Αναγνώστες

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Αισθητική

Αισθητική είναι ο κλάδος της φιλοσοφίας που ασχολείται με τον ορισμό του ωραίου και αν μπορεί καταρχήν να υπάρξει ορισμός για το τι είναι ωραίο, αλλά και σε τι χρησιμεύει ένας τέτοιος ορισμός. Ο όρος εισήχθη για πρώτη φορά από τον γερμανό φιλόσοφο Αλεξάντερ Γκότλιμπ Μπαουμγκάρτεν, ο οποίος με το έργο του συνέβαλε στο να αναγνωριστεί η αισθητική σαν ξεχωριστός φιλοσοφικός κλάδος. O όρος ‘αισθητική’ παράγεται από την ‘αίσθηση’, την εμπειρία που προσλαμβάνουμε μέσω των αισθήσεων. Παρά το γεγονός ότι η Αισθητική, η περί το καλόν, ήτοι η περί το κάλλος συζήτηση, αποτελεί σήμερα το τέταρτο στοιχειώδες τμήμα της Φιλοσοφίας μετά την Ηθική, τη Γνωσιολογία και τη Μεταφυσική, εντούτοις σπάνια απασχόλησε αυτοτελώς τους φιλοσόφους.

Τους κλασικούς φιλόσοφους η Αισθητική δεν τους απασχολεί παρά υπό μορφήν παραρτήματος των άλλων τριών τμημάτων της Φιλοσοφίας. Ο Σωκράτης πίστευε ότι το καλόν συμπίπτει με το αγαθόν, ενώ αμφότερα συμπίπτουν με το ωφέλιμον. Δηλαδή για τον Σωκράτη, η Αισθητική (το καλόν, το κάλλος) και η Ηθική (το αγαθόν) δεν είναι παρά οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος: της ωφελιμότητας. Η άποψη του Σωκράτη, αν και υπό αίρεση ως προς το δεύτερο σκέλος της (ως προς την ωφελιμότητα του καλού και του αγαθού), έχει μολαταύτα ενδιαφέρον ιδίως ως προς το πρώτο σκέλος της (της σύμπτωσης του αγαθού και του καλού, ήτοι της αισθητικής και της ηθικής). Χιλιάδες χρόνια αργότερα, ο μεγάλος γερμανός φιλόσοφος Φρίντριχ Νίτσε, διαπρύσια διακηρύττει την Αισθητική ως την Ηθική του μέλλοντος, αποτελώντας έτσι προέκταση της σωκρατικής σκέψης.
Αντίθετα με το δάσκαλό του Σωκράτη, ο Πλάτωνας δεν υπολήπτεται την Τέχνη και τους καλλιτέχνες, τους κατεξοχήν εκφραστές του καλού (κάλλους), εξορίζοντάς τους από την περίφημη Πολιτεία του. Ο Πλάτωνας ισχυριζόταν ότι εφόσον η Τέχνη δεν πραγματώνει τις Ιδέες, τα υπεραισθητά δηλαδή αρχέτυπα από τα οποία εκρέει ο κόσμος και τα οποία συνιστούν τη μόνη πραγματική αλήθεια (αν και την πραγματική τους μορφή δεν γνωρίζουμε), αλλά απλώς αναπαριστά φυσικά ή τεχνητά αντικείμενα, δεν αποτελεί παρά μια εξασθενημένη ανάκλαση των Ιδεών. Συνεπώς, με ενάργεια φιλοσοφική ορίζει το έργο της Τέχνης ως μίμηση, όχι απλώς της ζωής, αλλά κάτι υποδεέστερο, ως μίμηση μιμήσεως, μίμηση δηλαδή αντικειμένων, πραγμάτων, τα οποία όμως με τη σειρά τους είναι μίμηση των Ιδεών (εφόσον οι Ιδέες επέχουν θέση Απόλυτης Αλήθειας, απρόσιτης στους ανθρώπους).
Η Τέχνη κήρυττε ο Πλάτων, δεν μετέχει στην ανώτερη ιδιότητα της ψυχής, τη διάνοια, το λεγόμενο φιλοσοφικώς λογιστικόν. Ως εκ τούτου, διαφθείρει το λογιστικόν, τον νου, ο οποίος μετέρχετο άλλων κατά τον Πλάτωνα διαδικασιών. Σε καμία όμως περίπτωση δεν περιφρονούσε ο σπουδαίος αυτός φιλόσοφος (η διδασκαλία τού οποίου επηρέασε περισσότερο ίσως από κάθε άλλο φιλόσοφο την ανθρώπινη Ιστορία) την Τέχνη, απλώς πρότασσε τη φιλοσοφική σκέψη ως την ανώτερη μορφή δημιουργίας, πάνω από την παραγωγή Τέχνης και ο,τιδήποτε άλλο. Υπάρχει κάτι το αποβλακωτικό στην αστόχαστη μορφή Τέχνης ισχυριζόταν, που αντί να ενισχύει το λογιστικόν, επιτείνει την προϋπάρχουσα βλακεία. Αρχόμενη η σκέψη του λοιπόν από το προαπαιτούμενο ότι η Τέχνη, ως μίμηση μιμήσεως είναι κατώτερη της Φιλοσοφίας, η οποία είναι επεξήγηση και προβληματισμός επί της αρχικής μίμησης και όχι δεύτερη μίμηση, μελετά την Τέχνη με προσοχή και αποφαίνεται ότι μόνο όταν η Τέχνη συνάπτεται με τη σκέψη αποκτά την πλήρη της σημασία.
Τη φιλοσοφική άποψη του Πλάτωνα περί Τέχνης έρχεται να αντικρούσει με έναν εξαίσιο συλλογισμό ο μετέχων την ελληνική παιδείαΠλωτίνος. Κατά τον Αιγύπτιο αυτό σημαντικό φιλόσοφο, η φύση μιμείται την Ιδέα, όμως η Τέχνη δεν συνιστά μόνο μίμηση μιμήσεως. ΟΠλωτίνος, επηρεασμένος λόγω καταγωγής από το μυστικισμό της Αιγύπτου, υποστήριξε ότι η Τέχνη, εκτός από το να μιμείται τη φύση που είναι μίμηση (ανάκλαση) της Ιδέας, έχει την επιπλέον ιδιότητα ότι επικοινωνεί απευθείας με την Ιδέα λόγω της ικανότητας του καλλιτέχνη να επικοινωνεί απευθείας με την Ιδέα της θεότητας.
Πολύ προχωρημένη σκέψη, που θέτει όμως σε νέες βάσεις τη συζήτηση περί αισθητικής, καθώς εισάγει στο ζήτημα και το λεγόμενο φαντασιακό (τη φαντασία), το οποίο δεν είναι νόηση (προϊόν δηλαδή καθαρής, ρεαλιστικής σκέψης), αλλά ούτε και αίσθηση (καθότι αποτελεί λόγο έγερσης συναισθημάτων και όχι αισθητηριακό ερέθισμα). Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τόσο στα αρχαία χρόνια όσο και σήμερα οι καλλιτέχνες περιβάλλονται από μια αχλύ μυστικισμού και αποτελούν είδωλα. Κατά τον Πλωτίνο, ο άνθρωπος, ενώ ακόμα βρίσκεται εν ζωή, μπορεί με την έκσταση (τη στάση δηλαδή εκτός, τουτέστιν τη φυγή εκτός του υλικού σώματος, επομένως και του υλικού κόσμου, δηλαδή του στρεβλού κόσμου, του κόσμου μιμήσεως των Ιδεών) να φύγει από το σώμα του και να πλησιάσει τη θεότητα (την Απόλυτη Αλήθεια δηλαδή, τις Ιδέες κατά Πλάτωνα σε μια πιο ευρεία έννοια).
Ο Πλωτίνος λοιπόν μέσα από τον πρωτοποριακό συλλογισμό του, αποτέλεσε ένα ακατέργαστο ενδιάμεσο στάδιο της φιλοσοφικής πραγματείας περί Αισθητικής, αν και περισσότερο ο συλλογισμός του ενείχε το μυστικισμό ως συνδετικό κρίκο, ενώ ο όρος φαντασία (φανταστικόν) θα τεθεί πιο επιστημονικά πολύ αργότερα, μόλις το 1735 μ. Χ. από τον Μπαουμγκάρτεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου