ακολουθούν ταινίες «βροχή», με την Καρέζη να τρέχει και να μην προλαβαίνει τις δουλειές: το πρωί γυρίσματα στον κινηματογράφο, το απόγευμα πρόβες και το βράδυ θέατρο. Ό,τι αγγίζει μάλιστα, είναι προορισμένο να γίνει επιτυχία.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ακόμα και σήμερα, τόσες δεκαετίες αργότερα, τις κλασικές ταινίες «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (1960), «Δεσποινίς διευθυντής» (1964), «Κόκκινα φανάρια» (1963) και «Λόλα»; Η Τζένη Καρέζη θα αφήσει τη σφραγίδα της σε περισσότερες από 30 ταινίες, από τις οποίες ξεχωρίζουν τα φιλμ «Η νύφη το ’σκασε« (1962), «Τζένη-Τζένη» (1966), «Ένας ιππότης για τη Βασούλα» (1968), »Μια γυναίκα στην αντίσταση» (1970) κ.λπ.
Παρά την πρωτοφανή επιτυχία της, η Καρέζη παραμένει προσιτή και απλή, ένας σωστός στρατιώτης της τέχνης. Μένει μάλιστα με τη μητέρα και τους θείους της σε διαμέρισμα της Κυψέλης (πριν παντρευτεί) και κρατείται μακριά από βεντετισμούς και θεατρινίστικες αστειότητες…
Προσωπική ζωή και θάνατος
Η Τζένη Καρέζη παντρεύτηκε με τον Ζάχο Χατζηφωτίου στις 7 Μαΐου 1962, σε έναν επεισοδιακό γάμο στη Φιλοθέη, όπου οι φανατικοί θαυμαστές της βρέθηκαν να της σκίζουν κομμάτια από το νυφικό!
Η γαμήλια ένωση δεν στέριωσε όμως και το ζευγάρι χώρισε 5 χρόνια αργότερα. Και τότε, τον Αύγουστο του 1968, γνώρισε τον ηθοποιό Κώστα Καζάκο στα γυρίσματα του «Κονσέρτου για πυροβόλα», με τον έρωτα να είναι κεραυνοβόλος και τους δυο τους να περνούν σύντομα τα σκαλιά της εκκλησίας.
Οι δυο τους απέκτησαν έναν γιο, τον επίσης ηθοποιό Κωνσταντίνο Καζάκο, και παρέμεινε ο ένας στο πλευρό του άλλου μέχρι να τους χωρίσει ο θάνατος…
Το πολιτικοποιημένο ζευγάρι των πρωταγωνιστών θα κάνει μάλιστα και σοβαρό αντιδικτατορικό αγώνα, μέσα από ανατρεπτικές παραστάσεις που περνούσαν πλήθος αντιχουντικών μηνυμάτων κάτω από τη μύτη της λογοκρισίας. Όπως η μνημειώδης παράσταση του 1973 «Το μεγάλο μας τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, με το αλληγορικό έργο να γίνεται σύνθημα στο στόμα των φοιτητών και να φέρνει Καρέζη και Καζάκο για περισσότερο από έναν μήνα στα μπουντρούμια της ΕΑΤ-ΕΣΑ. «Ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή. Αν χρειαστεί, μπορώ να ξαναπάω» ψιθυρίζει η πάντα πολιτικοποιημένη και μαχητική αριστερή Καρέζη, η οποία από το 1974 εντάχθηκε επισήμως στις γραμμές του ΚΚΕ.
Χτυπημένη από την επάρατο νόσο, η Καρέζη έδωσε τον άνισο αγώνα για 4 χρόνια πριν φύγει από τη ζωή στις 27 Ιουλίου 1992. Δύο μήνες μάλιστα πριν από τον θάνατό της, τον Μάιο του 1992, η μεγάλη πρωταγωνίστρια θα συγκινήσει για μια τελευταία φορά τον κόσμο με την ανοιχτή επιστολή που στέλνει στον Τύπο, μια ύστατη κραυγή για ζωή: «Θέλω να ζω με τους δικούς μου. Θέλω να κάνω τη λατρεμένη μου δουλειά. Θέλω να προσφέρω. Να αγαπώ και να με αγαπούν. Δεν χάνονται αυτά. Δεν πρέπει να χαθούν. Δεν θέλω να χαθούν. Και πάντα θα ελπίζω».
Η σορός της αλησμόνητης ηθοποιού τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών πριν ενταφιαστεί στο Α' Νεκροταφείο δημοσία δαπάνη. Ο μύθος της όμως δεν έχει σβήσει καθώς οι θρύλοι είναι διαχρονικοί και δεν τελειώνουν όταν φύγουν από τη ζωή.
Κατά τις επιθυμίες της, τη χρονιά του θανάτου της ιδρύθηκε το ίδρυμα Τζένη Καρέζη, με σκοπό την παρηγορητική αγωγή των ασθενών που πάσχουν από καρκίνο και χρόνιες καταληκτικές νόσους και τη με κάθε τρόπο ανακούφισή τους από τον πόνο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου