Της Ελένης Χωρεάνθη //
Εκείνη τη χρονιά, παραμονές Δεκαπενταύγουστου ήταν, βρισκόμουν στην Πάρο, στο όμορφο αιγαιοπελαγίτικο νησί. Ο κυριότερος λόγος που προτίμησα εκείνες τις ημέρες στην Πάρο ήταν to προσκύνημα στη μοναδική ιστορική εκκλησία, την Παναγία την Εκατονταπυλιανή της Παροικιάς.
Πολλά άκουγα και διάβαζα κατά καιρούς για την περίφημη Εκατονταπυλιανή, αλλά δεν μπορούσα να τη φανταστώ κλεισμένη σε κάστρο, να ιδώ φυλακισμένο ένα τόσο ιερό μεγαλείο, να βρεθώ μπροστά σ’ έναν ιδιόμορφο περίβολο που δεν ήταν μήτε αρχαίο κάστρο μήτε βυζαντινό.
«Θεέ μου, εδώ μέσα βρίσκεται ένας θησαυρός, ζωντανή ιστορία αιώνων», ψέλλισα. «Είμαστε πολίτες μιας χώρας που καυχιέται, και δικαίως, για τον πολιτισμό της και αγνοούμε στοιχειώδη πολιτισμικά μνημεία», συμπλήρωσα μουρμουρητά.
Ήμουνα πολύ χαρούμενη που βρέθηκα εκεί, παραμονές μάλιστα της μεγάλης γιορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Ήθελα να ιδώ με τα μάτια μου την ξακουστή ιστορική, τη μοναδική Εκατονταπυλιανή εκκλησία και να προσκυνήσω την εικόνα της Παναγιάς.
Ήμουνα πολύ συγκινημένη που βρισκόμουν έξω από το κάστρο της. Η εκκλησία δεν φαίνεται. Αυτό συμβαίνει μόνο εκεί. Πουθενά αλλού, στον ελλαδικό τουλάχιστο χώρο, δεν υπάρχει εκκλησία όμοιά της. Όχι μόνο ως προς τον εξωτερικό περίβολο, αλλά και στο εσωτερικό της διαφέρει από όλες τις άλλες ελληνικές εκκλησίες. Η Εκατονταπυλιανή στην Παροικιά της Πάρου έχει μεγάλη και σπουδαία παράδοση αιώνων.
Η Παναγία η Εκατονταπυλιανή, ή Καταπολιανή όπως είναι γνωστή στο Πανελλήνιο, και όχι μόνο, είναι ένα από τα σπουδαιότερα και τα περισσότερο καλοδιατηρημένα παλαιοχριστιανικά μνημεία που βρίσκονται στον ελλαδικό χώρο. Και το μεγαλύτερο. Ο λαός συνδέει την ιστορία της με τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Μέγα Κωνσταντίνο. Το αρχικό κτίσμα, σύμφωνα με την παράδοση, ήταν έργο εκείνου του αυτοκράτορα του Μεγάλου και μετέπειτα αγίου Κωνσταντίνου.
Όταν η μητέρα του αυτοκράτορα με τη συνοδεία της πήγαινε στους Αγίους Τόπους για να βρει τον Τίμιο Σταυρό, έπεσε πάνω σε μεγάλη θαλασσοταραχή που ανάγκασε το πλοίο που τους μετέφερε να καταφύγει στο λιμάνι της Παροικιάς ώσπου να περάσει η φουρτούνα. Παρακάλεσε την Παναγία, που ήταν προστάτιδα της Κωνσταντινούπολης, να τη βοηθήσει να φτάσει στον προορισμό της, στα Ιεροσόλυμα, και να ολοκληρώσει το έργο της. Έταξε μάλιστα στην Παναγιά να κτίσει στην Παροικιά, στο χώρο που υπήρχε ένα εκκλησάκι, μια μεγαλόπρεπη εκκλησία, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου.
Η βασιλομήτωρ, σύμφωνα με την παράδοση πάντα, έφτασε στα Ιεροσόλυμα, ολοκλήρωσε την αποστολή της και γύρισε στην Κωνσταντινούπολη με τον Τίμιο Σταυρό. Ο Μέγας Κωνσταντίνος εκπλήρωσε το τάμα της μητέρας του, της μετέπειτα Αγίας Ελένης και έκτισε μια τρίκλιτη βασιλική γύρω στον 4ο μ. Χ. αιώνα. Αργότερα, επί Ιουστινιανού, τον 6ο μ. Χ. αιώνα, ο ναός εκείνος ανακαινίσθηκε.
Εκατονταπυλιανή ή Εκατομπυλιανή, ή Καταπολιανή, σύμφωνα με την παράδοση πάλι, ονομάστηκε γιατί είχε εκατό πύλες. Οι 99 ήταν φανερές, η 100ή, ωστόσο, θα φανερωθεί όταν ανοίξει και η μυστική πόρτα της Αγιά Σοφιάς στην Κωνσταντινούπολη.
Θυμίζει, ωστόσο, και τις «Εκατόμπυλες Θήβες» της αρχαιότητας που είχε ψάλλει και ο Αισχύλος. ΟΌμηρος χαρακτήρισε Εκατόμπυλες τις Θήβες της Αιγύπτου. Ο αριθμός εκατό στην Αίγυπτο ήταν ιερός. Θυμίζει επίσης την Εκατόμπυλο, μια ελληνιστική πόλη στην Παρθία.
Όλο το κτιριακό συγκρότημα περιλαμβάνει τον κυρίως ναό της Παναγίας με τα εσωτερικά του παρεκκλήσια των Αγίων Αναργύρων, του Αγίου Φιλίππου και της Οσίας Θεοκτίστης, που έζησε και κοιμήθηκε εκεί τον 9ο μ. Χ. αιώνα, τη Βασιλική του Αγίου Νικολάου, τον ναό της Αγίας Θεοδοσίας, το παρεκκλήσιο του Αγίου Δημητρίου, το Βαπτιστήριο που αποτελεί ιδιαίτερο χώρο, καθώς και τα γύρω κελιά τα οποία χρησίμευαν και ως οχυρωματικό έργο γιατί προστάτευαν όλο το κτιριακό συγκρότημα.
Στο αίθριο δεν χρειαζόταν ιδιαίτερη ξενάγηση. Αρκούσαν οι επιγραφές, λίγες κολόνες και διάφορα μάρμαρα στη βάση της Φιάλης των καθαρμών όπου οι πιστοί έπλεναν συμβολικά τα χέρια τους πριν μπουν στον ναό. Στη νότια πλευρά, εκτός του μεγάλου ναού υπάρχει το αρχαίο Βαπτιστήριο που ανάγεται στον 4ο μ. Χ. αιώνα και θεωρείται το καλλίτερα διατηρημένο βαπτιστήριο της Ορθόδοξης Ανατολής. Στο σημείο εκείνο παλιά ήταν κτισμένη μια μικρότερη τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και χαμηλότερο νάρθηκα. Στο χώρο του Ιερού Βήματος, που λεγόταν στους βυζαντινούς χρόνους Εσωτερικός Οίκος, ή Φωτιστήριο, σώζεται μαρμάρινη σταυρόσχημη κολυμβήθρα, το μεγαλύτερο μέρος του ύψους της οποίας βρίσκεται μέσα στο έδαφος. Στις πλευρικές μαρμάρινες επιφάνειές της που προεξέχουν του εδάφους υπάρχουν ανάγλυφοι σταυροί και κυκλικά μονογράμματα.
Εκεί τελείωσε η ξενάγησή μου. Γύρισα και περιεργαζόμουν τους τεράστιους καταπράσινους, δροσερούς βασιλικούς που πλαισίωναν την είσοδο στον κυρίως Ιερό Ναό. Πολύ θα ήθελα να κόψω ένα κλωνάκι και να το πάρω μαζί μου φυλακτό, αλλά δεν επιτρεπόταν. Με μπόδισε το σημείο που πληροφορούσε τους προσκυνητές.
Για να είμαι ειλικρινής, δυο μέρες πριν τον Δεκαπενταύγουστο, περίμενα να βρω ουρά προσκυνητών και βιαζόμουν να μην χάσω το πλοίο της επιστροφής μου στην Αθήνα, αλλά ο χώρος εντός και εκτός του Ιερού Ναού ήταν άδειος. Ελάχιστοι προσκυνητές, μετρημένοι στα δάκτυλα ήταν όλοι και όλοι.
Άναψα τα κεράκια μου, έριξα τον οβολό μου «υπέρ υγείας και σωτηρίας των αγαπημένων μου» και έτερον «υπέρ αναπαύσεως της ψυχής των τεθνεώτων, αγαπημένων συγγενών, φίλων και συγχωριανών», κατά το ειωθός, προσευχήθηκα, όπως όλοι οι παρευρισκόμενοι και εξήλθα με ήρεμη τη συνείδησή μου και ευτυχής που αξιώθηκα να προσκυνήσω την εικόνα της Μεγαλόχαρης.
Είχα όμως μείνει με την απορία: Γιατί δεν υπήρχε η κοσμοσυρροή που περίμενα.
«Από τότε που έπνιξαν το καράβι στην Τήνο, η Καταπολιανή μας –μεγάλη η χάρη Της!», σταυροκοπήθηκε απανωτά, «αποξεχάστηκε. Ο κόσμος, βλέπεις πάει εκεί, στη Βαγγελίστρα…. Ενώ εδώ είναι η Κοίμηση!», μου είπε η ηλικιωμένη νεωκόρισσα.
Κατάλαβα. Εννοούσε τον τορπιλισμό της Έλλης ανήμερα Δεκαπενταύγουστο.
«Το ίδιο είναι», της είπα για να την παρηγορήσω.
Εκείνη κούνησε το κεφάλι. Μάζεψε τα χέρια της, τα τύλιξε στην μπροστοποδιά της και κρύφτηκε περίλυπη στον Ναό, Σκέπη και κραταίωμά της!
Ήταν ήδη αργά για τον χρόνο που είχα στη διάθεσή μου. Στο λίγο που έμεινα εκεί είδα με τα μάτια μου και έμαθα πολλά. Δεν αισθανόμουν κουρασμένη. Ήμουνα, όσο ελάχιστες φορές στη ζωή μου, ευτυχής. Αυτοί οι ιεροί τόποι λατρείας ασκούν λυτρωτική επίδραση πάνω σου. Το νιώθεις σαν δωρεά. Έχουν τη μαγεία και τη γοητεία των αιώνων. Πόσοι άνθρωποι έχουν περάσει ως απλοί περιηγητές, πόσοι έχουν προσκυνήσει γονατιστοί, πόσοι αλλόθρησκοι την επισκέπτονται από περιέργεια ή να θαυμάσουν τις τοιχογραφίες. Εκεί μέσα όπου και ν’ ακουμπήσεις είναι η αφή των επισκεπτών που άγγιξαν το κάθε τι με ευλάβεια, τόσοι και τόσοι προσκυνητές, αιώνες τώρα έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους πάνω στις μαρμάρινες επιφάνειες. Πόσα δάκρυα ευλαβείας ή πόνου έχουν χυθεί, πόσες πονεμένες προσευχές ερωτευμένων έχει ακούσει η Κυρά της Βασιλείας των ουρανών, η Δέσποινα της Καταπολιανής, η σεπτή, η κεχαριτωμένη στην κλίνη του Αρχιπελάγους!
Είναι, θαρρείς, ορατές οι ανάσες των περαστικών και των προσκυνητών ανά τους αιώνες. Από αρχαιοτάτων χρόνων. Και οι χριστιανικές εκκλησίες, χτίζονταν πάνω σε ερείπια αρχαίων ναών, σε μέρη μαγικά, όπως οι αρχαίοι ναοί. Τίποτα δεν γίνεται τυχαία.
Βγκήκα από τον περίβολο, γύρισα, κοίταξα με δέος την Εκατονταπυλιανή για στερνή φορά, σταυροκοπήθηκα κι έτρεξα στο λιμάνι.
Ήταν πια αργά. Το πλοίο μου αναχωρούσε σε λίγα λεπτά.
http://fractalart.gr/ekatontapyliani/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου