Αναγνώστες

Τρίτη 24 Αυγούστου 2010

ΘΡΑΚΗ






ΚΑΤΑΓΩΓΗ - ΘΡΑΚΙΚΑ ΦΥΛΑ - ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΘΡΑΚΩΝ

Οι Θράκες είχαν ινδοευρωπαϊκή καταγωγή και ήταν συγγενείς με τους Έλληνες , όπως επίσης με τους Ιλλυριούς και Φρύγες . Συγγενικός λαός ήταν ακόμα οι Τρώες, που είχαν σχεδόν την ίδια γλώσσα . Στον τρωικό πόλεμο οι Θράκες ήταν σύμμαχοι των Τρώων. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο οι Θράκες ήταν το μεγαλύτερο μετά τους Ινδούς έθνος.

Πρώτοι κάτοικοι της Θράκης αναφέρονται διάφορα πελασγικά φύλα, όπως οι Κίκονες της Οδύσσειας , οι Μυσσοί, οι Βησσοί , οι Γέτες , οι Δάκες , οι Αγριάνες, οι Πίερες , οι Βρύγες ή Φρύγες , οι Παίονες , οι Σκυρμιάδες , οι Νιψαίοι , οι Σαπαίοι , οι Βαίτοι , οι Βίστωνες , οι Δερσαίοι , οι Κορπίλοι , οι Ήδωνες , οι Δίοι , οι Σάτρες , οι Οδρύσες , οι Τριβαλλοί κα.



Οι Θράκες ήταν λαός προικισμένος με ψυχικά χαρίσματα , με ιδιαίτερη αγάπη στη μουσική και στην οινοποσία . Βοήθησαν στην ανάπτυξη πολλών θρησκευτικών ιδεών. Δεν είχαν όμως συναίσθηση κοινωνικότητας και κρατικής ενότητας και γι' αυτό δεν σχημάτισαν κοινωνίες και πολιτείες , ώστε να συμπήξουν κράτη βιώσιμα, ικανά να προβάλουν σθεναρή αντίσταση στους εξωτερικούς εχθρούς .



ΟΙ ΘΡΑΚΕΣ είχαν κοινή καταγωγή με τους Έλληνες. Η μετακίνηση και η εγκατάστασή τους σε διαφορετικές περιοχές απομάκρυναν για μεγάλο χρονικό διάστημα τους δύο λαούς. Παρ' όλα αυτά στις πινακίδες της γραμμικής γραφής Β συναντάμε δεκάδες ονόματα και τοπωνύμια που είναι γνωστά στο Θρακικό χώρο. Επίσης ένα μεγάλο μέρος των Ελληνικών μύθων διαδραματίζεται στη περιοχή της Θράκης. Μετά τη δημιουργία των πρώτων Ελληνικών εγκαταστάσεων οι δύο λαοί είχαν ουσιαστικότερη επικοινωνία.


Αναδρομή στην Ιστορία.Την παρουσία του παλαιολιθικού ανθρώπου (10.000 - 7.000 π.Χ.) μαρτυρούν μερικά λίθινα εργαλεία από πυριτόλιθο. Οι άνθρωποι την περίοδο αυτή ήταν νομάδες και τροφοσυλλέκτες και μετακινούνταν διαρκώς, για να εξασφαλίσουν την τροφή τους. Στη συνέχεια, ο άνθρωπος της νεολιθικής περιόδου (7.000-3.000 π.Χ.), όπως δείχνουν ευρήματα νεολιθικών οικισμών της περιοχής, αποδεικνύεται ότι ήταν καλλιεργητής και παραγωγός της γης, δημιουργός μόνιμων οικισμών.Κατά την επόμενη μεγάλη περίοδο του χαλκού (3.000 - 1.100 π.Χ.) η Θράκη δέχεται την ακτινοβολία του πολιτισμού των οχυρωμένων οικισμών του βόρειου Αιγαίου, της Λέσβου, Λήμνου και Τροίας. Αυτοί οι οικισμοί καταστρέφονται ξαφνικά λίγο πριν από το 2.000 π.Χ. από άγνωστη αιτία, ίσως από την κάθοδo Ινδοευρωπαϊκών φύλων. Τον 11ο αι. π.Χ. αρχίζει η κάθοδος και εγκατάσταση Θρακικών φύλων, όπως δείχνουν τα απομεινάρια των Θρακικών ακροπόλεων, που μαρτυρούν την ανασφάλεια των νέων κατοίκων. Από τον Όμηρο και τον Ηρόδοτο αντλούμε πληροφορίες για την εποχή του σιδήρου (1050 - 650 π.Χ.), δηλαδή στοιχεία για τη θρησκεία, μυθολογία και πολιτισμό των Θρακών, καθώς και για το διαχωρισμό τους σε φύλα. Ο Όμηρος αναφέρει τη φυλή των Κικόνων, που κατοικούσαν ανάμεσα στον Έβρο και τη Βιστωνίδα λίμνη. Μ' αυτούς πολέμησε ο Οδυσσέας και κυρίευσε την πόλη τους Ίσμαρο, κατά την επιστροφή του από την Τροία στην ΙθάκηΚατά την αρχαϊκή εποχή (7ος αι. - 6ος αι. π.Χ.) έλληνες άποικοι από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και τα παράλια της Μ. Ασίας εγκαθίστανται στα παράλια της Θράκης ύστερα από συγκρούσεις με τους ντόπιους ή με την ανοχή τους. Μερικές αποικίες παρέμειναν ως εμπορικοί σταθμοί, ενώ άλλες εξελίχθηκαν σε μεγάλες πόλεις - κράτη με διεθνείς σχέσεις (ʼβδηρα - Μαρώνεια). Την όλη ακμή των πόλεων της Θράκης επιβεβαιώνουν ευρήματα ανασκαφώνΚατά την κλασική εποχή (5ος - 4ος αι. π.Χ.) μεγάλο μέρος της Θράκης υποτάσσεται στους Πέρσες. Στη συνέχεια ο χώρος καταλαμβάνεται από το Φίλιππο το Β', το βασιλιά της Μακεδονίας και τους διαδόχους του. Μνημεία αυτής της κατάκτησης είναι τα φρούρια της περιοχής. . Κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους (3ος - 1ος αι. π.Χ.) οι Ρωμαίοι επεμβαίνουν στα εσωτερικά του Θρακικού χώρου και μόνο το 46 μ.Χ. κάνουν τη Θράκη Ρωμαϊκή επαρχία. Την εποχή αυτή στην ανάπτυξη της Θράκης συμβάλλουν οι μεγάλοι δρόμοι που ένωσαν τις σημαντικότερες πόλεις με τη θάλασσα και την Κεντρική Ευρώπη. Ο μεγαλύτερος από αυτούς ήταν η Εγνατία, μήκους 800 χλμ, που συνέδεε το Δυρράχιο με το Βυζάντιο και τμήματά της διατηρούνται ως σήμερα στους νομούς Ροδόπης και ΈβρουΣταθμό στην Ιστορία αποτέλεσε η εξάπλωση του Χριστιανισμού και η ίδρυση της Κωνσταντινούπολης (330 μ.Χ.). Η Θράκη, περιβάλλοντας και προφυλάσσοντας την καρδιά της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη, ταυτίζεται με την ιστορική της εξέλιξη, δέχεται, όμως, για αιώνες και φοβερές καταστροφές. Οι Βυζαντινοί ενισχύουν την περιοχή με τειχισμένες πόλεις και φρούρια, πράγμα που αποδεικνύει τη μέριμνά τους για τη Θράκη, την αυλή και το θώρακα της Κωνσταντινούπολης. Στην περίοδο από το Μεσαίωνα μέχρι τα νεότερα χρόνια η ιστορία της Θράκης είναι ουσιαστικά ιστορία της Βασιλεύουσας Κωνσταντινούπολης. Η κυρίως Θράκη, μεταξύ Στρυμόνα, Αίμου, Αιγαίου και Ευξείνου, παραμένει ελληνική και αποτελεί την ενδοχώρα της Κωνσταντίνου Πόλεως. Όσο η Αυτοκρατορία παρακμάζει και συρρικνώνεται, τόσο περισσότερο γίνεται θρακική. Ουσιαστικά κατά το 14ο αιώνα η Αυτοκρατορία περιοριζόταν στη Θράκη. Όσο άντεχε η Θράκη, άντεχε και η Βασιλεύουσα.


Το Δέλτα του Νέστου καταλαμβάνει έκταση 500 τ. χλμ και υπάγεται διοικητικά στο Νομό Καβάλας και στο Νομό Ξάνθης.

Οι γεωγραφικές συντεταγμένες της περιοχής είναι 24030’ με 24059’ ανατολικό μήκος και 40058’ με40056’ βόρειο πλάτος.

Ο ποταμός πηγάζει από την Βουλγαρική Ροδόπη και αφού διασχίσει κοιλάδες και φαράγγια, στα βουνά μεταξύ Όρβηλου και Ροδόπης, μπαίνει στο ελληνικό έδαφος. Χύνεται απέναντι από το νησί της Θάσου και το μήκος του, στο ελληνικό έδαφος, είναι 130 χλμ.



Δυτικά από τις εκβολές του ποταμού υπάρχει η λιμνοθάλασσα του Αγιάσματος (Γκουμπουρνου), σημαντικός βιότοπος για πολλά είδη υδροβίων πουλιών και μια σειρά από πολλές λιμνοθάλασσες όπως της Βάσοβας, Ερατεινού, Κοκάλας, Κεραμωτής, Γεφυρακίου κ.α.

Ιστορία

Κατά την αρχαιότητα, στην περιοχή γύρω από την κοιλάδα και το Δέλτα του Νέστου, κατοικούσε ο λαός των Βισαλτών. Αυτή η φυλή ήταν μια από τις πολλές φυλές των Θρακών, του μεγάλου αυτού έθνους, του συγγενούς με τους Έλληνες και τους Ιλλυριούς, που απλωνόταν τότε σ’ ολόκληρη τη σημερινή Ελληνική και Τουρκική Θράκη και τη σημερινή Βουλγαρία.



Οι αρχαίοι Έλληνες χώριζαν τους θράκες σε δύο κύριες ομάδες L: αυτούς που κατοικούσαν βόρεια και δυτικά του Αίμου (Μοισία), που ήταν βάρβαροι και απολίτιστοι και αυτούς που ζούσαν στη Νότια Θράκη και είχαν αναπτύξει αξιόλογο πολιτισμό.



Πίστευαν οι Έλληνες πως αυτοί οι Θράκες, του νότου, τους είχαν διδάξει, σε πανάρχαιους καιρούς, τη λατρεία των Μουσών, την καλλιέργεια της γης, την οχυρωματική τέχνη και την τέχνη του πολέμου.



Κατά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Θράκη κατακτήθηκε από τους Μακεδόνες και στα χρόνια που ακολούθησαν, τουλάχιστον τα νότια μέρη (Ελληνική και Τουρκική Θράκη και νότια Βουλγαρία), εξελληνίσθηκαν πλήρως.



Την ίδια εποχή το Δέλτα του Νέστου ήταν μια αληθινή ζούγκλα, ένα απέραντο και αδιάβατο υδρόβιο δάσος, που μέσα σ’ αυτό ζούσαν πολλά άγρια ζώα.

Ανάμεσα στα άλλα, όπως αναφέρει o Αριστοτέλης , ζούσαν εκεί ακόμη και λιοντάρια.

Στα χρόνια που ακολούθησαν τη Μακεδονική κατάκτηση η Θράκη δέχθηκε πλήθος επιδρομέων, όπως οι Ρωμαίοι, οι Ούνοι, οι Γότθοι, οι Βούλγαροι, οι Σλάβοι, οι Φράγκοι και άλλοι πολλοί. Τελικά, κατά τον 140 μ.Χ. αιώνα, η σημερινή Ελληνική Θράκη κατακτάται από τον στρατό των Τούρκων, με αρχηγό τον πρώην Χριστιανό αποστάτη Εβρενός μπέη. Από τότε παρέμεινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μέχρι το 1923.


Στη περίοδο αυτή, της Τουρκοκρατίας, το παρθένο δάσος του Δέλτα του Νέστου ονομάσθηκε "Κοτζά Ορμάν", που θα πει "Μέγα Δάσος", λόγω της έκτασης και της πυκνότητάς του. Το δάσος αυτό επιβίωσε ως τη δεκαετία 1940-50, οπότε, κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου, κάηκε μεγάλο μέρος του. Μέχρι το 1942 είχε έκταση 72.000 στρ. μάκρος 27 χλμ. και πλάτος 3-7 χλμ. Σύμφωνα με τον καθηγητή Δασολογίας Παπαιωάννου (1952) "το δάσος αυτό αποτελούσε ένα γιγάντιο, πράσινο και αδιαπέραστο τοίχος, από δένδρα με 40 και πλέον μέτρα ύψος και το πάχος των δένδρων έφθανε πολλές φορές τα 2 μέτρα. Τα δένδρα αυτά αγκαλιάζονταν ως την κορυφή τους με αναρριχώμενα φυτά και το έδαφος καλυπτόταν από πυκνότατους θάμνους και νεαρά δενδρύλλια".



Τη χαριστική βολή την έδωσαν στο Κοτζά Ορμάν μετά το τέλος του εμφυλίου, οι υπηρεσίες του Υπουργείου Γεωργίας, όταν αποψίλωσαν ότι είχε απομείνει, για να καλλιεργήσουν στην περιοχή του Δέλτα υβρίδια Λεύκας και αργότερα υβρίδια καλαμποκιού.

Τα πρώτα 40.000 στρέμματα από το Δάσος εκχερσώθηκαν στην τριετία 1949-1952. Μηχανήματα, άγνωστα μέχρι τότε, μεταφέρθηκαν από την Αμερική ειδικά για τις εκχερσώσεις και κατάφεραν να ελαττώσουν στο μισό την έκταση του Δάσους.

Από τότε μέχρι σήμερα έγιναν πολλές επεμβάσεις σ’ αυτό το μοναδικό δάσος, με αποτέλεσμα να έχει συρρικνωθεί στα 1.500 μόνο στρέμματα. Μετά από πολλές προσπάθειες της Ελληνικής Εταιρίας Προστασίας της Φύσης 700 στρέμματα από αυτό το δάσος έχουν τεθεί σήμερα υπό καθεστώς προστασίας.


Τέτοια υδροχαρή δάση υπήρχαν αρκετά στη πατρίδα μας μέχρι το 1950. Μπορούμε να θυμηθούμε, το μεγάλο, παραλίμνιο δάσος της Λυσιμαχίας, το δάσος του Φράξου, στο Λεσίνι (περιοχή Μεσολογγίου), το δάσος στην περιοχή της Μανωλάδας, το δάσος στη πεδιάδα των Γιαννιτσών κ.α.


Στην περιοχή του δάσους φωλιάζουν ακόμη και σήμερα σπάνια αρπακτικά και ο σπάνιος Φασιανός (Fasianus colchicus). Είναι το μόνο μέρος στην Ευρώπη όπου βρίσκεται αυτό το είδος σε πραγματικά άγρια κατάσταση. Στο δάσος του Κοτζά-Ορμάν έβρισκαν καταφύγιο παλιότερα σπάνια Θηλαστικά, τα οποία δυστυχώς έχουν εξαφανιστεί σήμερα, όπως λύγκες, αρκούδες, ζαρκάδια, και ελάφια. Όμως και σήμερα υπάρχουν αρκετά είδη όπως: ασβοί, τσακάλια, λύκοι, αγριογούρουνα, αλεπούδες, αγριόγατες, βίδρες, νυφίτσες και κουνάβια, που προσαρμόστηκαν στις καινούργιες συνθήκες.


Το τοπίο

Η περιοχή του Δέλτα, όπως είναι σήμερα, δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ήταν μέχρι το Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Το μεγαλύτερο μέρος του τεράστιου, παραποτάμιου δάσους, του περίφημου Κοτζά-Ορμάν, έχει εξαφανισθεί και μόνο ένα μικρό τμήμα του προστατεύθηκε και σώθηκε την τελευταία στιγμή.



Σήμερα το τοπίο της περιοχής χαρακτηρίζεται κυρίως από τα μονότονα δάση υβριδίων λεύκας, που έχουν φυτευτεί εκεί από το Υπουργείο Γεωργίας, τις καλλιέργειες καλαμποκιού και τις γυμνές, άγονες εκτάσεις.



Παρόλα αυτά, κοντά στο ποτάμι, υπάρχουν ακόμα μικρά δάση και συστάδες από υδρόβια δέντρα που σπάνε τη μονοτονία και δίνουν μια εικόνα, έστω και σε μικρογραφία, της άλλοτε υπέροχης φύσης του Δέλτα.


Το κλίμα

Το κλίμα της περιοχής χαρακτηρίζεται από βροχερό και ήπιο χειμώνα και από θερμό και ξηρό καλοκαίρι. Το μέσο ετήσιο ύψος βροχοπτώσεων ανέρχεται σε 580 χιλιοστά. Οι μέσες μηνιαίες θερμοκρασίες παραμένουν πάνω από το μηδέν. Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις μέσες ημερήσιες θερμοκρασίες. Από το τέλος Νοεμβρίου μέχρι τις αρχές Απριλίου, υπάρχουν ημέρες που η θερμοκρασία πέφτει κάτω από το μηδέν.


Η βλάστηση και η χλωρίδα

Οι ακτές του Δέλτα καταλαμβάνουν έκταση 40 χιλιομέτρων και καλύπτονται από αμμόφιλες φυτοκοινωνίες, που σχηματίζουν μια ζώνη πλάτους 250 μ. παράλληλα με τη θάλασσα. Τα κυριότερα είδη που αποτελούν αυτές τις φυτοκοινωνίες είναι η Suaeda maritima, η Euphorbia paralias, η Euphorbia peplis, η Ammophila arenaria, ο Sporobolus arenarius, η Ephedra distachya, το Hypericum olympicum, η Silene conica, το Agropyrum junceum, το Medicago marina κ.α.



Στα νότια τμήματα του Δέλτα υπάρχουν μεγάλες εκτάσεις με φυτοκοινωνίες αλοφυτικών ειδών. Επικρατέστερο είδος είναι η Salicornia europaea, που εμφανίζεται πολλές φορές με την μορφή τάπητα. ʼλλα είδη είναι η Halimione portulacoides και το Arthrocnemum fruticosum.



Στις περιοχές που υπάρχουν υφάλμυρα νερά, μπορεί να βρει κανείς το Arthrocnemum glaucum και την Puccinellia distans. Σε θέσεις που αυξάνεται η κλίση του εδάφους εμφανίζονται τα είδη Halocnemum strobilaceum, Spergularia salina, Limonium vulgare. Juncus maritimus κ.α.



Πίσω από τους αμμόλοφους της ακτής επικρατούν τα είδη Juncus acutus και Juncus maritimus. Γύρω από τα έλη και από τα κανάλια υπάρχουν θάμνοι από Tamarix hampeana και Tamarix parviflora (αρμυρίκια).



Στις όχθες των ελών, των καναλιών και των λιμνοθαλασσών αναπτύσσονται επίσης και οι καλαμιώνες, με χαρακτηριστικά είδη τα Phragmites communis, Typha latifolia και Typha angustifolia.



Στο τμήμα του αρχικού δάσους που σώθηκε και προστατεύθηκε (700 στρ.) αλλά και όπου αλλού διασώθηκαν μικρά δάση και συστάδες, βρίσκεται κανείς μπροστά σε ένα μοναδικό για τον Ελληνικό χώρο θέαμα. Τα είδη των δένδρων που επικρατούν είναι η Populus alba, ο Ouercus pedunculiflora, ο Fraxinus angustifolia-oxycarpa, ο Ulmus minor, ο Alnus glutinosa και η Salix alba. Υπάρχουν επίσης στο δάσος τα Morus alba, Morus nigra, Crataegus azarolus και Frangula alnus.



Τα αναρριχόμενα είδη δημιουργούν ένα αδιαπέραστο πλέγμα και δεν αφήνουν τον ήλιο να φτάσει στο έδαφος. Τα είδη των αναρριχόμενων φυτών είναι τα Hedera helix, Periploca graeca, Vitis vinifera-sylvestris, Clematis vitalba, Tamus communis κ.α.


Η πανίδα

Ψάρια: Τα είδη των ψαριών που υπάρχουν στην περιοχή σύμφωνα με τον Π. Οικονομίδη ( 1974, 1991 ) είναι, το Τσιρωνάκι (Alburnoides bipunctatus strymonicus), το Τσάλι, (Barbus plebejus cyclolepis), η Πεταλούδα (Carassius auratus gibelio), ο Γουρουνομύτης (Chondrostoma vardarenseo), το Φιδόψαρο (Cobitis taenia), το Γριβάδι (Cyprinus carpio), το Κουνουπόψαρο (Gamubusia affinis), το Γυφτόψαρο (Gobio gobio bulgaricus), Ποντογωβιός (Knipowitschia caucasica), το Μικροσίρκο (Leucaspius delineatus), το Τυλινάρι (Leuciscus cephalus macedonicus), η Μουρμουρίτσα (Rhodeus sericeus amarus) και το Γλίνι (Tinca tinca).



Στις λιμνοθάλασσες και στα υφάλμυρα νερά η ιχθυοπανίδα αποτελείται από Λαβράκια, Μουρμούρες, Γλώσσες, Τσιπούρες, Μπαρμπούνια, Κέφαλους, Μιξυνάρια και άλλα ψάρια Θαλασσιάς προέλευσης.



Αμφίβια-ερπετά: Στο Δέλτα του Νέστου και στην ευρύτερη λεκάνη απορροής του (Κοιλάδα και Στενά Νέστου), ζουν 11 είδη Αμφιβίων και 20 είδη Ερπετών. Μεγάλη σημασία για τα είδη και τους πληθυσμούς των αμφιβίων και των ερπετών έχει το παραποτάμιο Δάσος του Κοτζά-Ορμάν, ή μάλλον τα σημερινά υπολείμματα του.



Τα αμφίβια της περιοχής είναι η Σαλαμάνδρα (Salamandra salamandra), οι Τρίτωνες (Triturus vulgaris και Triturus cristatus), ο Πηλοβάτης (Pelobates syriacus), η Βομβίνη (Bombina variegata), ο Δεντροβάτραχος (Ηyla arborea), ο Φρύνος (Bufo bufo), o Πρασινόφρυνος (Bufo viridis) και οι βάτραχοι (Rana graeca, Rana ridibunda και Rana dalmatina).



Ερπετά: Τα ερπετά της ευρύτερης περιοχής είναι οι Χερσοχελώνες (Testudo graeca, Testudo hermanni), οι Νεροχελώνες (Emys orbicularis, Μaυremys caspica), τα Σαμιαμίδια (Hemi-dactylus turcicus και Cyrtodactylus Kotschyi), η Σμαρογδόσαυρα (Lacerta viridis), η Σαύρα (Podarcis taurica), o Οφίσαυρος (Ophisaurus apodus), o Έρυξ (Eryx jaculus), ο Σαπίτης (ΜalροΙοn monspessulanus), ο Coluber caspius, το Γιατρόφιδο (Elaphe longissima), ο Λαφίτης (Elaphe quatuorlineata), το Σπιτόφιδο (Elaphe situla), τα Νερόφιδα (Natrix natrix και Natrix tesselata) το Ασινόφιδο (Coronella aυstriaca) και η Οχιά (Vipera amnodytes). Σπάνια εμφανίζεται στις ακτές του Δέλτα και η θαλασσοχελώνα (Caretta caretta).



Πουλιά: Η μεγάλη αξία του Δέλτα του Νέστου οφείλεται κυρίως στη σημαντική και σπάνια ορνιθοπανίδα του. Από παρατηρήσεις που έγιναν στην ευρύτερη περιοχή του Δέλτα έχουν καταγραφεί περισσότερα από 250 είδη πουλιών, πολλά από τα οποία είναι σπάνια σε ολόκληρη την Ευρώπη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Αγκαθοκαλημάνα (Hoplopterus spinosus), που εδώ φωλιάζει το 80% του συνολικού της Ελληνικού και Ευρωπαϊκού πληθυσμού.



Στο Δέλτα φωλιάζουν επίσης το Ποταμογλάρονο (Sterna hirundo) το Νανογλάρονο (Sterna albifrons), η Αβοκέτα (Recurvirostra avosetta), ο Καλαμοκανάς (Himantopus himantopus) και η Σαρσέλα (Anas querquedula).



Το χειμώνα στην περιοχή ξεχειμωνιάζουν πάνω από 150 είδη και μπορεί να δει κανείς χιλιάδες Κορμοράνους, Λαγγόνες, Πάπιες, Γλάρους και παρυδάτια πουλιά. Μεταξύ των άλλων ξεχειμωνιάζουν στο Δέλτα ο σπανιότατος θαλασσαετός (Haliaeetus albicilla) και ο Στικταετός (Aquila clanga).Στα σημερινά υπολείμματα του παραποτάμιου δάσους φωλιάζει ένας μεγάλος αριθμός αρπακτικών, μεταξύ των οποίων και ο Κραυγαετός (Aquila ροmarina).



Λόγω των έντονων ανθρωπογενών επεμβάσεων στην περιοχή έπαψαν να φωλιάζουν η Τρανομουγκάνα (Botaurus stellaris), η Κοκκινοβουτηχτάρα (Podiceps griseigena), η Χαλκόκοτα (Plegadis falcinellus), η Χουλιαρομύτα (Platalea leucorodia), ο Αργυροτσικνιάς (Egretta alba), ο Σκυλοκούταβος (Larus melanocephalus) και o Λεπτοραμφόγλαρος (Larus genei).



Οι υγρότοποι της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης έχουν τεράστια σημασία για τα υδρόβια και για τα μεταναστευτικά πουλιά, που μετακινούνται από την Σκανδιναβία, Κεντρική Σ. 'Ένωση, και Σιβηρία σε νοτιότερες περιοχές για ξεχειμώνιασμα. Το Δέλτα του Νέστου είναι ένα αναπόσπαστο και πολύτιμο κομμάτι αυτού του διεθνούς σημασίας κέντρου συνάντησης των μεταναστευτικών πουλιών και πρέπει γι' αυτό το λόγο να ληφθούν σοβαρά μέτρα προστασίας του.

Μουσείο Φύσης Νέστου

Το Μουσείο Φύσης Νέστου ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1990, στη Χρυσούπολη της Καβάλας, από την <<Εταιρία Προστασίας της Φύσης και Οικοανάπτυξης>,. Λειτουργεί καθημερινά εκτός Δευτέρας, από 9.00 π.μ. έως 3.00 μ.μ. (χειμερινό ωράριο) και 9.00 π.μ. έως 13.00 μ.μ. και 5:30 έως 8:00 μ.μ. (Θερινό ωράριο).Βρίσκεται στην οδό Βενιζέλου 117 και το τηλέφωνο είναι 0591 /24289.



Στο εσωτερικό του Μουσείου ο επισκέπτης μπορεί να βρει πολύ χρήσιμες πληροφορίες για τους υγροτόπους και τα οικοσυστήματα του Δέλτα του Νέστου, τους κινδύνους που τα απειλούν, καθώς και οδηγίες για τους εκδρομείς, ώστε να χαίρονται τη φύση χωρίς να την καταστρέφουν.


Ακόμη, εκτός από τις πολυάριθμες φωτογραφίες, υπάρχουν και μοντέλα χαρακτηριστικών βιοτόπων του Δέλτα.

Στον κήπο του Μουσείου, ο επισκέπτης βλέπει "ζωντανή" την φύση των βιοτόπων του Δέλτα με τα ομοιώματα των αμμοθινών και των λιμνών και τη φυσική βλάστηση. Μέσα σ' αυτόν υπάρχουν ποώδη, Θαμνώδη και δενδρώδη είδη της φυσικής βλάστησης του Δέλτα. Επίσης, στη λιμνούλα που υπάρχει στον κήπο του Μουσείου, ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει τα λευκά νούφαρα και τα βούρλα, αλλά και τις λιβελλούλες, τις σαύρες και τα βατράχια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου