Αναγνώστες

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014

H απειλή της εκτεχνίκευσης




Υπάρχει κάτι στην εποχή μας που δυσκολεύει την ύπαρξη, που κάνει την ύπαρξη να δυσανασχετεί απέναντι του. Ένα στρεβλό όραμα, ένα αρνητικό ιδεώδες, που εγκλωβίζει τον άνθρωπο στο περίκλειστο περιβάλλον του ατομισμού και συγχρόνως αποστερεί από τα πράγματα τη σαγήνη και την ανοικτότητα τους. Ό, τι κατονομάστηκε ως απομάγευση του κόσμου. Μια τεχνικοεπιστημονική εξέλιξη που αγγίζει στις μέρες μας τα όρια της αγριότητας, συγκλονίζει συθέμελα κοινωνίες, πολιτικές και κουλτούρες, διαμορφώνοντας, όχι μόνο την πραγματικότητα, αλλά με το ισχυρό φαντασιακό της, και την εικονικότητα ενός τεχνο-ονειρικού περιβάλλοντος. Μπροστά σ αυτή την εικονικότητα, η αντικειμενική πραγματικότητα υποχωρεί, μουσειοποιείται. «Η τεχνική της ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης είναι η τεχνική της σύγχρονης μουσειοποίησης και απομνημόνευσης», θα πει ο Αξελός. Βρισκόμαστε έτσι μπροστά στο φαινόμενο της μετατροπής της πραγματικότητας σε ένα ανοικτό αρχείο πληροφοριών. Η τεχνολογία επιφορτίζεται στις μέρες μας όλες τις υποθέσεις, δείχνει αποφασισμένη να τα θέσει όλα υπό τη δική της δράση, να αναλάβει αυτή την ίδια τη φυσικότητα του κόσμου, μια εξέλιξη που ο Virilio θα ονομάσει «συνολικοποίηση του κόσμου». «Σωματικότητα, αισθαντικότητα, γλώσσα και σκέψη είναι συνυφασμένες σήμερα με το εγχείρημα της τεχνικής. Προθέσεις, μοσχεύματα και κλώνοι, κώδικες, τεχνητές ευφυΐες και αυτοματισμοί κάθε είδους έχουν όλο το μέλλον μπροστά τους. Δίκτυα πληροφορικής και ηλεκτρονικά συστήματα μεταβάλλουν και θα μεταβάλουν κατά πολύ τα παραδοσιακά σώματα, τις παραδοσιακές όψεις και γλώσσες που παρά ταύτα αντέχουν ακόμη», διαπιστώνει μελαγχολικά ο Αξελός. Ένα τεχνικιστικό περιβάλλον που θα εγείρει όμως και την ανάγκη της δικής του διερώτησης. Όχι για να το ανακρίνει, αλλά για να διακρίνει στο βάθος του, αυτό το έσχατο παράπονο του ανθρώπου. Η φιλοσοφική σκέψη επ’ αυτού διχάστηκε. Από τη μια η επιβλητική περίπτωση του Martin Heidegger και των λαμπρών επιγόνων του, που μιλούν για το τέλος του υποκειμένου μπροστά στον ολοκληρωτισμό της τεχνικης, και από την άλλη η επιστημολογική σκέψη που υπερασπίζεται τον ορθό λόγο, τον τεχνικό πολιτισμό, στην ουσία τη μαθηματική φύση του ανθρώπινου είναι. Έχουμε να κάνουμε κυριολεκτικά με μια τιτανομαχία.




Η νεωτερική περίοδος είναι, σύμφωνα με τον Heidegger, η περίοδος όπου ο φυσικός μας κόσμος μεταβάλλεται σε ένα αντικείμενο στα χέρια της τεχνικής. Μέσα απ’ αυτή την ξέφρενη αντικειμενοποίηση του κόσμου δεν γλυτώνει ούτε το υποκείμενο της τεχνολογικής δράσης, το «Είναι» του ανθρώπου. Μια πλανητική πλέον κυριαρχία που συντρίβει το υποκείμενο, εγκαθιστώντας ένα ολοκληρωτικό, μηδενιστικό, απάνθρωπο περιβάλλον, εκριζώνοντας τον άνθρωπο από τις φυσικές του καταγωγές. Ο άνθρωπος, γίνεται έτσι μια ακόμη πρώτη ύλη στα χέρια της τεχνολογικής μηχανής, μιας μηχανής που δεν κάνει τίποτε άλλο από το να απεργάζεται την καταστροφή του πλανήτη και την απανθρωποποίηση της κοινωνίας. Μια ηγεμόνευση που επέφερε για τον Heidegger και κάτι ακόμη: τη μέγιστη απώλεια, το τέλος της φιλοσοφίας. Εφόσον βιώνουμε το τέλος του υποκειμένου, βιώνουμε και το τέλος της σκέψης του. Η τεχνική λέει ο Heidegger είναι μια μη σκέψη.




Η τεχνολογική φαντασμαγορία που επενδύει το σύγχρονο κόσμο μας είναι και για τον Αξελό ένα κορυφαίο αποκαλυπτικό σημείο. Η κλιμάκωση μιας ιδεολογικής πίστης. Μια ιδέα που έχει μια κρυμμένη χρονικότητα, μια συγκλονιστική επικαιρότητα και ένα απρόβλεπτο μέλλον. Είναι δηλαδή μια ιστορία μέσα στην ιστορία, μια ιστορία που αναδιατυπώνει όμως τα ερωτήματα, τις έννοιες, το ίδιο το νόημα του κόσμου. Ο πυρήνας της μοντέρνας τεχνικής που ξεπερνά την τεχνολογία, είναι για τον Αξελό, η δυτική μεταφυσική, η περάτωση της ιουδαιοχριστιανικής κοσμολογίας. Η μεταφυσική, δεν είναι μια θεωρία, αλλά ένας συγκεκριμένος τρόπος χρήσης του κόσμου. Το καταγωγικό σημείο της δυτικής μεταφυσικής, η εγκαθίδρυση του ανθρώπου, του υποκειμένου, του ego από τον Ντεκάρτ, που έρχεται να υποτάξει το σύνολο της φύσης και της ιστορίας είναι το σημείο όπου ο άνθρωπος διαδέχεται το Θεό και γίνεται ο ίδιος ο από μηχανής Θεός της δικής του ιστορίας. Σ αυτό το σημείο είναι που ο Αξελός αναζητά και τη μυθολογική, μεταφυσική βάση της σύγχρονης τεχνολογίας αλλά και των βιοηθικών προβλημάτων που ενσπείρει στον κόσμο μας. «Χωρίς τη μυθολογία θα ήταν αδιανόητη η περιπέτεια της τεχνικής ορθολογικότητας, όπως θα ήταν αδιανόητες και οι επιτυχίες και η αίγλη που επίσης τη συνοδεύει», υποστηρίζει. Ο άνθρωπος έκτοτε παλεύει ενάντια στη φύση και με τη βία της δικής του φύσης, προσπαθεί να ερμηνεύσει και να επαναπροσδιορίσει τον κόσμο γύρω του. Από την κοσμική και τη φυσική κίνηση, περνάμε στην ανθρώπινη τεχνική κίνηση και στο σημερινό τεχνητό περιβάλλον. Ενώ όμως η πρωτόγονη μαγεία αναγνωρίζεται ως η βάση της πρώτης τεχνικής, στην ανάγκη να υποταχθούν τα στοιχεία της φύσης, για τον Αξελό, δεν μπορούμε να μιλάμε σ αυτό το επίπεδο για τεχνικό όραμα. Η μεταφυσική δεν καλλιεργεί τεχνολογικές προσδοκίες. Ο Θάνατος του Θεού είναι έτσι για τον Αξελό το νιτσεϊκό τοπίο της σύγχρονης τεχνολογικής ορθολογικότητας. Μια ορθολογικότητα με μακρινές όμως μυθολογικές, θεολογικές και φιλοσοφικές ρίζες. Μια ορθολογικότητα που ακούει στο αρχαϊκό της κάλεσμα. «Η εποχή μας», σημειώνει ο Αξελός, «είναι μυθο-τεχνο-λογική. Φιλοσοφία, επιστήμες και τεχνικές παγκοσμιοποιούνται, γίνονται πλανητικές, εμβαθύνουν και επεκτείνουν διαρκώς την κυριαρχία τους». Η τεχνική δεν είναι απλώς μια συνέπεια της επιστημονικής μας εποχής αλλά βρίσκεται στην καρδιά των επιστημών, είναι αυτή που τις κατευθύνει, που εμπνέει τους στόχους τους. Καθίσταται έτσι η ίδια η καρδιά της modernite, όταν μεταλλάσει την οντολογία σε οντοτεχνική, στη σταθερή θέληση της να κατακτήσει το πραγματικό και τις πλανητικές του διαστάσεις.




Ο Καναδός φιλόσοφος Charles Taylor εντοπίζει κι αυτός την αιτία της σύγχρονης κρίσης στην ηγεμονία του εργαλειακού λόγου της τεχνοεπιστήμης. Όλες οι λύσεις πλέον που προκρίνονται είναι τεχνολογικές, ακόμη και εκεί όπου η διακύβευση είναι διαφορετική. Οτιδήποτε εγγράφεται εκτός του τεχνολογικού σύμπαντος θεωρείται μια υπόθεση χωρίς κανένα κύρος. Στην ιατρική για παράδειγμα, η αποκλειστικότητα της τεχνολογικής προσέγγισης κομίζει την αντίληψη ότι ο ασθενής είναι ένα πρόβλημα που χρίζει αποκλειστικά τεχνολογική αντιμετώπιση και όχι ένα πρόσωπο με συγκεκριμένη ιστορία που έχει μεταξύ των άλλων και ανάγκη για μια πιο ανθρώπινη φροντίδα, για μια πιο διαπροσωπική περίθαλψη. Απέναντι στους υπέρμαχους της τεχνολογίας που περιμένουν από αυτή να λύσει το σύνολο των προβλημάτων μας και σ΄ αυτούς που βλέπουν στον τεχνολογικό πολιτισμό την απόλυτη παρακμή, ζητώντας την επιστροφή σε μια προτεχνολογική κοινωνία, ο Taylor αναζητεί τη χρυσή τομή στον ηθικό λόγο της νεωτερικότητας. Στην αναζήτηση των ηθικών πηγών της τεχνολογίας, και στον αναπροσανατολισμό του τεχνολογικού γεγονότος στις ανώτερες του δυνατότητες. Το ενδιαφέρον σε αυτή τη θέση του Taylor είναι ότι δεν συντάσσεται με τους ψύχραιμους αμφισβητίες, που επιθυμούν την ανατροπή απλώς του εξουσιαστικού ισοδύναμου μεταξύ της τεχνολογίας και του ανθρώπου, ώστε ο άνθρωπος να πάρει και πάλι το πάνω χέρι και να επιβληθεί στην τεχνολογία, γιατί κάτι τέτοιο για τον Taylor δεν θα μας απελευθέρωνε από τον κλοιό του εργαλειακού λόγου. «Το να επιβληθούμε στην τεχνολογία θα σήμαινε έτσι να υιοθετήσουμε μια εργαλειακή στάση ως προς αυτήν, όπως μέσω αυτής κάνουμε με τα άλλα πράγματα. Χάνουμε έτσι τη δυνατότητα να ενσωματώσουμε την τεχνολογία σε μια μη εργαλειακή στάση, αυτήν λόγου χάρη της ηθικής της μέριμνας». Η ανάπτυξη της τεχνολογικής κοινωνίας δεν απορρέει σύμφωνα με τον Taylor μονάχα από το πρόταγμα της κυριαρχίας αλλά από πολύ πλουσιότερες ηθικές πηγές που όμως η ανάπτυξη του εργαλειακού πνεύματος τις συσκότισε. Μια διαφορετική νοηματοδότηση του τεχνολογικού γεγονότος είναι λοιπόν εφικτή αλλά μόνο μέσα από την επανεύρεση αυτών των ηθικών του καταβολών και εμπνεύσεων. Αντί λοιπόν να αναγνωρίζουμε την τεχνολογία μόνο στο πλαίσιο «ενός συνεχώς αυξανόμενου ελέγχου πάνω σε ένα συνεχώς υποχωρούν όριο ανθιστάμενης φύσης», ο Taylor προτιμά να τη χρεώνει στο «ηθικό πλαίσιο της πρακτικής καλοσύνης», ένα πλαίσιο που προσφέρει μια ορθότερη κατανόηση του «ανθρώπινου πράττειν». Απέναντι στο εργαλειακό λόγο μιας αντικειμενοποιημένης μηχανής, ο Taylor, μας καλεί να αναγνωρίσουμε το τεχνολογικό επίτευγμα ενός όντος με σάρκα και αίμα που πράττει μέσα στον ηθικό ορίζοντα της αυθεντικότητάς του. Σ' αυτό ακριβώς το σημείο που πρέπει να αρχίσει για τον φιλόσοφο και η μεγάλη συζήτηση για του σύγχρονους όρους της αυθεντικότητας του ανθρώπου. Η αυθεντικότητα είναι αυτή που διανοίγει τον σύγχρονο άνθρωπο την «εποχή της υπευθυνοποίησης του». Όπου από τη μια θα είναι ένα ον διαπερατό στη γλώσσα της επιστήμης και από την άλλη σε μια διαρκή επαφή με τις ηθικές καταγωγές του είναι του.




Για τον Badiou οι παραπάνω επιφυλάξεις δεν είναι τίποτε άλλο από μια αρρωστημένη νοσταλγία. Δεν υπάρχει καμία σχέση της εποχής μας με τη λεγόμενη «κυριαρχία της τεχνικής», υποστηρίζει, και φυσικά καμία σχέση της τεχνικής με το μηδενισμό. «Αν θα είχα να πω κάτι για την τεχνική», λέει οBadiou, «θα εξέφραζα απλώς τη λύπη μου που παραμένει τόσο μέτρια, τόσο άτολμη. Κύριοι τεχνικοί προσπαθήστε κι άλλο αν θέλετε πραγματικά μια πλανητική κυριαρχία της τεχνικής». Για τον Badiouμπροστά σ αυτά που μπορούμε να πετύχουμε με την τεχνική έχουμε μείνει πολύ πίσω. Η εξερεύνηση του διαστήματος, η έρευνα πάνω στη παραγωγή ενέργειας, η εικονικότητα, είναι ζητήματα που μένουν στάσιμα. Επίσης μια άλλη ένσταση του Badiou έχει να κάνει και με τον όρο τεχνοεπιστήμη. Υπάρχει βέβαια μια σχέση της τεχνικής με την επιστήμη υποστηρίζει, αλλά αυτή δεν είναι μια σχέση ουσίας, η επιστήμη δεν είναι αποτέλεσμα της τεχνικής. Ένα μαθηματικό θεώρημα είναι για τον Badiou, μια «στοχαστική συμπύκνωση», μια ανώφελη στοχαστική ακροβασία, όπως ακριβώς κι ένα ποίημα. Δεν έχει να μοιραστεί, όπως χαρακτηριστικά λέει, τίποτα με μια ηλεκτρική καφετιέρα. Η αποϊεροποίηση του κόσμου, απόρροια της αντικειμενοποίησης του κατά τον Heidegger, δεν παραπέμπει για τονBadiou σε κανέναν μηδενισμό. Και αυτό γιατί δεν προσβάλει το ανθρώπινο «είναι», ούτε την πρόσβαση στη αλήθεια του κόσμου. Οι αντιτεχνολογικές αντιδράσεις είναι για τον Badiou«οπισθοδρομικές σκέψεις, σκέψεις που συνδέουν τα απομεινάρια της θρησκείας με τις μεσσιανικές πολιτικές και τις απόκρυφες επιστήμες», αυτή η ματαιότητα μιας νοσταλγίας «που στάθηκε ανίκανη να μετατρέψει σε σκέψη το γεγονός ότι ο άνθρωπος έχει γίνει ανεπιστρεπτί κύριος και κάτοχος της φύσης». Ένα γεγονός που δεν είναι μια απώλεια της ανθρώπινης αλήθειας, αλλά ο υψηλότερος προορισμός του ανθρώπου, κάτι που η φιλοσοφία όμως δεν μπόρεσε να παρακολουθήσει αλλά ούτε και να ανταποκριθεί σ’ αυτή την ελευθερία της αποϊεροποιημένης εποχής μας.


ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΑΡΤΙΝΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου