Έρασμος,1466-1536 (Erasmus Desiderius)
12345( 12 Αξιολογήσεις )
Ο Έρασμος ή Erasmus Desiderius έμεινε στην ιστορία ως φιλόλογος, θεολόγος και μεγάλος ουμανιστής σε μία περίοδο μάλιστα , όπου η ελεύθερη σκέψη και τα υποτυπώδη ανθρώπινα δικαιώματα , μόλις άρχισαν να διαφαίνονται στον ορίζοντα. Γεννήθηκε μάλλον το 1466 στο Ρότερνταμ και πέθανε στην Ελβετία το 1536.Το όνομα Έρασμος είναι εξελληνισμένη μορφή του κανονικού του ονόματος που ήταν Desiderius. Σπούδασε στη Γαλλία, την Ιταλία και την Αγγλία. Διορίστηκε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και το 1505 αναγορεύθηκε διδάκτωρ στο πανεπιστήμιο του Τορίνο.
Υπήρξε πολυγραφότατος, διακεκριμένος για τη γλαφυρότητα και ιδιαίτερα την καυστικότητα του. Το έργο του διαπνέεται από φιλειρηνισμό, ανθρώπινες αξίες, ενοποίηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Μελέτησε έργα της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας, γνώριζε άριστα την Ελληνική και τη λατινική γλώσσα και μπορούσε να συνθέτει πεζά κείμενα και ποιήματα και στις δύο γλώσσες. Μελετούσε την κλασσική και την βιβλική γραμματεία και πραγματοποίησε πολλές σχολιασμένες εκδόσεις, όπως είναι εκείνες ορισμένων έργων του Αριστοτέλη, του Πτολεμαίου, του Δημοσθένη, του Ισοκράτη, του Ευριπίδη, της Καινής Διαθήκης και αρκετών Πατέρων της Εκκλησίας.
Διατηρούσε προσωπικές επαφές με πολλούς λόγιους της εποχής του, ταξιδεύοντας συχνά ,αλλά και ανταλλάσσοντας επιστολές. Παρότι ήταν κληρικός η κύρια ασχολία του ήταν η μετάφραση των αρχαίων πηγών, η επιμέλεια και ή νέα έκδοση της κλασσικής και βιβλικής γραμματείας και η παραγωγή παιδαγωγικών και διδακτικών έργων. Έτσι μπορούμε να τον θεωρήσουμε και σαν τον πρόδρομο της κατοπινής εκκλησιαστικής μεταρρύθμισης του Λουθήρου. Η πρώτη μετάφραση της Καινής Διαθήκης από τα Ελληνικά που παρουσίασε ο Έρασμος το 1516, χρησίμευσε στο Λούθηρο για τη δική του μετάφραση.
Σπουδαιότερα από τα έργα του είναι: «Το Μωρίας εγκώμιον» , οι περίφημοι «Οικογενειακοί διάλογοι» ή «Διάλογοι με οικειότητα», το «Adagia» - μια συλλογή σχολιασμένων ελληνικών και λατινικών ρητών - το «εγχειρίδιο του χριστιανού στρατιώτη» κ.α.
Όλα τα παραπάνω τον καθιστούν τυπικό εκπρόσωπο του ουμανιστικού πνεύματος.
Ήταν επικριτικός για τις κοσμικές και πνευματικές δυνάμεις και τον απολιθωμένο σχολαστικισμό της εποχής του. Έγραφε συχνά σε οξύτατο κριτικό , σατιρικό τόνο, καλλιεργώντας ιδιαίτερα την ειρωνεία.
Η κριτική του στην εξουσία του κλήρου και στη λατρεία δήθεν ιερών απολιθωμάτων συνέβαλλαν στην προετοιμασία της θρησκευτικής μεταρρύθμισης στην Ευρώπη.
Όλα τα χαρακτηριστικά του προτύπου λογιοσύνης που εκπροσωπούσε ο Έρασμος γίνονται φανερά στο «Μωρίας εγκώμιον», έργο γραμμένο στη λατινική γλώσσα. Ο εγκωμιασμός ενός ευτελούς θέματος ήταν ένα παραδοσιακό μέσο ρητορικής άσκησης ή επίδειξης ρητορικής δεινότητας. Η πρωτοτυπία του Έρασμου έγκειται στο γεγονός ότι βάζει την τρέλα προσωποποιημένη να εγκωμιάζει τον εαυτό της. Πρώτοι στο στόχαστρο της τρέλας μπαίνουν οι γραμματικοί και ακολουθούν οι ποιητές, οι ρήτορες, οι συγγραφείς, οι νομικοί και τέλος οι φιλόσοφοι. Η ειρωνεία του είναι ισοπεδωτική. Σαρώνει τους πάντες και δεν αφήνει καμία εξαίρεση, έστω και προς επιβεβαίωση του κανόνα. Σκοπός της ερασμιακής ειρωνείας δεν είναι ο ισχυρισμός περί ανυπαρξίας της πραγματικής σοφίας. Αντίθετα αυτό που θέλει να διδάξει, στους μη λόγιους πλέον αναγνώστες, είναι πως θα πρέπει να στέκονται κριτικοί απέναντι στους πάσης φύσεως σοφούς και να μην «τους παραδέχονται γι’ αυτό που παριστάνουν πως είναι».
Ο Έρασμος χρησιμοποιεί τις συμβάσεις της ουμανιστικής λογιοσύνης με στόχο να αμφισβητήσει τις προθέσεις. Ψέγει την ιδιοτέλεια των λογίων αλλά και την αφέλεια του κόσμου. Μάχεται υπέρ της εγγραμματοσύνης και της καλλιέργειας, η οποία όμως θα έχει στόχο την πνευματική πρόοδο και την προσωπική βελτίωση. Αυτό που διακήρυσσε είναι η ίδια η ουσία του ουμανιστικού πνεύματος.
Ακόμη και σήμερα ο Έρασμος σχολιάζεται απαξιωτικά τόσο από την καθολική , όσο και από την προτεσταντική εκκλησία. Αλλά η τοποθέτησή του για μια χριστιανική ηθική κοντά στις καθημερινές ανάγκες της ζωής, για ένα Χριστιανισμό χωρίς δογματισμούς, ιδεοληψίες και δεισιδαιμονίες, όπως και η προβολή του υπέρτατου αγαθού της ειρήνης, τον αναδεικνύουν ως μία κεντρική προσωπικότητα του 16ου αιώνα. Χαρακτηριστικό απόφθεγμα-φράση του Έρασμου για τις σχέσεις της ανεκτικότητας ,και του αλτρουϊσμού που πρέπει να διακατέχουν τους ανθρώπους είναι το επόμενο. «Ήθελα να μιλήσω με τα πουλιά. Θέλω να τα ρωτήσω, πώς μοιράζουν έτσι καλά τον ουρανό με τα τ’ αδέλφια τους. Χθες σκοτώθηκαν δύο άνθρωποι. Μοίραζαν μια μηλιά.»
«Έρχομαι σ’ εκείνους, που ανάμεσα στους θνητούς ποζάρουν για σοφοί κι ορέγονται, όπως λένε, το χρυσό κλαδί.» Σ’ ένα πρώτο επίπεδο, λοιπόν, η ειρωνεία χρησιμοποιείται για να δείξει ότι η ενασχόληση των λογίων που θεωρητικά περιβάλλεται από σοβαρότητα και σοφία στην πραγματικότητα είναι ανοησία και ανήκει στην Τρέλα.
Το εύλογο αυτό συμπέρασμα στο οποίο εύκολα καταλήξαμε ανατρέπεται, ωστόσο, από το γεγονός ότι ο είρων σ’ αυτή την ομιλία είναι η ίδια η Τρέλα. Εδώ αναφαίνεται το δεύτερο επίπεδο της ειρωνείας του Έρασμου. Θα πρέπει να δεχτούμε ότι ο πραγματικός ομιλητής είναι ο Έρασμος, ο οποίος ενδύεται απλώς το προσωπείο της Τρέλας για να καυτηριάσει τα κακώς κείμενα των ομολόγων του; Ή θα υποθέσουμε ότι επίτηδες βάζει αυτά τα ειρωνικά λόγια στο στόμα της Τρέλας για να καταδείξει την μωρία όσων δεν αναγνωρίζουν το σοβαρό έργο των λογίων; Εντύπωση, εντούτοις, δημιουργεί το γεγονός ότι η ειρωνεία του Έρασμου είναι ισοπεδωτική.
Στο πέρασμά της σαρώνει τους πάντες και δεν αφήνει καμία εξαίρεση, έστω προς επιβεβαίωση του κανόνα. Ακόμα κι όταν η Τρέλα λέει για τους ρήτορες «μου κάνουν κάπου-κάπου απιστίες πιάνοντας σχέσεις με τους φιλοσόφους, μα είναι δικοί μου», κάνοντας τον αναγνώστη να πιστέψει πως ίσως στους φιλοσόφους βρει τους πραγματικά σοφούς ανθρώπους, η διάψευση δεν αργεί να έρθει• είναι κι αυτοί το ίδιο ανόητοι. «Αλλά και οι σοφοί, που τα περιγελούν όλα τούτα και γλεντούν με τις τρέλες των ανθρώπων, μου χρωστάνε πολλά κι ας μην το κρύβουν».
Τέλος προς την αυθεντική προφορά της Ελληνικής και λατινικής γλώσσας στηριζόμενος στις ιδέες που είχαν αναπτύξει νωρίτερα άλλοι λόγιοι, ο Έρασμος υποστήριξε ότι η προφορά ορισμένων φωνηέντων και συμφώνων ήταν διαφορετική κατά την κλασική περίοδο απ’ ό,τι στα μεταγενέστερα χρόνια και εισηγήθηκε ο ίδιος μια διαφορετική προφορά της αρχαίας ελληνικής, κατά την οποία όλα τα διπλά φωνήεντα διαβάζονται αυτοτελώς, π.χ. αυ=αϋ, ει=εϊ κτλ. Στήριξε την πρόταση του σε ένα σύνολο από επιχειρήματα, ξεκινώντας από το ότι οι ελληνικές λέξεις που υιοθετήθηκαν από την λατινική γλώσσα γράφονταν διαφορετικά απ’ ότι προφέρονταν από τους σύγχρονούς του Έλληνες, γεγονός που προϋποθέτει διαφορά ανάμεσα στην αρχαία και τη νέα ελληνική προφορά.
Από: http://biographies.nea-acropoli.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου